Στον πλανήτη Χ.

Ήταν πρωί. Παγωμένος αέρας κατέβαινε από τους γύρω λόφους και φυσούσε προς τη θάλασσα. Στο μικρό λιμάνι επικρατούσε μια νεκρική σιωπή. Η συνηθισμένη κίνηση του λιμανιού είχε δώσει τη θέση της σε μια ανατριχιαστική βουβαμάρα. Ήταν σαν να είχε ερημώσει το χωριό όλο.

Δεν ήταν όμως έτσι. Στην προβλήτα του λιμανιού, ο ένας δίπλα στον άλλο, στεκόντουσαν όλοι οι κάτοικοι του χωριού. Νέοι και γέροι. Ακόμη και μωρά στις αγκαλιές των μανάδων τους , που λες και είχαν καταλάβει τι γινόταν, δεν έβγαζαν άχνα.

Ήταν όλοι εκεί, αποφασισμένοι, με μαύρες σημαίες στα χέρια τους.

Το αγέρωχο βλέμμα τους, κοίταζε, σαν να προκαλούσε, προς τη θάλασσα, σαν κάτι να περίμενε.

Και να, ξαφνικά φάνηκε από μακριά το καράβι,

Οι κάτοικοι ασυναίσθητα έκαναν ένα βήμα μπροστά. Σαν να ήθελαν να επισπεύσουν τη στιγμή της άφιξης.

Το καράβι όλο και πλησίαζε. Κανείς δεν μίλαγε, όλοι περίμεναν σφίγγοντας τα δόντια και τις σημαίες που κρατούσαν.

Και ξαφνικά, λες και ένας αόρατος μαέστρος είχε δώσει το σύνθημα, ύψωσαν μαζί τις μαύρες σημαίες και οι φωνές τους δόνησαν την ατμόσφαιρα.

«ΔΕΝ  ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ»

«ΑΕΡΑ-ΑΕΡΑ ΝΑ ΦΥΓΕΙ Η ΧΟΛΕΡΑ»

«ΘΡΥΛΕ, ΘΕΕ, ΟΛΥΜΠΙΑΚΕ» (παντού και πάντα υπάρχει κι ένας πολύ άρρωστος γαύρος).

Ο αέρας δυνάμωσε και ήταν σαν να συμμετείχε στην διαμαρτυρία, τραγουδώντας το γνωστό «…κανείς δεν θα περάσει, καλλιο να πάμε όλοι μετανάστες».

Οι άνθρωποι του καραβιού θορυβημένοι, κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Ο καπετάνιος έκανε κράτει τις μηχανές.

Όλοι περίμεναν την επόμενη κίνηση.

Τα συνθήματα συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση.

Ο αδίστακτος επενδυτής, από τη γέφυρα του καραβιού, κοίταζε το μαινόμενο πλήθος. Ζύγιζε τη δύναμη τους , την αποφασιστικότητα τους.

Ξαφνικά, χωρίς να αλλάξει έκφραση, είπε με την συριχτή φωνή του, που πάγωσε το αίμα του καπετάνιου: «Πρόσω ολοταχώς»

Το καράβι άρχισε να κινείται προς τα εμπρός. Το συγκεντρωμένο πλήθος, αντλώντας άγνωστο από πού, κουράγιο, δυνάμωσε κι άλλο τη φωνή του και ύψωσε πιο ψηλά ακόμη τις μαύρες σημαίες.

Το καράβι είχε πλησιάσει πια τόσο κοντά που τα πανό διαμαρτυρίας ήταν τώρα ευδιάκριτα.

«ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΑΙΟΛΙΚΟ ΟΛΕΘΡΟ»

«ΘΕΛΟΥΜΕ ΠΥΡΗΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΙΟΛΙΚΑ»

«ΔΩΣΤΕ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟ ΣΤΟ ΛΑΟ»

Το καράβι απείχε μόλις λίγα μέτρα.

Και τότε τα παλικάρια του χωριού, αψηφώντας το κίνδυνο, βούτηξαν στο παγωμένο νερό, που ήταν καλλυμένο από ένα παχύ στρώμα πετρελαιοκηλίδας, που είχε διαρρεύσει την προηγουμένη, κατά τη διάρκεια του εφοδιασμού του εργοστασίου ηλεκτροπαραγωγής.

Ο καπετάνιος, τρομοκρατημένος, χωρίς να περιμένει εντολή, έκανε πίσω αμέσως και το καράβι άρχισε σιγά- σιγά να απομακρύνεται.

Οι κάτοικοι ανακουφισμένοι πανηγύρισαν έξαλλα τη νίκη τους.

Μόνο οι γέροντες, κούνησαν προβληματισμένοι το κεφάλι τους.

Ως πότε θα αντέξουν?

Πότε επιτέλους θα πειστεί το κράτος να κατασκευάσει τον πυρηνικό σταθμό που θα τους σώσει από τη λαίλαπα των Αιολικών Πάρκων?

 

Όλα αυτά συμβαίνουν στον μακρινό πλανήτη Χ.

Γιατί εδώ στο δικό μας πλανήτη (από ότι ήξερα μέχρι πρόσφατα), παρόμοια περιστατικά συμβαίνουν μόνο σε σχέση με πυρηνικά και άλλα τοξικά απόβλητα.

Μπορεί να κάνω και λάθος.

Με τόσα κράτη, δεν θα υπάρχει και ένα που οι κάτοικοι του θα τα βλέπουν ανάποδα?

Αμφιβάλλετε?

 

Πρωτοδημοσιεύτηκε στα ΑΝΕΜΟλόγια τον Ιούνιο του 2001 με αφορμή κινητοποίηση κατοίκων της Καρύστου τότε, και της Τήνου τώρα.

Γιάννης Τσιπουρίδης.