Ενεργειακή μετάβαση: γιατί, πώς, πότε και για ποιους;

Η «Εφ.Συν.» δίνει το βήμα της σε έξι σημαντικούς επιστήμονες και ειδικούς που ακτινογραφούν βασικές διαστάσεις της κλιματικής κρίσης. Χθες έγραψαν ο μετεωρολόγος-διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος και ο πυρομετεωρολόγος Θοδωρής Μ. Γιάνναρος. Aύριο, Τετάρτη, ο Σεβαστιανός Μοιρασγεντής, διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.

Η κλιματική κρίση είναι η κρίση των κρίσεων, καθώς αφορά την ίδια μας την ύπαρξη και τους όρους αναπαραγωγής αυτής. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός πλέον για να καταλάβει πως το κλίμα έχει αλλάξει. Τα δεδομένα μας δίνουν το μέγεθος της αλλαγής που έχει συντελεστεί καθώς και τι να περιμένουμε. Το 2023 ήταν το πιο ζεστό έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, μέχρι το επόμενο, που το βιώνουμε ήδη (ΓΡΑΦΗΜΑ 1 και 2).

Βρισκόμαστε όμως και εν μέσω αλλεπάλληλων και αλληλοτροφοδοτούμενων κρίσεων. Από τις διευρυνόμενες ανισότητες μέχρι τη στεγαστική κρίση και από το σοκ στο ταμείο του σούπερ μάρκετ μέχρι τις εργασιακές συνθήκες, η ανασφάλεια κυριαρχεί. Οι πόλεις, τα νησιά και οι παραλίες παραδίνονται σε ένα αδηφάγο τουριστικό και μη βιώσιμο μοντέλο, το τελευταίο μέτρο αιγιαλών αφήνεται να τσιμεντωθεί για το κέρδος. Οι τιμές ενέργειας δημιουργούν συνθήκες αύξησης της ενεργειακής φτώχειας για χιλιάδες νοικοκυριά, σε συνδυασμό με τη γενικότερη ακρίβεια και την καθήλωση των μισθών. Ολόκληρες περιοχές καταστρέφονται από καιρικά φαινόμενα που είναι συνέπεια της κλιματικής κρίσης, χωρίς σοβαρό σχέδιο ανάκαμψης. Η αστάθεια του συστήματος αυξάνεται.

φ

Στην πραγματικότητα που βιώνουμε, αντί η κλιματική κρίση να λειτουργήσει σαν καμπανάκι για την άμεση ανάληψη της βέλτιστης δράσης συλλογικά, εργαλειοποιείται και γίνεται μία ακόμα δικαιολογία για την ανετοιμότητα και την ολιγωρία, ή «αξιοποιείται» σε κατεύθυνση τελείως αντίθετη απ’ ό,τι προστάζει η συνθήκη. Η κλιματική κατάρρευση όμως είναι σίγουρο πως θα σημάνει και μία κοινωνική κατάρρευση. Γνωρίζουμε επίσης πως οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης πλήττουν δυσανάλογα τους φτωχότερους, ως πιο εκτεθειμένους, ενώ έχουν τη μικρότερη ευθύνη (ΓΡΑΦΗΜΑ 3). Ομως το ερώτημα παραμένει. Υπάρχει διέξοδος; Η απάντηση είναι πως υπάρχει διέξοδος, όμως απαιτεί ριζοσπαστικούς μετασχηματισμούς στο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο μέσα από ένα ολιστικό σχέδιο για το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας.

Σε τεχνικό επίπεδο, ο στόχος πρέπει να είναι η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το 2040 σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με αντίστοιχη φιλοδοξία και για την Ελλάδα, ευθυγραμμιζόμενοι με τη Συμφωνία του Παρισιού και τον 1,5°C (1) σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Για να μπορέσουμε να πάμε προς αυτή την κατεύθυνση, όσο έχουμε ακόμα το παράθυρο αυτό ανοιχτό, απαιτείται ένα ξεκάθαρο σχέδιο μετάβασης (ή καλύτερα μετασχηματισμού) της οικονομίας στο σύνολό της. Ενα εμπλουτισμένο και πιο φιλόδοξο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που θα αποτελέσει και τον οδικό χάρτη της χώρας, ενσωματώνοντας όλες τις επιμέρους πολιτικές. Από τα κτίρια και τη βιομηχανία ώς τις μεταφορές και φυσικά την παραγωγή ενέργειας, την προστασία των δασών, την υγεία και την έρευνα. Είναι επίσης σαφές πως οι εξορύξεις υδρογονανθράκων δεν «χωράνε» σε κανένα αξιόπιστο και ρεαλιστικό σχέδιο ενεργειακής μετάβασης που θέτει ως στόχο την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα το συντομότερο δυνατόν. Οσο πιο γρήγορα πάμε προς αυτή την κατεύθυνση τόσο μικρότερες θα είναι οι απώλειες και τόσο μεγαλύτερες οι συν-ωφέλειες για την κοινωνία και την οικονομία.

 

Υπάρχουν 3 βασικές στρατηγικές μετάβασης, όπως τις ομαδοποιεί και το ESABCC (2). Οι στρατηγικές αυτές χαρακτηρίζονται από:

1. Οσες δίνουν έμφαση στη μείωση της ζήτησης ενέργειας πρωτίστως
2. Οσες δίνουν έμφαση στην παραγωγή ενέργειας, μέσω των ΑΠΕ κυρίως
3. Μικτά μοντέλα.

Εκ των τριών ανωτέρω στρατηγικών, η ESABCC εκτιμά πως η στρατηγική μείωσης της ζήτησης ενέργειας είναι η πλέον προτιμητέα. Οι στρατηγικές μετάβασης που βασίζονται στη μείωση της ζήτησης ενέργειας στους τομείς ζήτησης:

● Ελαχιστοποιούν τη χρήση υλικών και πόρων, μειώνοντας το συνολικό κόστος μετάβασης αλλά και τις εισαγωγές
● Ελαχιστοποιούν τις χωρικές απαιτήσεις, αφού ελαχιστοποιούν το σκέλος της παραγωγής που απαιτείται για να καλυφθεί η ζήτηση.

Εχουν επομένως και τις μεγαλύτερες πιθανότητες για κοινωνική αποδοχή. Οσο μειώνεται η ζήτηση, αντίστοιχα μειώνεται η ανάγκη να παράξουμε αυτή την ενέργεια.

Η διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης δεν είναι απλά μία τεχνικής φύσεως διαδικασία αλλαγής μίγματος καυσίμου, αλλά μία κατά βάση κοινωνικοπολιτική πρόκληση, στην οποία ο στόχος θα πρέπει να είναι η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων κατά τη διάρκεια της μετάβασης προς μία οικονομία μηδενικού ισοζυγίου άνθρακα το συντομότερο, αναστρέφοντας τις τάσεις διεύρυνσης μέσα από την εφαρμογή των (δίκαιων και συμπεριληπτικών) πολιτικών της. Η ενεργειακή μετάβαση περνάει μέσα από τον συνολικό μετασχηματισμό όλων των κλάδων της οικονομίας. Πρέπει να είναι ένα σχέδιο ολιστικό, άρα και οριζόντιο, καθώς δεν αφορά αποκλειστικά την ενέργεια.

Ολες οι δημόσιες πολιτικές οφείλουν να ευθυγραμμίζονται με αυτή τη στρατηγική. Για να είναι αυτή η διαδικασία επιτυχημένη οφείλει:

● Να συμπεριλάβει τη μείωση των (πάσης φύσεως) ανισοτήτων, προκειμένου η μετάβαση να γίνει με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και συμπερίληψης. Για παράδειγμα να θέσει συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους για τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας κατ’ έτος, ή για τη συμμετοχή των πολιτών στην ενεργειακή μετάβαση μέσω των ενεργειακών κοινοτήτων ή στοχευμένες παρεμβάσεις στην αγορά ενέργειας (π.χ. Block tariffs).

● Να λάβει μέριμνα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών και των αναγκαίων πόρων, καθώς προϋποθέτει σημαντικές επενδύσεις (από τους εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους μέχρι τα ζητήματα φορολόγησης).

● Να μιλήσει για το κράτος και τον (σημαντικό) ρόλο του σε αυτή τη διαδικασία. Ανθρώπινοι και υλικοί πόροι, βελτίωση της λειτουργίας του Δημοσίου και αναδιοργάνωση όπου απαιτείται, βελτίωση της εξυπηρέτησης των πολιτών, με στόχο την καλλιέργεια αισθήματος εμπιστοσύνης και ανταποδοτικότητας.

Να εντάξει την Τοπική Αυτοδιοίκηση (περιφέρειες, δήμους) στον σχεδιασμό και να στηρίξει τον μετασχηματισμό των πόλεων σε αξιοβίωτη κατεύθυνση.

● Να βελτιώνει την καθημερινότητα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας για να μη νιώθει απροστάτευτος κανείς/καμιά/κανένα. Οι ωφέλειες (και είναι πολλές) της μετάβασης να διαμοιραστούν σε όλ@.

Τα παραπάνω δεν είναι εξαντλητικά, δεν θα μπορούσαν άλλωστε σε ένα κείμενο τέτοιας έκτασης. Θέτουν όμως το ζήτημα της σύνδεσης της κλιματικής με την κοινωνική δικαιοσύνη, μέσω ενός ολιστικού σχεδίου και μίας εναλλακτικής (αλλά επιστημονικά ορθής και κοινωνικά χρήσιμης) στρατηγικής που μπορεί να έχει αυξημένη κοινωνική αποδοχή, μικρότερο κόστος, μεγαλύτερη ταχύτητα, λιγότερο απαιτούμενο χώρο, αυξημένες συν-ωφέλειες και ελαχιστοποίηση απωλειών και κόστους. Αλλά το κυριότερο, βλέπει το παρόν και σχεδιάζει για το μέλλον. Εν ολίγοις, προτείνεται ένα Πράσινο και Κοινωνικό Συμβόλαιο, που όμως δεν θα μείνει στους τίτλους αλλά θα εξειδικευτεί ανά τομέα, θα ποσοτικοποιηθεί, θα εξηγηθεί και θα καταστεί ο νέος αναπτυξιακός μοχλός με κοινωνική δικαιοσύνη. Η γνώση και η τεχνολογία είναι διαθέσιμες ήδη. Απομένει η πολιτική βούληση και το άθροισμα δυνάμεων προς αυτόν τον σκοπό.

(1) https://ypen.gov.gr/perivallon/klimatiki-allagi/diethneis-diapragmatefseis/symfonia-ton-parision/
(2) ESABCC: European Scientific Advisory Board for Climate Change. Αποτελεί ένα ανεξάρτητο επιστημονικό γνωμοδοτικό Συμβούλιο της Ε.Ε. για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και ιδρύθηκε το 2021, μέσω του Ευρωπαϊκού Κλιματικού Νόμου που συμβουλεύει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς
 

Δημήτρης Τσέκερης: Ενεργειακός μηχανολόγος μηχανικός, αναλυτής ενεργειακών σεναρίων

 

d