Δίκαιη μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή: ώρα ευθύνης για την ΕΕ.
Η μετάβαση από το βρόμικο κάρβουνο σε παραγωγή ενέργειας από καθαρές πηγές είναι πλέον δεδομένη. Τόσο οι πρόσφατες αλλαγές στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία όσο και η εντυπωσιακή πρόοδος στις τεχνολογίες ΑΠΕ και αποθήκευσης ενέργειας έχουν μεταθέσει τη λογική της ερώτησης από το «αν» στο «πότε» θα απεξαρτηθούμε από το κάρβουνο.
Βασικό ζητούμενο που γεννάται όμως, είναι κατά πόσο αυτή η μετάβαση θα πραγματοποιηθεί ομαλά και θα είναι κοινωνικά δίκαιη για όλους. Οι περιφέρειες που για δεκαετίες τροφοδότησαν με κάρβουνο την ανάπτυξη της ΕΕ, θα βρεθούν σε αδιέξοδο αν δεν δοθεί απάντηση στο ερώτημα, που θέτει εδώ και χρόνια η κοινωνία των πολιτών και οι εργαζόμενοι στη λιγνιτική βιομηχανία.
Δουλεύοντας να εξασφαλίσουμε μια δίκαιη για όλους μετάβαση σε ένα καθαρό ενεργειακό μοντέλο πραγματοποιήσαμε σειρά συναντήσεων στις Βρυξέλλες στο πλαίσιο του προγράμματος που συμμετέχει το WWF Ελλάς. Στο πλαίσιο αυτό συναντηθήκαμε με Έλληνες ευρωβουλευτές, στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Μόνιμης Ελληνικής Αντιπροσωπείας, ενώ την Πέμπτη 21/06 συνδιοργανώσαμε με την ομάδα των προοδευτικών Ευρωβουλευτών GLOBE ημερίδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη δίκαιη μετάβαση.
Κεντρική θέση στις συζητήσεις είχε η αμφιθυμία της ΕΕ να χαράξει και υλοποιήσει αποτελεσματικές πολιτικές για τη μετάβαση των περιφερειών της από την εξόρυξη και καύση ορυκτών καυσίμων σε εναλλακτικές οικονομικές δραστηριότητες που θα ανακόψουν την καλπάζουσα ανεργία και την οικονομική κατάρρευσή τους. Από τη μια προωθεί όλο και πιο φιλόδοξους στόχους στο πλαίσιο της υλοποίησης της Συμφωνίας του Παρισιού , και από την άλλη, αδυνατεί να εξασφαλίσει τους απαραίτητους πόρους για την αληθινή στροφή των τοπικών οικονομιών σε βιώσιμη κατεύθυνση.
Παρά τις όποιες διαφωνίες σχεδόν το σύνολο των ομιλητών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εγκατάλειψη του κάρβουνου είναι θέμα χρόνου και δεν συνάδει προφανώς με επενδύσεις σε νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από καύση ορυκτών καυσίμων. Συμφωνία υπήρξε επίσης στην καταγραφή της κοινής αγωνίας πολλών ομιλητών αναφορικά με τη λειτουργία της Πλατφόρμας των ανθρακοφόρων περιοχών υπό μετάβαση (Coal Regions in Transition Platform) και το βαθμό συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών και των εργαζομένων στη διαδικασία αυτή.[1] Για να είναι δίκαιη η μετάβαση η διαδικασία πρέπει να εξασφαλίζει τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων. Μόνο αν εξασφαλιστεί η παρουσία των τοπικών κοινωνιών, των συνδικαλιστικών ενώσεων, της τοπικής αυτοδιοίκησης και φορέων της κοινωνίας των πολιτών η δίκαιη μετάβαση μπορεί να γίνει κτήμα όλων και τελικά να υλοποιηθεί απρόσκοπτα.
Αν η ΕE δείξει την απαραίτητη πολιτική βούληση μπορεί να κατευθύνει τα κράτη-μέλη. Μπροστά της έχει τρεις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει:
Πρώτον, να αντισταθεί σθεναρά στις πιέσεις από το λόμπυ του κάρβουνου και να σταματήσει κάθε συζήτηση για τεχνολογίες «καθαρού» άνθρακα που θα στερήσουν πολύτιμους ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους από την υπόθεση της πραγματικής μετάβασης σε οικονομικές δραστηριότητες
Δεύτερον, η πλατφόρμα για τις ανθρακοφόρες περιοχές υπό μετάβαση θα πρέπει να ξεφύγει από τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και να μετεξελιχθεί από ένα κλειστό φόρουμ ανταλλαγής απόψεων και πρακτικών σε ένα φόρουμ που θα εξασφαλίζει τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων.
Τρίτον, να συμμετάσχει δυναμικά στη διαπραγμάτευση για το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο της ΕΕ (Multiannual Financial Framework) με στόχο την εξασφάλιση των χρηματοδοτικών πόρων που απαιτούνται για τον μετασχηματισμό των 42 περιφερειακών οικονομιών στην ΕΕ, που ως τώρα στηρίζονταν στο κάρβουνο. Η ένταξη της δίκαιης μετάβασης ως μια από τις προτεραιότητες στην Πολιτική Συνοχής και ως άξονας χρηματοδότησης στα Επιχειρησιακά Προγράμματα είναι εφικτή και θα αποδώσει πολλαπλασιαστικά οφέλη για τις ανθρακοφόρες/λιγνιτικές περιοχές.
Η δίκαιη μετάβαση δεν αφορά μόνο την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Αφορά το μέλλον χιλιάδων εργαζομένων στα ορυχεία και στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, τις οικογένειές τους και το μέλλον δεκάδων περιφερειών με εκατομμύρια πολίτες που προς το παρόν αγωνιούν και αισθάνονται μετέωροι για το μέλλον τους. Η ΕΕ έχει την ηθική υποχρέωση να κάνει βήμα εμπρός και να δείξει το δρόμο σε ένα μέλλον με καθαρή ενέργεια, βιώσιμη ανάπτυξη και περισσότερες και καλύτερες δουλειές για όλους.
[1] Παρά το γεγονός ότι η πρωτοβουλία έτυχε αρχικά θετικής αποδοχής ως προς τις προθέσεις της, αντιμετώπισε δριμεία κριτική στη συνέχεια, καθώς δεν διακρίνεται από συγκεκριμένη στοχοθέτηση, είναι ιδιαίτερα αδιαφανής και, κυρίως, συμπεριλαμβάνει στις μέχρι τώρα εργασίες της τη θεματική των «προηγμένων τεχνολογιών» (advanced technologies) στις οποίες εμπίπτουν τεχνολογίες που διαιωνίζουν τη χρήση του κάρβουνου. Υπάρχει επομένως ο κίνδυνος να σπαταληθούν πολύτιμοι οικονομικοί πόροι σε αποδεδειγμένα αποτυχημένες και πανάκριβες τεχνολογίες «καθαρού» άνθρακα.
Σταύρος Μαυρογένης