Σδούκου: Με το ΕΣΕΚ ελαχιστοποιούμε το κόστος της μετάβασης, προτάσσοντας τις ωριμότερες τεχνολογίες
Η Ελλάδα τοποθετείται ως κεντρικός ενεργειακός κόμβος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο, ενισχύοντας τον γεωπολιτικό της ρόλο. Τα έργα υποδομής και διασύνδεσης αποτελούν βασική διάσταση αυτού του ρόλου, τόνισε η υφυπουργός ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου, από το βήμα του Economist.
Όπως ανέφερε η Υφυπουργός, η Νοτιοανατολική Ευρώπη έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην πράσινη μετάβαση, με την αύξηση της εγκατεστημένης ισχύς των ΑΠΕ κατά σχεδόν 11% μεταξύ 2022 και 2023.
Ειδικότερα, αναφερόμενη στο ρόλο της χώρας, η κ. Σδούκου ανέδειξε ότι πρόσφατα ολοκληρώθηκε η αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση.
"Το αναθεωρημένο Σχέδιο έχει καταρτιστεί, με γνώμονα την ελαχιστοποίηση του κόστους της ενεργειακής μετάβασης, προτάσσοντας τις παρεμβάσεις που είναι οι ωριμότερες και φθηνότερες και θα έχουν το μεγαλύτερο όφελος για την εθνική οικονομία.
Επιπλέον, τεχνολογίες όπως το υδρογόνο, ιδιαίτερα μετά το 2035, θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στην απανθρακοποίηση των δυσκολότερων βιομηχανικών τομέων, όπως η βαριά βιομηχανία.
Η Κλιματική Δράση πρέπει να εστιάζει στους πολίτες: Οι πολιτικές και τα έργα που υλοποιούνται, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διεθνές επίπεδο, έχουν ως βασικό τους γνώμονα την εξυπηρέτηση των πολιτών και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους", υπογράμμισε.
Αναλύοντας την τρέχουσα διεθνή συγκυρία, η κ Σδούκου ανέφερε ότι, οι παγκόσμιες οικονομίες αντιμετωπίζουν βραδύτερη ανάπτυξη συγκριτικά με την περασμένη δεκαετία, επηρεασμένες από παράγοντες όπως ο υψηλός πληθωρισμός και οι γεωπολιτικές εντάσεις.
Η αναταραχή στις ενεργειακές αγορές και οι αυξήσεις των τιμών της ενέργειας εντείνουν αυτές τις προκλήσεις, κάνοντας τις επενδύσεις πιο αβέβαιες και δαπανηρές.
Πρόσθεσε δε πως, οι συνεχιζόμενες πολεμικές συγκρούσεις, ιδιαίτερα η σύγκρουση στην Ουκρανία και οι αυξανόμενες εντάσεις στη Μέση Ανατολή, έχουν διαταράξει σημαντικά τις παγκόσμιες ενεργειακές αγορές, προκαλώντας αστάθεια στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Αυτά τα γεωπολιτικά γεγονότα δημιουργούν αβεβαιότητα στις αλυσίδες εφοδιασμού, αυξάνοντας τις τιμές και επηρεάζοντας τη διαθεσιμότητα βασικών ενεργειακών προϊόντων.
Από πολιτικής σκοπιάς, οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την παγκόσμια γεωπολιτική. Μια πιθανή επιστροφή του Τραμπ στις ΗΠΑ εγείρει ανησυχίες για άλλη μία αποχώρηση από τη Συμφωνία των Παρισίων.
Στην Ευρώπη, η επανεκλογή της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην ΕΕ αποτελεί εγγύηση ότι η Ευρώπη θα συνεχίσει να ηγείται στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, η ανταγωνιστικότητα και η ανθεκτικότητα της Eυρωπαϊκής βιομηχανίας θα παίξουν μεγαλύτερο ρόλο στο μέλλον.
Όσον αφορά στο φυσικό αέριο, σχολίασε ότι το ρωσικό αέριο συνεχίζει να ρέει προς την Ευρώπη, είτε μέσω αγωγών είτε σε μορφή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), και σε ορισμένες περιπτώσεις οι ροές έχουν αυξηθεί σε σχέση με τα προπολεμικά επίπεδα.
"To 2023 παρατηρήθηκε ρεκόρ ανάπτυξης των ΑΠΕ. Ωστόσο, οι ΑΠΕ αναπτύσσονται ταχύτερα από όσο μπορούν να προσαρμοστούν οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Γι' αυτό η Ευρώπη αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, όπως οι μηδενικές ή αρνητικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, οι συμφόρηση του δικτύου και οι περικοπές", πρόσθεσε σχετικά.
Στη συνέχεια η Υφυπουργός επεσήμανε ότι, η πράσινη μετάβαση στην Ευρώπη γίνεται ακριβότερη, άρα και δυσκολότερη, λόγω άκαμπτων στόχων και πολλών κανόνων, παραμερίζοντας πρακτικές λύσεις. Αντίθετα, Κίνα και ΗΠΑ υιοθέτησαν ευέλικτες στρατηγικές που εστιάζουν στη βιομηχανική ανάπτυξη, τους πόρους και τις θέσεις εργασίας, με τη μείωση εκπομπών αέριων του θερμοκηπίου ως παράπλευρο όφελος. Η Ευρώπη ακόμα αναζητά ισορροπία μεταξύ των κλιματικών της στόχων και των οικονομικών-στρατηγικών προτεραιοτήτων.
Από άποψη τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας, η ενεργειακή μετάβαση περιλαμβάνει την υιοθέτηση νέων λύσεων, όπως τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, τα υπεράκτια αιολικά πάρκα, την αντλησιοταμίευση και το υδρογόνο. Αυτή η μετάβαση συνοδεύεται και από προκλήσεις, καθώς οι υπάρχουσες τεχνολογικές υποδομές πρέπει να προσαρμοστούν σε πιο βιώσιμες και αποδοτικές μορφές ενέργειας, εξασφαλίζοντας παράλληλα την ενεργειακή ασφάλεια και οικονομική προσιτότητα.