Ποιότητα ζωής: Ο ρόλος των ΑΠΕ και του (υπέρ) τουρισμού
Η «ιδέα» της βελτίωσης της ποιότητας ζωής εμφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Ωστόσο, μπορούμε να πούμε ότι η προέλευσή της πηγαίνει πίσω στο 1920, όταν ο Arthur Pigou (Άγγλος οικονομολόγος) την πρότεινε για πρώτη φορά. Η ευρεία χρήση του όρου ξεκίνησε τη δεκαετία του 1950. Γενικά, δεν υπάρχει ένας και μοναδικός ορισμός σχετικά με την ποιότητα ζωής, καθώς ο όρος περιλαμβάνει διάφορα πλαίσια όπως: υγειονομική περίθαλψη, απασχόληση, διεθνή ανάπτυξη και πολιτική. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ενσωματώνει αρκετούς τυπικούς δείκτες στη μέτρηση της ποιότητας ζωής. Αυτοί οι δείκτες καλύπτουν τομείς όπως: ευημερία και υγεία, εκπαίδευση, απασχόληση, ελευθερία, θρησκευτικές πεποιθήσεις & ιδέες, περιβάλλον κλπ.
Ποιότητα Ζωής - Quality of Life
Ο τουριστικός τομέας θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους οικονομικούς τομείς της παγκόσμιας οικονομίας. Ο τουρισμός επηρεάζει την ποιότητα ζωής μιας χώρας με διάφορους τρόπους: ι) με την ενίσχυση της απασχόλησης, ii) με την αύξηση των επιπέδων της τοπικής δραστηριότητας (ανάπτυξης), iii) με τη βελτίωση των επενδύσεων σε δημόσιες υποδομές (δρόμοι και ενεργειακά δίκτυα), καθώς και iv) με τη βελτίωση των υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος.
Το 2020, πριν από την έναρξη της πανδημίας COVID-19, η παγκόσμια «τουριστική βιομηχανία» είδε σημαντικό οικονομικό όφελος, ισοδύναμο με περίπου 4,7 τρισεκατομμύρια δολάρια US$ (Statista, 2022). Η οικονομική ανάπτυξη είναι ένας εξέχων καθοριστικός παράγοντας που επηρεάζει άμεσα την κατανάλωση ενέργειας, και ως εκ τούτου και τον τουριστικό τομέα. Επομένως, η άνοδος του τουρισμού συνδέεται στενά με την αύξηση της ζήτησης ενέργειας. Στις σύγχρονες οικονομίες, ο τουρισμός και η ενέργεια θεωρούνται αναπόσπαστα στοιχεία. Απαιτείται ενέργεια για βιώσιμη ανάπτυξη και υψηλό βιοτικό επίπεδο.
Ο τουριστικός τομέας επιδίδεται σε υπερβολική χρήση των φυσικών πόρων, είτε είναι ανανεώσιμοι είτε μη. Η υποβάθμιση του περιβάλλοντος είναι σύνηθες φαινόμενο σε χώρες όπου η οικονομική συνεισφορά του τουρισμού διευκολύνει την αύξηση των εσόδων. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) (ηλιακή, βιομάζα, γεωθερμία, υδροηλεκτρική και αιολική ενέργεια) είναι αναπόφευκτες προκειμένου να ικανοποιηθεί η συνεχώς αυξανόμενη ενεργειακή ζήτηση και να αναπτυχθεί η οικονομία χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον. Η επένδυση στην πράσινη ενέργεια έχει αποδειχθεί ότι παράγει σημαντικές αποδόσεις μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Πράσινη Ενέργεια - Green Energy
Σύμφωνα με τη Eurostat (2022), η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αύξησε σημαντικά το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από 12,6% το 2009 σε σχεδόν 20% το 2019, επιτυγχάνοντας τον στόχο του μεριδίου ΑΠΕ στη συνολική τελική κατανάλωση ενέργειας. Υπάρχουν χώρες που ήδη υπερβαίνουν αυτούς τους στόχους (π.χ. Φινλανδία, Σουηδία και Δανία) και μερικές άλλες που προσπαθούν να τους επιτύχουν (π.χ. Γαλλία, Γερμανία και Ισπανία). Τα ευρωπαϊκά έθνη παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις όσον αφορά το γεωγραφικό μέγεθος, τη δομή της οικονομίας, τους πόρους και τον πληθυσμό. Η βιομηχανία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας είναι ο πρωταρχικός τομέας στον οποίο οι ΑΠΕ είναι σε θέση να ανταγωνιστούν αποτελεσματικά τις μη ανανεώσιμες, διατηρώντας παράλληλα τις προσδοκίες ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (2019), στην Ευρώπη, το 32% και το 65% της συνολικής χρήσης ενέργειας θα προέρχεται απευθείας από την καθαρή ενέργεια, έως το 2030 και το 2040 αντίστοιχα. Οι βασικές πολιτικές της Ένωσης, περιλαμβάνουν τον προσδιορισμό και την εφαρμογή μέτρων που αναδεικνύουν την πράσινη ενέργεια για βιομηχανικούς σκοπούς, καθώς και τη διασφάλιση δραστηριοτήτων που ενισχύουν το ποσοστό του τουριστικού τομέα στην οικονομική ανάπτυξη.
Η εισροή τουριστικών εσόδων, θα οδηγήσει σε ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες υποδοχής ενισχύοντας το συνολικό βιοτικό τους επίπεδο. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη τις τεράστιες δυνατότητες του τουριστικού τομέα, οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν σε εναλλακτικές έννοιες, όπως: τουρισμός της υγείας, αθλητικός τουρισμός, συνεδριακός τουρισμός κλπ. Έτσι, τα διεθνή τουριστικά έσοδα ενδέχεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, κάτι που θα είχε μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Η ασφάλεια των τουριστών επίσης, είναι μια πρόσθετη κρίσιμη πτυχή που έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει τον τουρισμό σε μια χώρα υποδοχής.
Ωστόσο, μπορεί ο τουρισμός να αποτελεί ζωτικής σημασίας δύναμη για κάθε οικονομία, υπάρχει όμως και η σκοτεινή του πλευρά: o υπερτουρισμός! Ο υπερτουρισμός δεν αποτελεί νέο πρόβλημα. Πρόκειται όμως για ένα φαινόμενο, το οποίο αναζωπυρώθηκε έντονα την πρώτη χρονιά μετά το πέρας της πανδημίας. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (UNWTO) ορίζει τον υπερτουρισμό ως «την επίδραση του τουρισμού σε έναν προορισμό ή τμήματά του, επηρεάζοντας υπερβολικά την αντίληψη ποιότητας ζωής των πολιτών και την ποιότητα των εμπειριών των επισκεπτών, με ιδιαιτέρως αρνητικό τρόπο». Η αλόγιστη προσέλευση τουριστών μπορεί να προκαλέσει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στα φυσικά τοπία, τις παραλίες, την ποιότητα του αέρα και των υδάτων, τις υποδομές, την αγορά ακινήτων και γενικότερα στις συνθήκες διαβίωσης των μόνιμων κατοίκων, οδηγώντας έτσι σε οικονομικές ανισότητες και κοινωνικό αποκλεισμό (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2018). Επιπλέον, ο τρόπος διαχείρισης του νερού και της ενέργειας, αλλά και η φροντίδα των πολιτιστικών τοποθεσιών αποτελούν τομείς που πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση.
Το πρόβλημα του υπερτουρισμού
Στις μέρες μας, η αντιμετώπιση του υπερτουρισμού πρέπει να αποτελέσει βασική προτεραιότητα. Οι αρμόδιοι φορείς πρέπει να καταλάβουν ότι υπάρχουν συγκεκριμένα όρια ανάπτυξης και οφείλουν να δώσουν έμφαση στην υλοποίηση ενός βιώσιμου1 τουριστικού μοντέλου, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το πραγματικό οικονομικό όφελος όσο και τις ανάγκες των πολιτών. Πρόκειται όμως για μια πολύ λεπτή γραμμή ισορροπίας!
Βιώσιμη Ανάπτυξη - Sustainable Growth
1 Πολλές φορές «ξεχνάμε» ότι ορός «βιώσιμη ανάπτυξη» περιλαμβάνει, πέραν της οικονομικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, και την κοινωνική βιωσιμότητα!
*Ο κ. Σταματίου είναι Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος.