Θα σπάσουμε τον κύκλο των κλιματικών καταστροφών;

Στον απόηχο της δραματικής εξέλιξης της πυρκαγιάς που ξεκίνησε την 11η Αυγούστου από τον Βαρνάβα και έκαψε μέσα σε 36 ώρες – για άλλη μια φορά – τη βορειο-ανατολική Αττική, αλλά και των συνεχών, σε ετήσια βάση πλέον, φυσικών καταστροφών, και επειδή ἄνευ αἰτίου οὐδὲν ἐστίν, όπως λέει ο Αριστοτέλης, οφείλουμε όλοι – Κυβέρνηση, Φορείς της Πολιτείας, επιχειρησιακοί φορείς, επιστημονικοί οργανισμοί και πολίτες – να κοιταχτούμε στο καθρέπτη και να αναρωτηθούμε «προετοιμαστήκαμε όσο έπρεπε;», «κάναμε ότι μπορούσαμε;», «συνεργαστήκαμε όσο απαιτείται;», «αξιοποιήσαμε την υφιστάμενη γνώση όσο μπορούσαμε;», και οφείλουμε να δώσουμε απάντηση – το απαιτεί η κοινωνία και οι χιλιάδες των συμπολιτών μας που βλέπουν κάθε χρόνο το βιος τους να καταστρέφεται, αλλά το απαιτεί και η συγκυρία καθότι οι κλιματικές συνθήκες θα συνεχίσουν να επιδεινώνονται και με ρυθμό – όπως φαίνεται – πιο ταχύ από όσο είχαμε υπολογίσει ή θέλαμε να πιστεύουμε.

Προς τούτο απαιτείται εξαντλητική μελέτη και ανάλυση όλων των διαθέσιμων στοιχείων
αλλά και αξιοποίηση υφιστάμενων μελετών που πιθανώς δεν έχουν ληφθεί ακόμα υπόψιν, όπως παραδείγματος χάριν η μελέτη “Wildfire Peer Review report Greece 2024” του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, ώστε μετά από εκτίμηση και ενδελεχή ανάλυση στοιχείων και γεγονότων, όχι για να βρούμε έναν αποδιοπομπαίο τράγο – όπως γίνεται συνήθως ώστε να αποποιηθούμε όλοι οι υπόλοιποι των ευθυνών μας – αλλά να εντοπίσουμε τις πολλές – από ότι φαίνεται εκ του αποτελέσματος – αδυναμίες που υπάρχουν στον μηχανισμό αντιμετώπισης φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών. Προς τούτο και λόγω του ότι τα θέματα αυτά είναι πολυπαραγοντικά και απαιτούν διεπιστημονική προσέγγιση, πρέπει να εμπιστευτούμε επιτέλους και να αξιοποιήσουμε το πλούσιο, εξειδικευμένο και με διεθνή αναγνώριση επιστημονικό προσωπικό της χώρας, στη προκειμένη περίπτωση πυρομετεωρολόγους, μετεωρολόγους, δασολόγους, ειδικούς δορυφορικής και επίγειας τηλεπισκόπησης, ειδικούς στον υπολογισμό του ρίσκου και της επικινδυνότητας, επιστημονικά στελέχη της Πυροσβεστικής, κα, δηλαδή πρέπει να αξιοποιηθεί η διαθεματική επιστημοσύνη της συνεργαζόμενης Ελληνικής επιστημονικής κοινότητας που ασχολείται με το θέμα της Κλιματικής Αλλαγής και των επιπτώσεων της.

Μια τέτοια συνεργασία έχει επιτευχθεί μέσω του Εθνικού Δικτύου CLIMPACT που συμπεριλαμβάνει πλέον 27 επιστημονικούς φορείς, ερευνητικά κέντρα και Παν/μια, αποτελεί εμβληματική πρωτοβουλία της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Καινοτομίας, συντονίζεται από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και μελετά την έκφανση του φαινομένου της Κλιματικής Αλλαγής στην περιοχή μας, συλλέγει, πιστοποιεί και διαθέτει ελεύθερα υφιστάμενα και νέα κλιματικά δεδομένα ενώ αναπτύσσει εργαλεία πρόγνωσης, έγκαιρης προειδοποίησης και προσαρμογής στα αποτελέσματα της Κλιματικής Αλλαγής.

Αμέσως μετά τη λήξη της αντιπυρικής περιόδου, μιας και μεσούσης της περιόδου δεν
υπάρχει η πολυτέλεια να απαντήσουμε τα καυτά ερωτήματα που τίθενται, θα πρέπει, κατά την άποψή μου, υπό τον συντονισμό επιστημονικών φορέων – και θέτω εδώ στη διάθεση της Πολιτείας το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών – να αναληφθεί ο ρόλος της ενδελεχούς μελέτης και αποτίμησης κάθε μιας από τις φετινές αλλά και προηγούμενων ετών μεγάλες δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας, για την οποία θα απαιτηθεί η γνώση των περιβαλλοντολογικών και καιρικών συνθηκών κατά την έναρξη και εξέλιξη τους αλλά και η αιτία εναύσματος τους, θα πρέπει να υπάρξει – με τη χρήση επίγειων και δορυφορικών δεδομένων – η λεπτομερής χαρτογράφηση της χρονικής εξέλιξης της εξάπλωσης τους, αλλά και καταγραφή της τακτικής και στρατηγικής που εφαρμόστηκε για την αντιμετώπιση τους.

Ο στόχος φυσικά είναι να κατανοήσουμε τις αδιαμφισβήτητες, εκ του αποτελέσματος,
αδυναμίες του υφιστάμενου μηχανισμού αντιμετώπισης των δασικών και περιαστικών πυρκαγιών, να εντοπίσουμε πιθανές αδυναμίες στις υφιστάμενες υποδομές, πιθανές αδυναμίες στη χρήση διαθέσιμων εργαλείων, τις ελλείψεις εξειδικευμένου προσωπικού και μέσων, κλπ, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές και προσαρμογές στον μηχανισμό και να προετοιμάσουμε την άμυνα μας για την αντιμετώπιση των επερχόμενων φυσικών καταστροφών.

Κλείνοντας, θέλω να επισημάνω ότι οι φυσικές καταστροφές που αντιμετωπίζουμε λόγω της Κλιματικής Κρίσης θα εντείνονται και θα γίνονται σφοδρότερες και επομένως η όποια κυβέρνηση θα έχει να αντιμετωπίσει όλο και μεγαλύτερης έντασης προβλήματα που απαιτούν όλο και περισσότερη προνοητικότητα, όλο και πιο άρτια προετοιμασία του κρατικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση των ακόμα πιο έντονων φαινομένων από αυτά που βιώνουμε σήμερα. Η διαχρονική αξιοποίηση των φυσικών καταστροφών ως όπλο μικρο-πολιτικής αντιπαράθεσης, που εντάθηκε το 2017 και συνεχίζεται έως και τις μέρες μας, πρέπει να σταματήσει. Προς τούτο πιθανώς θα έπρεπε το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας να στελεχώνεται πολιτικά κατόπιν διακομματικής συναίνεσης ή να γίνει Ανεξάρτητη Αρχή.

 

*Διευθυντής και Πρόεδρος ΔΣ ΕΑΑ, Καθηγητής Τμήμα Φυσικής, ΑΠΘ

a