Δρόμος χωρίς επιστροφή

Στην Ελλάδα θα εισπράξουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής κυρίως λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας και της αυξημένης συχνότητας των ακραίων καταστροφών. Σε λίγες δεκαετίες, ενώ οι περισσότεροι από εμάς θα είναι ακόμη εν ζωή, τα φαινόμενα που κατονομάζουμε τώρα ακραία (επειδή φανταζόμαστε πως συμβαίνουν κάθε 25 χρόνια ή πιο σπάνια) –πλημμύρες, καύσωνες, πυρκαγιές– μάλλον θα συμβαίνουν κάθε χρόνο ή και πιο συχνά.

Δύο παραδείγματα μας υποδεικνύουν πόσο λίγο ανθεκτικοί και προσαρμοστικοί είμαστε. Πολλές παραλίες μας έχουν ήδη αποσαθρωθεί από κακή διαχείριση, δηλαδή αμμοληψίες, κατασκευές δρόμων και λιμανιών, όλα χωρίς σύγχρονες μελέτες. Η άνοδος της στάθμης θα επιταχύνει την ανθρωπογενή διάβρωση, που έχει ήδη περιορίσει μερικές παραλίες πλάτους 100 μ. το 1970 σε πλάτος 5 μ. το 2019. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στο μέλλον αρκετές από αυτές τις παραλίες θα τις θαυμάζουμε σε ρομαντικές καρτ-ποστάλ της δεκαετίας του ’80.

Οι πλημμύρες στη Μάνδρα μάς έδειξαν πόσο απέχουμε από lege artis διαχείριση κρίσεων. Ηδη από το 1938 υπάρχει η τεχνολογία που επιτρέπει να γίνει άμεση εκτίμηση της στάθμης του νερού σε όμορες συνοικίες πόλεων και σε χειμάρρους, ώστε να ληφθεί κατάλληλη απόφαση για απομάκρυνση του πληθυσμού σε περίπτωση ακραίων βροχοπτώσεων. Δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ έχουν δαπανηθεί στη χώρα μας για σχετικές υδρολογικές «μελέτες», αλλά στη Μάνδρα καταλάβαμε πόσο απροετοίμαστοι είμαστε.

Δεν είμαι μοιρολάτρης και εργάζομαι ασταμάτητα για να εκπαιδεύσω νέους επιστήμονες που θα δώσουν τη μάχη υπέρ της επιστήμης και κατά της γραφειοκρατίας. Αλλά βλέπω ότι μας τελειώνει ο χρόνος: υπάρχουν συγκεκριμένοι στόχοι προσαρμογής της Ελλάδας μέχρι το 2030, που προκύπτουν από τη Συνθήκη των Παρισίων για το Κλίμα. Αντί να τρέχουμε να προλάβουμε ή και να υπερβούμε τους στόχους που μας έχει αναθέσει η παγκόσμια κοινότητα για το 2030, εμείς αναλωνόμαστε σε συνωμοσιολογίες για το ποιος ευθύνεται. Στις πόλεις μας καίμε ακόμη μαζούτ για θέρμανση. Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που πιστεύουν στον λιγνίτη και στο πετρέλαιο. Η ελληνική κοινωνία θυμίζει την ορχήστρα του «Τιτανικού», παίζει σαν να μη συμβαίνει τίποτε, ενώ το πλοίο βυθίζεται.

* Ο κ. Κώστας Συνολάκης είναι ακαδημαϊκός στην έδρα Γεωλογικών Επιστημών. 

 

19 Αυγούστου 2019

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ