Η καταστολή δασικών πυρκαγιών, σε σχέση με την πρόληψη, έχει ένα τεράστιο οικονομικό κόστος.

03 11 2020 | 13:22

H αντιπυρική περίοδος του 2020 έκλεισε με μία σχετικά ήπια εικόνα όσον αφορά στις καμένες εκτάσεις, καθώς οι καιρικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές και ο κατασταλτικός μηχανισμός έκανε τη δουλειά του. Όμως μία πυρκαγιά δεν είναι μόνο δασοπυρόσβεση, αλλά και ένα οικονομικό μέγεθος. Είναι ώρα να δούμε το οικονομικό κόστος που έχει η αντιμετώπιση των πυρκαγιών μόνο με μεθόδους καταστολής και πώς η επένδυση στην πρόληψη θα έχει μακροχρόνια επιχειρησιακά και οικονομικά οφέλη.   

Ειδικότερα, περίπου 167.000 στρέμματα δασών και δασικών εκτάσεων κάηκαν στην Ελλάδα από την αρχή του 2020, όπως προκύπτει από τα έως τώρα διαθέσιμα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Πληροφοριακού Συστήματος για τις δασικές πυρκαγιές (EFFIS). Πρόκειται για έναν σχετικά χαμηλό αριθμό, συγκριτικά με τον μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας (235.263 στρέμματα). Σε αυτή την εικόνα συνέβαλαν οι καιρικές συνθήκες και κινήσεις από το Πυροσβεστικό Σώμα όπως η ίδρυση τοπικών εποχικών κλιμακίων, η επάρκεια εποχικού προσωπικού και η επιβολή διοικητικών προστίμων για περιστατικά δασικών πυρκαγιών.

σ

Στα παραπάνω περιστατικά ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο μεγάλος αριθμός συλλήψεων για πυρκαγιές από αμέλεια σε σύγκριση με τις συλλήψεις για πρόκληση πυρκαγιάς από πρόθεση (153 έναντι 23). Το γεγονός αυτό έρχεται να μας υπενθυμίσει τη μεγάλη σημασία της πρόληψης, αλλά και ότι το πρόβλημα των δασικών πυρκαγιών είναι πρωτίστως ένα κοινωνικό ζήτημα και πρέπει ως πολίτες να αναλάβουμε ένα μερίδιο ευθύνης. Επισημαίνεται ότι και σε παγκόσμιο επίπεδο το 75% των πυρκαγιών προκαλείται από ανθρωπογενή αίτια.

Ανησυχία προκαλεί και η αύξηση σε ό,τι αφορά τη δριμύτητα των περιστατικών. Το 2020, μόλις 70 πυρκαγιές από τα περίπου 10.000 περιστατικά που έχουμε ετησίως στην Ελλάδα, προκάλεσαν το 80% των καμένων εκτάσεων. Τα επιστημονικά δεδομένα μάς δείχνουν ξεκάθαρα ότι το πρόβλημα των δασικών πυρκαγιών πρόκειται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια, με περαιτέρω αύξηση της έντασης των περιστατικών και επέκταση της αντιπυρικής περιόδου (κατά 20% το ελάχιστο).

H μείωση της αμέλειας και της δριμύτητας των δασικών πυρκαγιών στηρίζεται ξεκάθαρα στην πρόληψη, που μακροχρόνια θα θωρακίσει δάση, περιουσίες και ανθρώπινες ζωές. Η καταστολή δεν αντιμετωπίζει ούτε το πρόβλημα της αμέλειας, ούτε της δριμύτητας, εστιάζει δηλαδή στο σύμπτωμα χωρίς να κοιτάει την ασθένεια. Και όσο το οικονομικό βάρος δίνεται στην καταστολή, αυτή η πρακτική θα συνεχίζεται εις βάρος άλλων εναλλακτικών ή οικονομικότερων τρόπων αντιμετώπισης. Μία πυρκαγιά δεν είναι μόνο δασοπυρόσβεση, αλλά και ένα σοβαρό οικονομικό μέγεθος, που πρέπει να αποτυπώνει όχι μόνο το κόστος καταστολής αλλά και το κόστος από την απώλεια περιουσιών, παραγωγής, υποδομών και φυσικού περιβάλλοντος.

Είναι καιρός να ρίξουμε το βάρος του οικονομικού κόστους για την καταπολέμηση των πυρκαγιών από την καταστολή στην πρόληψη

Το WWF Ελλάς με εταίρο το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR), στο πλαίσιο του προγράμματος  Active citizens fund των EEA Grants, έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια καταγραφής των πόρων που δαπανά η χώρα για την πρόληψη αλλά και την καταστολή δασικών πυρκαγιών. Τα προκαταρκτικά συμπεράσματα της προσπάθειας αυτής, που θα αποτελέσουν και την έναρξη του αντίστοιχου δημόσιου διαλόγου, είναι τα εξής:

  • Δεν υπάρχει συγκεντρωτική καταγραφή σε εθνικό επίπεδο του κόστους πρόληψης και καταστολής δασικών πυρκαγιών. Είναι απαραίτητη μία οικονομοτεχνική μελέτη που να παρουσιάζει τη διάθεση των κονδυλίων και να τα συνδέει άμεσα με δείκτες που θα δείχνουν τα αποτελέσματα (π.χ. μείωση περιστατικών, μείωση δριμύτητας, μείωση χρόνου απόκρισης, μείωση μέσης ετήσια καμένης έκτασης).
  • Στο τέλος της αντιπυρικής περιόδου γίνεται μόνο επιχειρησιακή αποτίμηση και καμία αποτίμηση για το οικονομικό κόστος της καταπολέμησης των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα, είτε ως σύνολο είτε σε αναλογία με τις καμένες εκτάσεις, ώστε να μπορεί να γίνει σύγκριση με άλλες χώρεςκαι να αξιοποιούνται εντέλει καλύτερα οι πόροι προς όφελος της ασφάλειας των πολιτών και της προστασίας του περιβάλλοντος.
  • Δεν δίνεται στη δημοσιότητα το ακριβές (και συνήθως υπέρογκο) κόστος αεροπυρόσβεσης. Η διαδικασία μίσθωσης ελικοπτέρων παραμένει μια απόρρητη διαδικασία μέσω του Διεθνούς Οργανισμού NSPA του ΝΑΤΟ, χωρίς ουσιαστική δυνατότητα κοινωνικού ελέγχου. Με μέσο ωριαίο κόστος πτήσης τα 5.000 ευρώ, είναι προφανές ότι η κατάσβεση μιας πυρκαγιάς μπορεί να στοιχίσει από μερικά δεκάδες ως πολλά εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Ο αντίστοιχος προϋπολογισμός του Πυροσβεστικού Σώματος για το 2020 ανέρχεται στα 22,8 εκατ. ευρώ (και θα ξεπεράσει πιθανότατα τα 30 εκατ.), ενώ το κόστος που επωμίστηκε το 2019 η Πολεμική Αεροπορία για τα δικά της πτητικά μέσα υπολογίζεται στα 15 εκατ. ευρώ (2.506 ώρες πτήσης). *
  • Οι δήμοι λαμβάνουν ετησίως περίπου 17 εκατ. ευρώ για δράσεις πυροπροστασίας. Όμως υπάρχουν κενά διαφάνειας και λογοδοσίας όσον αφορά στα κριτήρια επιλογής δράσεων, τον συνολικό σχεδιασμό και συντονισμό, και την υποβολή σχετικών εκθέσεων πεπραγμένων για το πώς οι δράσεις συνέβαλαν στην πυροπροστασία. Η απουσία αντιπυρικών σχεδίων σε επίπεδο ΟΤΑ συμβάλλει στη μη αποδοτική χρήση των κονδυλίων που διατίθενται στη δασοπυροπροστασία, καθώς δεν υπάρχει συγκεκριμένος και εγκεκριμένος σχεδιασμός.
  • Την ίδια ώρα, η δασική διαχείριση και μέσω αυτής η επίτευξη της πρόληψης στην πράξη με τη μείωση της καύσιμης ύλης, μπορεί να συμβάλει στην ελληνική οικονομία μέσω της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας. Παρόλα αυτά, οι πόροι και η στελέχωση των δασικών υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με την πρόληψη υπολείπονται κατά πολύ των πραγματικών αναγκών, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί το διαρκώς αυξανόμενο πρόβλημα της συσσώρευσης της καύσιμης ύλης.

«Τα δάση μας είναι σήμερα πιο ευάλωτα από ποτέ, με τις πυρκαγιές να απειλούν τα φυσικά μας οικοσυστήματα και να εντείνουν την κλιματική κρίση. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι η απώλεια της φύσης επηρεάζει άμεσα την ίδια μας την υγεία, καθώς συνδέεται και με την εμφάνιση πανδημιών. Η μόνη αποτελεσματική λύση είναι μία: πρόληψη! Πρέπει επιτέλους να ξεφύγουμε από τη λογική της “εκ των υστέρων αντιμετώπισης” του προβλήματος», τονίζει η Παναγιώτα Μαραγκού, επικεφαλής περιβαλλοντικού προγράμματος του WWF Ελλάς.

 

* Ας εξετάσουμε για παράδειγμα την πυρκαγιά που ξέσπασε στο Λαύριο στις 16 Ιουλίου 2020. Από τις επίσημες ανακοινώσεις προκύπτει ότι στη συγκεκριμένη πυρκαγιά επιχείρησαν επί 6 ώρες 2 πυροσβεστικά αεροπλάνα  CL-215 και 4 μισθωμένα ελικόπτερα (2 βαρέως και 2 μεσαίου τύπου). Μόνο η χρήση των εναερίων μέσων κόστισε κατ’ ελάχιστο 150.000 ευρώ, με βάση το ωριαίο κόστος τους. Και όλα αυτά, χωρίς να υπολογίζουμε το κόστος των επίγειων δυνάμεων σε ανθρωποώρες και μέσα.

 

 

3 Νοεμβρίου 2020

WWF