Ζαν Τιρόλ: Πρέπει να λυθεί η δύσκολη εξίσωση της ενεργειακής κρίσης και της κλιματικής αλλαγής

Υπέρ της γενίκευσης του φόρου άνθρακα και κατά των επιδοτήσεων στην ενέργεια τάχθηκε μιλώντας στην Αθήνα ο Γάλλος νομπελίστας Οικονομίας

«Δεν αρκεί η πειθώ, πρέπει να αγγίξουμε και το πορτοφόλι»! Με την απόφανση αυτή ο νομπελίστας καθηγητής Οικονομίας Ζαν Τιρόλ αναφέρθηκε στην ανάγκη να μειωθεί ουσιαστικά η κατανάλωση ενέργειας ως συνέπεια του πολέμου στην Ουκρανία, των κυρώσεων της Δύσης και των αντιμέτρων της Μόσχας. Διότι οι επιδοτήσεις που χορηγούν αφειδώς οι κυβερνήσεις δεν επιτρέπουν στους καταναλωτές να υιοθετήσουν μια «ενάρετη» περιβαλλοντική συμπεριφορά. Και, το κυριότερο, εμποδίζουν την ανθρωπότητα να λύσει τη δύσκολη εξίσωση της ενεργειακής κρίσης και της κλιματικής αλλαγής.

Ήταν σαφής στους ορισμούς, τις περιγραφές και τις προτάσεις του ο γάλλος νομπελίστας και πρόεδρος της Σχολής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζης στη διάλεξη που έδωσε την περασμένη εβδομάδα και στη συζήτηση που κατόπιν ακολούθησε στο Αμφιθέατρο Θόδωρος Αγγελόπουλος του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας με τους συναδέλφους του καθηγητές του Οικονομικού Πανεπιστημίου Νικόλαο Βέττα και Ιωάννη Κατσουλάκο. Αφορμή για την επίσκεψη του Ζαν Τιρόλ στη χώρα μας ήταν η έκδοση στα ελληνικά του τελευταίου βιβλίου του «Η οικονομική επιστήμη στην υπηρεσία του κοινού καλού» από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Μικρή αλλά υποδειγματική Ευρώπη

Ο Ζαν Τιρόλ τάχθηκε αναφανδόν υπέρ του φόρου άνθρακα, όπως αυτός επιβάλλεται από τον περασμένο Απρίλιο στην Ευρώπη. Πρέπει να γενικευθεί παγκοσμίως ο φόρος αυτός, κατά τον καθηγητή, διότι η Ευρώπη συμμετέχει μόλις στο 8% των συνολικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως και εν πάση περιπτώσει είναι πολύ μικρή για να σώσει μόνη της τον πλανήτη. Θα πρέπει δηλαδή να γίνει ένας συντονισμός των κρατών για την πράσινη μετάβαση. Και «οι σημερινές γενιές να συνειδητοποιήσουν ότι θα ζήσουν χειρότερα όχι για να ζήσουν καλύτερα αλλά για να… επιβιώσουν οι επόμενες».

Υπό την έννοια αυτή η οριζόντια και «υπερβολική», όπως τη χαρακτήρισε ο Τιρόλ, επιδότηση των ορυκτών καυσίμων από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ενόψει του δύσκολου χειμώνα που έρχεται δεν είναι πρόσφορη. Και δεν είναι πρόσφορη όχι μόνο επειδή δεν δίνει κίνητρα για να κάνουν οικονομία οι καταναλωτές, αλλά και επειδή θα εκτινάξει τα χρέη των κυβερνήσεων.

«Όταν γίνεται κάτι ακριβό, δεν μπορεί να απορροφά το κράτος όλο το κόστος», είπε χαρακτηριστικά ο νομπελίστας. Θα πρέπει δηλαδή «να γίνει μια προαρμογή στο γεωπολιτικό παίγνιο με γνώμονα όχι το βραχυπρόθεσμο αλλά το μεσομακροπρόθεσμο κόστος».

Μικροπολιτική και μεσαία τάξη

Ο Ζαν Τιρόλ πρότεινε την καθιέρωση από τις κυβερνήσεις ενός κουπονιού (voucher) για την ενεργειακή στήριξη των νοικοκυριών που έχουν πραγματικά ανάγκη. Στο σημείο αυτό ο καθηγητής Βέττας παρατήρησε προσφυώς ότι οι κυβερνήσεις δεν ενδιαφέρονται τόσο για τις χαμηλές εισοδηματικές τάξεις αλλά για τη μεσαία τάξη, διότι εκείνη τις ψηφίζει και τις αναδεικνύει. Σε ερώτηση εξάλλου του Έλληνα καθηγητή για τις γεωπολιτικές εξελίξεις ο Τιρόλ δήλωσε αισιόδοξος παρά τον κίνδυνο που διατρέχει και ο πλανήτης και η Δημοκρατία.

«Μακροπρόθεσμα ο πλανήτης θα σωθεί αν οι επενδύσεις έχουν στόχο την Παιδεία, την Υγεία και όχι την κατανάλωση», είπε ο γάλλος καθηγητής, τονίζοντας ότι εν προκειμένω «το περιουσιακό κεφάλαιο της Ευρώπης είναι τεράστιο, όπως φάνηκε στην πανδημία» και ότι «εν τέλει η τεχνολογία υπόσχεται ευημερία».

Ρύθμιση για το κοινό καλό

Νωρίτερα κατά τη διάλεξή του ο γεννημένος το 1953 νομπελίστας είχε αναλύσει την ανάγκη να υποχωρήσει το προσωπικό συμφέρον απέναντι στο κοινό καλό, αφού θα πρέπει να αναρωτηθούμε όλοι σε ποια κοινωνία θα πρέπει να ζούμε. «Πρέπει να επιδοτούμε τα ορυκτά καύσιμα; Θέλουμε ή όχι την πυρηνική ενέργεια; Αυτά είναι ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν τώρα», είπε ο καθηγητής προσθέτοντας ότι «ο μύθος του ‘νέου ανθρώπου’ απέτυχε και οδήγησε σε αυταρχικά καθεστώτα».

Ωστόσο εκείνο που χρειάζονται σήμερα οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι ρυθμιστικά πλαίσια (νομικό, εμπορικό, τραπεζικό κλπ) και μηχανισμοί ασφαλείας (για τις ανισότητες, την υγεία, την εκπαίδευση, την απασχόληση), διότι «η αγορά δεν μπορεί να τα λύσει όλα μόνη της».

Κράτος-ρυθμιστής, όχι παραγωγός

Χρειάζονται ως εκ τούτου ισχυρά κράτη που θα διορθώνουν τις αδυναμίες της αγοράς και ισχυρές κυβερνήσεις που δεν θα πέφτουν θύματα των λόμπι ή των εκλογικών, μικροπολιτικών συμφερόντων. «Το κράτος είναι πιο αποτελεσματικό ως ρυθμιστής παρά ως παραγωγός», τόνισε ο επιστήμονας που κέρδισε εξάλλου το βραβείο Νομπέλ Οικονομίας το 2014 για τις αναλύσεις του για τη «Βιομηχανική Οικονομία» και για «τη δύναμη και τη ρύθμιση της αγοράς».

Οι σχεδιασμένες οικονομίες απέτυχαν μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και τον οικονομικό μετασχηματισμό της Κίνας και η οικονομία της αγοράς έχει γίνει το κυρίαρχο μοντέλο οργάνωσης των κοινωνιών. Υπ’ αυτή την έννοια ο ανταγωνισμός και η παγκοσμιοποίηση «δεν έχουν κατ’ ανάγκην αρνητικό πρόσημο». Αλλά «η οικονομία της αγοράς δεν έχει κερδίσει κατά κράτος» διότι εν τέλει «ο κόσμος δεν είναι εμπόρευμα προς πώληση».

1