Εθνική Απεξάρτηση και Ανθεκτικότητα
Η πανδημία μας δίδαξε την ανάγκη να δημιουργούμε Ανθεκτικές (Resilient) Δημόσιες Υποδομές και Συστήματα Υγείας, καθώς και μηχανισμούς Παραγωγικής Απεξάρτησης, σε βασικά προϊόντα.
Τα €72δις των ευρωπαϊκών κονδυλίων κατανέμονται σε δράσεις πράσινης ανάπτυξης (37%) και ψηφιακού – έξυπνου μετασχηματισμού (20%). Διαμορφώνεται έτσι, μια μοναδική εθνική επιλογή για ενεργειακή και αναπτυξιακή Απεξάρτηση από τρίτες χώρες και ταυτόχρονα για μεγιστοποίηση της εθνικής Ανθεκτικότητας στους πολλαπλούς κινδύνους που αντιμετωπίζει το έθνος: Οικονομικός μαρασμός, συνεχείς επεκτατικές και παράνομες διεκδικήσεις της Τουρκίας, αδύναμη Παραγωγική βάση, Ψηφιακή υστέρηση.
Αντίστοιχες συνθήκες υπάρχουν στην Ε.Ε., που εξαρτάται κατά 60% των εισαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου από Ρωσία και κατά 60% από Κίνα για πρώτες ύλες κατασκευής μπαταριών, ηλεκτρικών αυτοκινήτων, έξυπνων τηλεφώνων κ.α. Το 85% των παγκόσμιων φωτοβολταϊκών panels κατασκευάζονται στην Κίνα, ή από κινεζικές εταιρίες, στη Ν.Α. Ασία.
Όμως, επειδή Γεωστρατηγική Ανεξαρτησία και Ανθεκτικότητα είναι αδύνατη χωρίς ενεργειακή αυτονομία και αυτονομία πρώτων υλών, οι νέες ευρωπαϊκές πολιτικές ανασχεδιάζονται εκ βάθρων.
Στην Ενέργεια, η Ελλάδα δαπανά για κατανάλωση (εισαγόμενων) πετρελαιοειδών και φυσικού αερίου, €5,5δις/χρόνο. Η απόσυρση των λιγνιτών μονάδων ηλεκτρισμού, καθώς και η (σωστή) επέκταση των δικτύων φυσικού αερίου σε Περιφέρειες της χώρας (Δυτ. Μακεδονία, Ανατολ. Μακεδονία και Θράκη, Δυτ. Ελλάδα, Πελοπόννησος), αναμένεται να διπλασιάσει τον όγκο κατανάλωσης, με αποτέλεσμα, η χώρα να δαπανά πάνω από €7δις/χρόνο, για εισαγωγές υδρογονανθράκων. Έτσι, η αξιοποίηση των σημαντικών εθνικών κοιτασμάτων, ιδιαίτερα σε Ιόνιο και νότια Κρήτη, όπου από το 2014 υπάρχουν 12 υπογεγραμμένες συμβάσεις, συνιστά εθνική προτεραιότητα. Ανάλογα λειτουργούν (και θα συνεχίσουν) για δεκαετίες, οι πετρελαιοπαραγωγοί Μεγ. Βρετανία, Ολλανδία, Νορβηγία, Δανία, καθώς και Γερμανία, που διασφάλισε τα 110 δις κυβ μέτρα ρώσικου φυσικού αερίου, μέσω των Nordstream I+II.
Επιπλέον, σχεδιάζεται αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας από 20% στο 35% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας, με παράλληλη ανάπτυξη μονάδων αποθήκευσης, για τις οποίες απαιτείται άμεσα να διαμορφωθεί το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο. Ταυτόχρονα, απαιτούνται βελτιώσεις και ταχύτατη προώθηση του πετυχημένου προγράμματος «Εξοικονομώ κατ’ Οίκον» που σχεδιάσαμε κι εφαρμόσαμε την περίοδο 2011-2014 για 40.000 κατοικίες οικονομικά ασθενέστερων οικογενειών, με τελική εξοικονόμηση ενέργειας €1.700/χρόνο, δηλ. όσο δύο μεσαίες συντάξεις!! Το τρέχον πρόγραμμα συνοδεύεται με δράσεις ανανεώσιμης ενεργειακής αυτονομίας μέσω έξυπνων συστημάτων αποκεντρωμένης αποθήκευσης. Σημειώνω ότι για τα 3.000.000 σπίτια της χώρας, που δεν έχουν ούτε διπλά τζάμια, ούτε θωρακισμένο κέλυφος, πρέπει σε βάθος 20ετιας (το αργότερο), δηλ. 150.000 σπίτια/χρόνο, να θωρακιστούν, ώστε να μειώσουν κατά 35-40% τις ενεργειακές τους δαπάνες.
Στον τομέα του Ψηφιακού Μετασχηματισμού, πρέπει να τεθούν ως κορυφαίες εθνικές προτεραιότητες, τρεις βασικές επιλογές: α) η διαρκώς εντεινόμενη τουρκική προκλητικότητα, που θα συνεχίζεται σε βάθος χρόνου, απαιτεί άμεσα, ταχύτατη ανάπτυξη εθνικής ιδιοκτησίας ισχυρής, έξυπνης και αυτοτελούς αποτρεπτικής αμυντικής πολιτικής ισχύος με βάθος, στηριγμένης στις εξελίξεις της 4ης Βιομηχανικής επανάστασης (drones, έξυπνα βλήματα, κ.α.). Στενή στρατηγική συνεργασία ελληνικών ερευνητικών ιδρυμάτων και βιομηχανίας, με κράτη κοινών συμφερόντων και αναπτυγμένης τεχνογνωσίας (π.χ. Ισραήλ, Σκανδιναβικές χώρες, κ.α.), β) δραστικό μετασχηματισμό του δημοσίου, σε Κράτος Στρατηγείο, με απλούστευση και ψηφιοποίηση όλων των ροών λήψης αποφάσεων και μείωση του λειτουργικού κόστους κατά €1δις/χρόνο, ώστε να στηριχθεί μια υγιής, εξωστρεφής παραγωγική δομή, γ) μετασχηματισμό του πρωτογενούς τομέα σε Ευφυή Γεωργία, με βασική αναπτυξιακή προτεραιότητα και επισιτιστικό μοχλό Ανθεκτικότητας και Απεξάρτησης, με ποιοτική και παραγωγική αναβάθμιση των σημερινών ετήσιων εσόδων των €190/στρέμμα, σε τουλάχιστον €400/στρέμμα, με αξιοποίηση της εμπειρίας της Ολλανδίας (€1.700/στρέμμα) και του Ισραήλ (€1.290/στρέμμα).
*Ο Γιάννης Μανιάτης είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Πειραιά και τέως Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
(Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τα ΝΕΑ, 2-3 Ιανουαρίου 2021)