Στην έδρα του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας η Α. Σδούκου για τις επιπτώσεις της κρίσης στην ενεργειακή μετάβαση – Κοινή οργάνωση από ΕΚΤ, ΙΕΑ και ΕΤΕπ
Με έντονο ελληνικό ενδιαφέρον αρχίζει σήμερα στην έδρα του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας στο Παρίσι, το συνέδριο υψηλού επιπέδου που διοργανώνουν η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ , ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων Βέρνερ Χόγιερ και ο Εκτελεστικός Διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας Φατίχ Μπιρόλ.
Το συνέδριο θα ασχοληθεί με τις επιπτώσεις της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης στη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια στην Ευρώπη. Οι εκπρόσωποι θα αντιμετωπίσουν μια σειρά θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της κινητοποίησης κεφαλαίων του ιδιωτικού τομέα για την επιτάχυνση νέων επενδύσεων και την τοποθέτηση της Ευρώπης σε ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό παγκόσμιο τοπίο για την παραγωγή καθαρής τεχνολογίας. Ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών και των εποπτικών αρχών στη διαχείριση του κινδύνου που σχετίζεται με τη μετάβαση θα είναι επίσης υψηλα στην ημερήσια διάταξη.
Από πλευράς της Ελλάδας στο συνέδριο θα συμμετάσχει η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργεις, κ. Αλεξάνδρα Σδούκου, ο διευθύνων σύμβουλος της Hydrogen Europe, Γιώργος Χατζημαρκάκης και ο CFO της Mytilineos Γιάννης Καλαφατάς.
Η δύσκολη συγκυρία
Το συνέδριο αυτό πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για την Ευρώπη, η οποία προσπαθεί να επιλύσει μια ενεργειακή εξίσωση με τρεις πολύ δύσκολες μεταβλητές: απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, με παράλληλη προώθηση της πράσινης ατζέντας, και διατήρηση των τιμών σε επίπεδα που δεν επιβαρύνουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Ήδη τις τελευταίες ημέρες οι τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου έχουν ενισχυθεί σημαντικά ενισχύοντας τις ανησυχίες για την χειμερινή περίοδο, η οποία παραδοσιακά ξεκινά στην Ευρώπη στις αρχές του Οκτωβρίου.
Παρότι η κρίση απέδειξε ότι η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα μπορεί να εκτοξεύσει τις τιμές ενέργειας, ακόμη αρκετοί υποστηρίζουν την χρήση τους. Πώς ερμηνεύεται αυτό το παράδοξο; Μια πιθανή απάντηση είναι ότι σε πολλές χώρες οι υψηλές επιδοτήσεις των κυβερνήσεων στους λογαριασμούς ενέργειας συσκότισαν το πρόβλημα και εμπόδισαν τους καταναλωτές να αντιληφθούν τη ραγδαία άνοδο των τιμών των ορυκτών καυσίμων.
Επίσης, ενόψει των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πολλών εθνικών εκλογών το 2024, οι ευρωπαίοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι η διατήρηση της πράσινης μετάβασης είναι προς το συμφέρον τους σε μια εποχή που πολλοί ανησυχούν για το αυξανόμενο κόστος ζωής.
Οι προκλήσεις
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του συνεδρίου η ανάκαμψη από την πανδημία του Covid-19 και η απάντηση στην παγκόσμια ενεργειακή κρίση οδηγούν σε μια πρωτοφανή ανάπτυξη στις επενδύσεις καθαρής ενέργειας.
Το 2023, αναμένεται να διαπανηθούν 1,7 τρισ. ευρω αναμένεται να δαπανηθούν για έργα καθαρής ενέργειας παγκοσμίως. Επισημαίνεται επίσης ότι οι επενδύσεις καθαρής ενέργειας – όπως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας – έχουν αυξηθεί με ενισχυμένη υποστήριξη πολιτικής, όπως μέσω του νόμου για την μείωση του πληθωρισμού των ΗΠΑ, το πακέτο Fit-for-55 της ΕΕ και το REPowerEU.
Ωστόσο, οι προκλήσεις δεν παύουν να υπάρχουν για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα: υψηλές τιμές ενέργειας, ισχυρές βιομηχανικές πολιτικές σε άλλες προηγμένες οικονομίες και σημαντική συγκέντρωση κρίσιμων τμημάτων της αλυσίδας εφοδιασμού καθαρής ενέργειας.
Η επίτευξη μιας τακτικής μετάβασης στην καθαρή ενέργεια στην Ευρώπη θα στηριχτεί πρωτίστως στην εφαρμογή μιας σειράς φιλόδοξων πολιτικών για την κλιματική αλλαγή που συμπληρώνονται με την απαραίτητη χρηματοδότηση.
Σημαντικές επενδύσεις
Προκιεμένου να ευθυγραμμιστεί με τις Καθαρές Μηδενικές Εκπομπές του ΔΟΕ έως το 2050, η ετήσια επένδυση καθαρής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ανέρχεται σε 530 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο έως το 2030, από 330 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022.
Οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα θα αποτελέσουν κρίσιμο στοιχείο για την επίτευξη καθαρών μηδενικών στόχων στην Ευρώπη και παγκοσμίως.
Ζωτικής σημασίας θεωρούνται τα προγράμματα ευνοϊκής και μικτής χρηματοδότησης από πολυμερείς αναπτυξιακές τράπεζες όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ).