«Τυφλό σημείο» για την ΕΕ οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα στα Δυτικά Βαλκάνια

Η ΕΕ πρέπει να εντείνει τη δράση της για να «πιέσει» τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων να μειώσουν τη ρύπανση και να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις εκπομπών αερίων, γράφουν οι ευρωβουλευτές Πέτρος Κόκκαλης και Viola von Cramon-Taubadel. Προτείνουν επίσης μέσα για την επίτευξη αυτού του στόχου.

Την έκκλησή τους συνυπογράφουν οι ευρωβουλευτές Alviina Alametsä, Κωνσταντίνος Αρβανίτης, Andrea Caroppo, Anna Cavazzini, Ciarán Cuffe, Rosa D’Amato, Gwendoline Delbos-Corfield, Anna Deparnay-Gruneberg, Cornelia Ernst, Eleonora Evi, Tanja Fajon, Daniel Freund, Αλέξης Γεωργούλης, Sven Giegold, Niyazi Kızılyürek, Έλενα Κουντουρά, Grace O’Sullivan, Δημήτρης Παπαδάκης, Δημήτριος Παπαδημούλης, Tonino Picula, Andreas Schieder, Yenbou Salima, Jordi Solé, Μαρία Σπυράκη, Marie Toussaint, Bettina Vollath, Thomas Waitz και Mick Wallace.

Καθώς ο απόηχος της COP26 στη Γλασκώβη ξεθωριάζει, ορισμένες από τις υποψήφιες χώρες της ΕΕ αδυνατούν να συμμορφωθούν με τα πρότυπα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα- πόσο μάλλον να κόψουν το νήμα στην ηλεκτροπαραγωγή από άνθρακα και να ξεκινήσουν μια πορεία απεξάρτησης από αυτόν. Οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα στα Δυτικά Βαλκάνια αποτελούν το «τυφλό σημείο» της ΕΕ.

Οι πέντε χώρες των Δυτικών Βαλκανίων που βασίζουν την παραγωγή τους για ηλεκτρική ενέργεια στον άνθρακα μπορεί να μην κατατάσσονται ψηλά στις παγκόσμιες εκπομπές CO2. Ωστόσο, όταν πρόκειται για την ατμοσφαιρική ρύπανση και τις επιπτώσεις της στην ίδια την περιοχή και την ΕΕ, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Το 2020, 18 σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα στα Δυτικά Βαλκάνια εξέπεμψαν 2,5 φορές περισσότερο διοξείδιο του θείου από ό,τι ολόκληρος ο στόλος των 221 σταθμών της ΕΕ.

Τουλάχιστον 19.000 θάνατοι εκτιμάται ότι οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση από σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα στα Δυτικά Βαλκάνια μεταξύ 2018-2020, και 12.000 από αυτούς οφείλονται σε παραβιάσεις της οδηγίας για τις μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης. Η εν λόγω νομοθεσία έχει ήδη αντικατασταθεί δύο φορές στην ΕΕ για την επιβολή αυστηρότερων ορίων, αλλά τέθηκε σε ισχύ στα Δυτικά Βαλκάνια μόλις το 2018. Οι μονάδες άνθρακα που συμμορφώνονται με την συγκεκριμένη οδηγία εξακολουθούν να συμβάλουν στην επιδείνωση της κατάστασης και της υγείας των πολιτών, όμως εκείνες που δεν συμμορφώνονται, αυξάνουν άσκοπα τους δείκτες ασθενειών και πρόωρων θανάτων που οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση.

Περισσότεροι από τους μισούς από τους αποτρέψιμους αυτούς θανάτους καταγράφηκαν στην ΕΕ, η οποία εισάγει το 8% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από αυτές τις βαριά ρυπογόνες μονάδες. Οι χώρες της ΕΕ που επλήγησαν περισσότερο ήταν η Ιταλία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία, η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Κροατία. Έτσι, η ΕΕ αφενός επωφελείται από τη φθηνή ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τα εργοστάσια, αφετέρου πληρώνει σημαντικό κόστος για την υγεία.

Οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ από τα Δυτικά Βαλκάνια αποτελούν ένα ελάχιστο 0,3% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ. Παρόλα αυτά, η ρύπανση SO2 που σχετίζεται με αυτές τις εισαγωγές είναι το ήμισυ των συνολικών εκπομπών SO2 από όλους τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ το 2020. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στα Δυτικά Βαλκάνια είναι περίπου 300 φορές μεγαλύτερης εντάσεως σε SO2 από ό,τι στην ΕΕ.

Το γεγονός ότι οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων θα έπρεπε να έχουν προετοιμαστεί για την εφαρμογή της παραπάνω οδηγίας από το 2005, όταν προσχώρησαν στη Συνθήκη για την Ενεργειακή Κοινότητα, είναι ένα πράγμα, αλλά το ότι η ΕΕ αναλαμβάνει ελάχιστα μέτρα για να αποθαρρύνει μια τέτοια κατάφωρη μη συμμόρφωση είναι πραγματικά επείγον ζήτημα – μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον.

Ως εκπρόσωποι των πολιτών της ΕΕ, πιστεύουμε ότι η ΕΕ πρέπει να εντείνει τη δράση της και να επιμείνει απέναντι στις χώρες να μειώσουν τη ρύπανση και να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις εκπομπών. Ο υφιστάμενος μηχανισμός επίλυσης διαφορών της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα δεν είναι σε καμία περίπτωση αρκετά ισχυρό εργαλείο για να συμμορφωθούν οι χώρες.

Το 2020 ήταν το τρίτο έτος παραβιάσεων στη σειρά. Οι χώρες γνωρίζουν ότι δεν θα υποστούν αναλογικές και αποτρεπτικές συνέπειες, όπως οι οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες στην ΕΕ έχουν αποδεδειγμένα αποδώσει. Ως εκ τούτου, η ενίσχυση της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα είναι υψίστης σημασίας. Έχει αποδειχθεί κρίσιμο μέσο για την προώθηση της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ στον τομέα της ενέργειας στα συμβαλλόμενα μέρη, και πρόσφατα απευθυνθήκαμε εγγράφως στον Επίτροπο της ΕΕ για την Ενέργεια για να παροτρύνουμε την ενίσχυση της εφαρμογής της.

Η αποτυχία να μειωθεί το χάσμα στον έλεγχο της ρύπανσης και στους συνολικούς κλιματικούς στόχους μεταξύ της ΕΕ και των άμεσων γειτόνων της ενέχει τον κίνδυνο να αλλοιωθεί η φιλοδοξία και τελικά η αξιοπιστία της Ένωσης, κάτι που πρέπει να αποφύγουμε.

Από Petros Kokkalis and Viola von Cramon-Taubadel | Euractiv Greece

Όλες οι απόψεις σε αυτή τη στήλη αντικατοπτρίζουν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του δικτύου EURACTIV Media.

1