Σενάρια για το αν «βγαίνουν» οι «πράσινοι» στόχοι με υψηλές τιμές καυσίμων και CO2 τρέχει η Κομισιόν – Το συμπέρασμα είναι «πιό γρήγορα ΑΠΕ»

Να τρέξει σενάρια για τη δυνατότητα επίτευξης των φιλόδοξων «πράσινων» στόχων που έχει θέσει η Ε.Ε., στην περίπτωση που διατηρηθούν υψηλά οι τιμές φυσικού αερίου, πετρελαίου και CO2 το 2021 και 2022, ανέθεσε στο εργαστήριο E3Modelling του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου η Κομισιόν.

Στα μοντέλα του συγκεκριμένου εργαστηρίου, άλλωστε, στηρίχτηκαν οι περισσότερες από τις δώδεκα νομοθετικές προτάσεις που εισηγήθηκε η Κομισιόν στο πλαίσιο του Fit-for-55.

Σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, τα πρώτα συμπεράσματα που προκύπτουν από το «τρέξιμο» σεναρίων, με βάση τα μοντέλα του ΕΜΠ, είναι ότι η όσο το δυνατό γρηγορότερη διείσδυση των ΑΠΕ όχι μόνον δεν θα αποτελέσει πρόβλημα υπό τις ειδικές συνθήκες πίεσης λόγω των υψηλών τιμών καυσίμων και ρύπων, αλλά αντίθετα θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για εξισορρόπηση της κατάστασης.

Όπως αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του ο καθηγητής ενεργειακής οικονομίας του ΕΜΠ Παντελής Κάπρος, η θετική απάντηση στην αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου είναι η επιτάχυνση των ΑΠΕ και η πλήρης ένταξή τους στην ιδιωτική αγορά ως βάση της προμήθειας ενέργειας προς τους πελάτες. Δυστυχώς αυτό δεν γίνεται άμεσα, αυτόν τον χειμώνα, αλλά θα αποδώσει σε 2-3 χρόνια.

Σύμφωνα με τον καθηγητή, η μετάβαση προς τις ΑΠΕ και τις νέες τεχνολογίες δεν αναμένεται να επιβαρύνει τους καταναλωτές, γιατί οι ΑΠΕ είναι μακράν ο φθηνότερος τρόπος παραγωγής ενέργειας. Όμως η οργάνωση των αγορών και το ρυθμιστικό πλαίσιο δεν έχουν φθάσει ακόμα στην ωριμότητα εκείνη όπου οι τιμές καταναλωτή να αντανακλούν απευθείας το χαμηλό κόστος των ΑΠΕ.

Αυτό θα γίνει όταν οι ιδιωτικές συμβάσεις των πωλητών ενέργειας στηρίζονται απευθείας σε χαρτοφυλάκια αγοράς ενέργειας από ΑΠΕ στα οποία το φυσικό αέριο και τεχνολογίες αποθήκευσης θα έχουν συμπληρωματικό και όχι καθοριστικό ρόλο στο κόστος.

Μηχανισμός προστασίας

Ο κ. Κάπρος υποστηρίζει πάντως τη δημιουργία μηχανισμού προστασίας των καταναλωτών κατά τη μεταβατική περίοδο. Συγκεκριμένα αναφέρει:

«Όπως θα έκανε και κάθε ορθολογική επιχείρηση, η μετάβαση, η οποία καθοδηγείται από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, και επομένως πρέπει να αποδοθεί στην ευθύνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής, έπρεπε να είχε περιλάβει μηχανισμό προστασίας των καταναλωτών από τυχόν απρόβλεπτες διακυμάνσεις των τιμών του φυσικού αερίου ιδίως κατά τον βραχυχρόνιο ορίζοντα που περιλαμβάνει αύξηση της εξάρτησης από το φυσικό αέριο. Ο μηχανισμός προστασίας, βασιζόμενος στα τεράστια έσοδα του ETS, θα έπρεπε να είναι σε ετοιμότητα να επιδοτήσει τις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού αντισταθμίζοντας τις υπέρογκες αυξήσεις και να ανακτήσει το κόστος σε μεγάλο βάθος χρόνου. Με τον τρόπο αυτό, η πολιτική διαχείριση της μετάβασης θα ήταν ασφαλής και θα τύγχανε σταθερότερης κοινωνικής συναίνεσης».

Σύμφωνα με τον καθηγητή «υπάρχει ακόμα λίγος χρόνος να τεθεί σε λειτουργία μόνιμος μηχανισμός αντιστάθμισης της αύξησης των τιμών (Hedging Fund) από την Ευρωπαϊκή Ένωση και σε αυτό αποσκοπεί η πρόταση που κατατέθηκε από την Ελλάδα και λειτουργεί παράλληλα με αντίστοιχες προτάσεις και πιέσεις που έχουν εκδηλώσει πολλές χώρες ενόψει των συνεδριάσεων του Συμβουλίου.

Ήδη η Ελληνική Κυβέρνηση προωθεί εφαρμογή της αντιστάθμισης των τιμών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέτρεψε τις χώρες-μέλη να χρησιμοποιήσουν τα έσοδα από το ETS για αντιστάθμιση τιμών, ενώ παρόμοια μέτρα ανακοινώθηκαν ήδη από αρκετές Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις. Υπάρχει επομένως προσδοκία να προληφθεί η επέκταση της κρίσης και να αποσοβηθούν οι συνέπειές της για την ενεργειακή μετάβαση».

 

 

5 Oκτωβρίου 2021

energypress