Η έκθεση εστιάζει στον τομέα των αιολικών στην Ελλάδα και τη Σερβία και δείχνει ότι τα κόστη παραγωγής για τα αιολικά μετά την εφαρμογή αντίστοιχων μέτρων είναι περίπου 20% χαμηλότερα από ότι σε διαφορετική περίπτωση.
Σχετικά με τη χώρα μας, το think tank καταγράφει μια σειρά από εμπόδια για τις επενδύσεις στα αιολικά, τα οποία είναι:
- Το αδειοδοτικό ρίσκο. Η έλλειψη θεσμικής χωρητικότητας με μακρόχρονες περιόδους για την εξασφάλιση αδειών, καθώς και η ασυνεπής νομοθεσία και οι πολυδάπανες διαδικασίες.
- Το ρίσκο σχετικά με το δίκτυο. Οι τεχνικοί περιορισμοί του ελληνικού δικτύου, όπως η έλλειψη μέτρων ενίσχυσης, τα υψηλά επίπεδα συμφόρησης και οι περιορισμοί στη μεταφορά.
- Το ρίσκο στην αγορά. Υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με την επέκταση των αγορών, ιδίως δεδομένων των υποχρεώσεων εξισορρόπησης και των εμποδίων πρόσβασης στην αγορά εξισορρόπησης.
- Ρυθμιστικό/πολιτικό ρίσκο. Υπάρχει ένα αβέβαιο και ασταθές ρυθμιστικό περιβάλλον, καθώς και ασύμβατα βραχυπρόθεσμα πολιτικά συμφέροντα που εναντιώνονται στην ανάγκη μακροπρόθεσμου σχεδιασμού.
- Οικονομικό ρίσκο. Οι ελληνικές τράπεζες τελούν υπό πίεση λόγω της έντονης έκθεσής τους στα 'κακά' δάνεια, πράγμα που έχει οδηγήσει σε έλλειψη κεφαλαίων, υψηλό κεφαλαιακό κόστος. Η αποστροφή των τραπεζών προς το ρίσκο μεταφράζεται σε μια μακρόχρονη διαδικασία εκτίμησης κινδύνου.
- Ρίσκο κοινωνικής αποδοχής. Η κοινωνική και πολιτική αντίσταση με βάση αντιδραστικές νοοτροπίες και ανησυχίες για την βιοποικιλότητα.
- Αναπτυξιακό ρίσκο. Οι τοπικές εταιρείες διαθέτουν περιορισμένους πόρους για να αναπτύξουν επικερδή έργα.
- Ρίσκο αντισυμβαλλόμενου. Οι καθυστερήσεις πληρωμών και η αναδιαμόρφωση υφιστάμενων συμβολαίων επιφέρει οικονομική αβεβαιότητα στους επενδυτές.
Η έκθεση συνεχίζει αναφέροντας συγκεκριμένα στοιχεία για την ελκυστικότητα των αιολικών στην Ελλάδα. Σημειώνει σχετικά ότι τα αιολικά στην χώρα μας είναι ελκυστικά οικονομικά, αλλά τα διάφορα εμπόδια επιφέρουν υψηλά κόστη που μετριάζουν την ταχεία ανάπτυξη της εν λόγω τεχνολογίας. Αναλυτικότερα, τα αιολικά στην Ελλάδα έχουν κόστος CoE 14,5% και CoD 5% με διαρκή πτώση τα τελευταία 2-3 χρόνια.
Όπως προκύπτει από τον παραπάνω πίνακα, τρεις συγκεκριμένοι παράγοντες έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση στο κόστος κεφαλαίου: Πρώτον, το ρίσκο της αγοράς, δεύτερον το ρίσκο κοινωνικής αποδοχής και τρίτον, το οικονομικό/χρηματοδοτικό ρίσκο. Το χάσμα στο κόστος χρηματοδότησης μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας είναι 9,1% και εξ αυτού, το 2,5% αποδίδεται στο οικονομικό ρίσκο και το 6,6% στο πολιτικό ρίσκο. Οι συντάκτες εκτιμούν ότι με την εισαγωγή μέτρων εξειδικευμένων για τη χώρα μας, το κόστος κεφαλαίου μπορεί να περιοριστεί κατά 4,9% και το κόστος που σχετίζεται με το χρέος κατά 1,9%. Ως εκ τούτου, η μείωση του κόστους CoE μπορεί να φτάσει το 2% και του CoD το 0,8%.
Τα μέτρα αυτά μπορούν να εισάγουν ένα χαμηλότερο WACC που με τη σειρά του μειώνει το οριακό κόστος ενέργειας (LCOE) κατά περίπου 20% από τα 5,7 στα 4,6 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Το αποτέλεσμα είναι ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα απέναντι στις συμβατικές μορφές ηλεκτροπαραγωγής.
Ποια είναι όμως συγκεκριμένα τα μέτρα μείωσης του κινδύνου που προτείνει η έκθεση; Συνοψίζονται στον ακόλουθο πίνακα και περιλαμβάνουν βελτιωμένη αδειοδότηση, διμερή συμβόλαια, εκστρατείες ενημέρωσης, καθώς και ένα σταθερό ρυθμιστικό πλαίσιο.
Τέλος, η έκθεση περιλαμβάνει και ένα πίνακα όπου υπολογίζεται στη χώρα μας το LCOE των διαφόρων τεχνολογιών ηλεκτροπαραγωγής σε διαφορετικά επίπεδα κόστους CO2:
energypress
22/10/2019