Κλιματική αλλαγή και υγεία στην Ελλάδα

Το κύμα καύσωνα του 2022 προκάλεσε περισσότερους από 60.000 θανάτους στη Δυτική Ευρώπη και περίπου 3.000 στην Ελλάδα. Ο δείκτης θνησιμότητας του ελληνικού πληθυσμού (παίρνοντας υπόψη το μέγεθος και τη δομή των πληθυσμών της Ευρώπης) ήταν από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Επιπλέον, οι καύσωνες ασκούν σημαντική πίεση στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και στις υποδομές, επιδεινώνοντας περαιτέρω τους κινδύνους για αυτούς που βρίσκονται σε κίνδυνο

Η κλιματική αλλαγή είναι μια υπαρξιακή πρόκληση που επηρεάζει τα παγκόσμια οικοσυστήματα και την ανθρώπινη υγεία. Μεταξύ των πολλαπλών επιπτώσεών της, η αύξηση της θερμοκρασίας, οι καύσωνες και οι πυρκαγιές ξεχωρίζουν για τις άμεσες και μακροπρόθεσμες συνέπειές τους στην υγεία. Η κατανόηση αυτών των επιδράσεων είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών προσαρμογής και περιορισμού της κλιματικής αλλαγής και για την προστασία της δημόσιας υγείας σε έναν ολοένα θερμότερο κόσμο.

 

Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία αφορούν κυρίως: α) Θερμοκρασία και κύματα καύσωνα, β) Ακραία κλιματικά φαινόμενα: ξηρασία, λειψυδρία, πλημμύρες και πυρκαγιές, γ) Ατμοσφαιρική ρύπανση και άλλους ρύπους, δ) Διατροφή/ασφάλεια τροφίμων, ε) Μολυσματικούς παράγοντες.

Οι θάνατοι που σχετίζονται με τη ζέστη εκτιμάται ότι έχουν αυξηθεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, με μέση αύξηση 17,2 θανάτων ανά 100.000 κατοίκους μεταξύ των περιόδων του 2003-2012 και 2013-2022 (van Daalen και συν., 2024). Τόσο οι υψηλές όσο και οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες σχετίζονται με την αύξηση της θνησιμότητας. Την τελευταία δεκαετία, η αύξηση της θνησιμότητας από τις υψηλές θερμοκρασίες έχει υπερκεράσει την πρόληψη από τη μείωση των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών. Οι υψηλές θερμοκρασίες επιδεινώνουν τις καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις, ιδιαίτερα στους ευάλωτους πληθυσμούς όπως οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά και όσοι έχουν προϋπάρχουσες ιατρικές καταστάσεις. Εμμεσα, οι αυξημένες θερμοκρασίες μπορούν να αλλάξουν τη διανομή των λοιμωδών νόσων που μεταδίδονται από φορείς, οδηγώντας σε μεγαλύτερη επίπτωση νόσων όπως ο ιός του Δυτικού Νείλου και ο δάγκειος πυρετός.

Ενα άλλο παράδειγμα έμμεσης αλλά σημαντικής επίδρασης σχετίζεται με την αύξηση του αριθμού θερμών ημερών και των θερμών ωρών κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αποτέλεσμα αυτού είναι η μείωση της σωματικής δραστηριότητας λόγω του κινδύνου θερμικού στρες και, έμμεσα, η αύξηση του κινδύνου πολλών χρονίων νοσημάτων, καθώς η φυσική άσκηση είναι ένας εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας προαγωγής της ανθρώπινης υγείας.

Το κύμα καύσωνα του 2022 προκάλεσε περισσότερους από 60.000 θανάτους στη Δυτική Ευρώπη και περίπου 3.000 στην Ελλάδα (Ballester και συν., 2024). Ο δείκτης θνησιμότητας του ελληνικού πληθυσμού (παίρνοντας υπόψη το μέγεθος και τη δομή των πληθυσμών της Ευρώπης) ήταν από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Επιπλέον, οι καύσωνες ασκούν σημαντική πίεση στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και στις υποδομές, επιδεινώνοντας περαιτέρω τους κινδύνους για αυτούς που βρίσκονται ήδη σε κίνδυνο. Οι ευάλωτες ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά, οι υπαίθριοι εργάτες και όσοι πάσχουν από χρόνιες ασθένειες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις επιπτώσεις των καυσώνων. Επιπλέον, οι αστικές περιοχές, λόγω του φαινομένου της θερμικής νησίδας, αντιμετωπίζουν υψηλότερες θερμοκρασίες από τις αγροτικές περιοχές, επιδεινώνοντας τους κινδύνους για την υγεία των κατοίκων των πόλεων. Για να μετριαστούν αυτές οι επιπτώσεις, οι πρωτοβουλίες δημόσιας υγείας πρέπει να επικεντρωθούν σε συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, κοινοτικής ενημέρωσης και εξασφάλισης πρόσβασης σε κέντρα ψύξης και ενυδάτωσης.

 

Οι πυρκαγιές είναι μια άλλη κρίσιμη συνέπεια της αύξησης των παγκόσμιων θερμοκρασιών και των μεταβαλλόμενων βροχοπτώσεων. Καθώς οι συνθήκες γίνονται θερμότερες και ξηρότερες, η συχνότητα και η σοβαρότητα των πυρκαγιών αυξάνονται, όπως τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί με τις μεγάλες πυρκαγιές στην Αττική, την Εύβοια και στον Εβρο, θέτοντας σημαντικούς κινδύνους για την υγεία. Ο άμεσος κίνδυνος από τις πυρκαγιές περιλαμβάνει εγκαύματα και τραυματισμούς, αλλά σε σχετικά οργανωμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, αυτά τα θύματα είναι ευτυχώς λίγα.

Οι βασικές επιδράσεις στην υγεία είναι, ωστόσο, έμμεσες και μακροπρόθεσμες. Οι πυρκαγιές απελευθερώνουν τεράστιες ποσότητες καπνού και σωματιδίων στην ατμόσφαιρα, υποβαθμίζοντας σοβαρά την ποιότητα του αέρα ακόμα και σε απομακρυσμένες κοινότητες. Η έκθεση στον καπνό των πυρκαγιών μπορεί να προκαλέσει αναπνευστικά προβλήματα, όπως άσθμα, βρογχίτιδα και μειωμένη λειτουργία των πνευμόνων, καθώς και να επιδεινώσει προϋπάρχουσες καρδιακές και πνευμονικές παθήσεις. Εκτιμήσεις στην Καλιφόρνια από το 2008 έως το 2018 υπολογίζουν ότι ο καπνός από τις πυρκαγιές σχετίζεται με μια αύξηση 52.000 πρόωρων θανάτων (Connolly και συν., 2024). Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν έχουμε αντίστοιχες εκτιμήσεις. Το ψυχικό κόστος είναι επίσης σημαντικό, με τα άτομα που πλήττονται να βιώνουν τραύμα, άγχος και κατάθλιψη πολύ καιρό μετά την κατάσβεση των πυρκαγιών. Οι προσπάθειες για την πρόληψη και τη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών, όσο σημαντικές κι αν είναι, δεν θα είναι αρκετές για την αποφυγή τέτοιων φαινομένων. Ωστόσο, υπάρχουν υγειονομικά και κοινωνικά μέτρα που μπορούν να ληφθούν για να προσαρμοστούμε σε αυτή τη νέα πραγματικότητα και να προστατεύσουμε τον ελληνικό πληθυσμό από τον καπνό και τις μακροπρόθεσμες συνέπειες.

Ο πλανήτης αντιμετωπίζει μια παγκόσμια κρίση νερού και η Ελλάδα (όπως όλη η Μεσόγειος) βρίσκεται ανάμεσα στις περιοχές υψηλού κινδύνου. Οι ξηρασίες είναι ένα από τα ακραία καιρικά φαινόμενα που θα είναι πιο συχνά και πιο έντονα λόγω ανθρωπογενών επιδράσεων. Η έρευνα για την κατανόηση των επιπτώσεων της ξηρασίας και λειψυδρίας στην υγεία και στην παροχή λύσεων είναι περιορισμένη. Οι επιδράσεις στην ανθρώπινη υγεία μπορεί να είναι άμεσες και έμμεσες μέσα από διαφορετικά μονοπάτια, για παράδειγμα επηρεάζοντας την ποιότητα του πόσιμου νερού, την επισιτιστική ανασφάλεια, την ποιότητα του αέρα και την αύξηση της έκθεσης σε αλλεργιογόνα, και κοινωνικο-οικονομικές επιδράσεις. Σε χώρες όπως η Ελλάδα υπάρχουν δυνατότητες χάραξης πολιτικών στρατηγικής προσαρμογής και περιορισμού σε επίπεδο υποδομών και επίδραση στην κοινωνία μέσω του αστικού κύκλου του νερού.

Οι πολιτικές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή για την προστασία της υγείας περιλαμβάνουν πολλαπλά μέτρα, όπως την ανάπτυξη συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για ακραία καιρικά φαινόμενα και αντίστοιχων συστημάτων για την αντιμετώπιση νέων λοιμωδών ασθενειών, τη βελτίωση των αστικών υποδομών για τη μείωση του φαινομένου της θερμικής νησίδας με την προαγωγή, για παράδειγμα, χώρων πρασίνου, την ενίσχυση των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης και πολλά άλλα. Για μια αποτελεσματική απάντηση είναι απαραίτητη η εκπαίδευση, ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση του πληθυσμού για την προετοιμασία για κινδύνους από την κλιματική αλλαγή. Η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα μακρινό σενάριο και οι επιπτώσεις στην υγεία του ελληνικού πληθυσμού είναι φανερές και σημαντικές. Τα μέτρα πρόληψης που πρέπει να πάρουμε είναι επίσης φανερά και σημαντικά.

 

Βιβλιογραφία

● Connolly R, Marlier ME, Garcia-Gonzales DA, et al. Mortality attributable to PM2.5 from wildland fires in California from 2008 to 2018. Sci Adv. 2024 Jun 7;10(23):eadl1252. doi: 10.1126/sciadv.adl1252. Epub 2024 Jun 7. PMID: 38848356
● Ballester J, Quijal-Zamorano M, Méndez Turrubiates RF, et al. Heat-related mortality in Europe during the summer of 2022. Nat Med. 2023 Jul;29(7):1857-1866. doi: 10.1038/s41591-023-02419-z. Epub 2023 Jul 10. PMID: 37429922
● van Daalen KR, Tonne C, Semenza JC, et al. The 2024 Europe report of the Lancet Countdown on health and climate change: unprecedented warming demands unprecedented action. Lancet Public Health. 2024 Jul;9(7):e495-e522. doi: 10.1016/S2468-2667(24)00055-0. Epub 2024 May 12. PMID: 38749451

Μανόλης Κογεβίνας: Καθηγητής, επιδημιολόγος ερευνητής, ISGlobal (Κέντρο Διεθνούς Υγείας, Βαρκελώνη)
manolis.kogevinas@isglobal.org @KogevinasM

 

Η «Εφ.Συν.» δίνει το βήμα της σε έξι σημαντικούς επιστήμονες και ειδικούς που ακτινογραφούν βασικές διαστάσεις της κλιματικής κρίσης. Τις προηγούμενες μέρες έγραψαν ο μετεωρολόγος-διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος, ο πυρομετεωρολόγος Θοδωρής Μ. Γιάνναρος, ο Δ. Τσέκερης, ενεργειακός μηχανολόγος μηχανικός, αναλυτής Ενεργειακών Σεναρίων και ο Σεβαστιανός Μοιρασγεντής, διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών σε θέματα πολιτικών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Αύριο ο οικονομολόγος Πέτρος Λινάρδος-Ρυλμόν.

g