Επενδυτές χαρτοφυλακίου $2 τρις καλούν 55 εταιρείες σε κλιματική δράση.

25 11 2018 | 11:15

Πριν από την έναρξη της καθοριστικής διάσκεψης για το κλίμα του ΟΗΕ (COP24), μια ομάδα επενδυτών με επικεφαλής το Διοικητικό Συμβούλιο Συντάξεων της Εκκλησίας της Αγγλίας και το εθνικό ταμείο συντάξεων AP7 της Σουηδίας, έστειλε επιστολή σε 55 εταιρείες για να τους καλέσει σε κλιματική δράση.

Οι επενδυτές έχουν στοχεύσει αυτές τις 55 ευρωπαϊκές εταιρείες λόγω των υψηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου με τις οποίες συνδέεται η δραστηριότητα τους και του σημαντικού ρόλου τους στον τομέα της ενέργειας, ανέφερε η ομάδα σε δήλωση που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα 29 Οκτωβρίου.

Κάθε εταιρεία έχει κληθεί να επανεξετάσει τις σχέσεις με βασικούς εμπορικούς οργανισμούς, για να εξασφαλίσει την ευθυγράμμιση της επίσημης θέσης της με την εφαρμογή της συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα.

«Σας ζητούμε να αναθεωρήσετε τις θέσεις που υιοθετούνται από τις οργανώσεις των οποίων είστε μέλος. Αν αυτές οι θέσεις είναι ασυμβίβαστες με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, σας ενθαρρύνουμε να διασφαλίσετε την υιοθέτηση θέσεων που θα είναι σύμφωνες με αυτούς τους στόχους», αναφέρει το γράμμα.

Οι 55 εταιρείες με υψηλές εκπομπές έχουν αξιολογηθεί από την InfluenceMap, μια ΜΚΟ με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, που παρακολουθεί τη δραστηριότητά τους.

Η οργάνωση σημείωσε τις εταιρείες σύμφωνα με τη γενική θέση τους σχετικά με την πολιτική για το κλίμα, την έκταση της επιρροής τους στους υπεύθυνους για τη χάραξη πολιτικής και σχετικά με το αν οι δημόσιες πολιτικές  συμφωνούν με εκείνες των εμπορικών ενώσεων που ενεργούν για λογαριασμό τους.

Ένας από τους τομείς με τις χειρότερες επιδόσεις ήταν ο τομέας των αυτοκινήτων, όπως δείχνει ο κατάλογος βαθμολογίας, ο οποίος περιλαμβάνει τις Fiat, Daimler, BMW, Renault, Volkswagen και Peugeot PSA.

Μεταξύ των εταιρειών χημικών ουσιών, ο κατάλογος κατέταξε τους γερμανικούς γίγαντες Bayer και BASF ως τους πιο δραστήριους στην άσκηση πιέσεων για το κλίμα, ενώ η Siemens και η Danone ήταν οι πιο δραστήριοι στον τομέα των τροφίμων και ποτών.

Μεταξύ των εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου, η BP, η Total και η Royal Dutch Shell είναι οι τρεις πρώτες στον κατάλογο.

Η επιστολή προς τις εταιρείες περιγράφει τρεις βασικούς λόγους για τους οποίους οι δραστηριότητές τους είναι ασυμβίβαστες με την επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού:

  1. Ρυθμιστικοί κίνδυνοι: Η καθυστέρηση στη δράση τώρα είναι πιθανό να οδηγήσει στην ανάγκη για ισχυρότερες και πιο δραστικές ρυθμιστικές παρεμβάσεις αργότερα, οδηγώντας σε πολύ υψηλότερο κόστος για τις εταιρείες.
  2. Συστημικοί οικονομικοί κίνδυνοι: Η καθυστέρηση στην εφαρμογή της συμφωνίας του Παρισιού αυξάνει τους φυσικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, δημιουργεί συστημικό κίνδυνο για την οικονομική σταθερότητα και εισάγει αβεβαιότητα και μεταβλητότητα στα χαρτοφυλάκια των επενδυτών.
  3. Κίνδυνοι για τη φήμη: Οι εταιρείες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν μια αντίδραση από τους καταναλωτές, τους επενδυτές ή άλλους ενδιαφερόμενους, εάν θεωρήσουν ότι αυτοί ή οι οργανισμοί που υποστηρίζουν καθυστερούν ή εμποδίζουν την αποτελεσματική πολιτική για το κλίμα. Αυτό μπορεί επίσης να οδηγήσει σε νομικό κίνδυνο, ιδίως για τις εταιρείες που συνεχίζουν να επενδύουν σε έργα με υψηλές εκπομπές άνθρακα.

Ο Adam Matthews, Διευθυντής Δεοντολογίας και Εμπιστοσύνης, του Pensions Board της Εκκλησίας της Αγγλίας, δήλωσε: «Οι παραπλανητικές και μη ορθολογικές πρακτικές των εταιρικών λόμπυ υπονομεύουν την ικανότητα των κυβερνήσεων να ενεργούν για την κλιματική αλλαγή και να εκπληρώνουν τους στόχους της Συμφωνίας των Παρισίων. Η επιρροή των εμπορικών ενώσεων ασκείται συχνά πίσω από κλειστές πόρτες και μπορεί να είναι βαθιά ύπουλη για τη χάραξη πολιτικής για την κλιματική αλλαγή. Όπως ανέφερε σαφώς η πρόσφατη έκθεση της IPCC, ο χρόνος είναι εναντίον μας. Επομένως, είναι σωστό οι επενδυτές να αμφισβητήσουν τις ευρωπαϊκές εταιρείες με τις υψηλότερες εκπομπές για να εξασφαλίσουν συνέπεια στις πρακτικές άσκησης πίεσης».

Η Stephanie Pfeiffer, Διευθύνων Σύμβουλος της Ομάδας Θεσμικών Επενδυτών για την Κλιματική Αλλαγή (IIGCC), σχολιάζοντας τη δράση των συνταξιοδοτικών ταμείων εξηγεί: «Οι επενδυτές έχουν σαφές ενδιαφέρον για την τήρηση της Συμφωνίας του Παρισιού προς και την μετάβαση σε οικονομία χαμηλού άνθρακα. Οι μέτοχοι δικαιολογημένα αναμένουν από τις εταιρείες στις οποίες επενδύουν να υποστηρίξουν την κλιματική πολιτική που απαιτείται για να συμβεί αυτό. Αυτό περιλαμβάνει τη διασφάλιση ότι οι εμπορικοί φορείς των οποίων είναι μέλη εργάζονται για τον ίδιο σκοπό».

Το IIGCC είναι το ευρωπαϊκό φόρουμ για τη συνεργασία των επενδυτών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής με περισσότερα από 160 μέλη και 21 τρισεκατομμύρια € σε περιουσιακά στοιχεία υπό τη διαχείρισή του.

Της Claire Stam

Πηγή: EURACTIV