Οι μεγάλες ανατροπές που φέρνει η πανδημία σε ΑΠΕ, ηλεκτρισμό, έρευνες υδρογονανθράκων.

Το παράδειγμα της Ευρώπης για επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης ακολουθούν πλέον και άλλες χώρες στον πλανήτη, τη στιγμή που ο κορωνοϊός ξαναγράφει τους κανόνες του παιχνιδιού για τον κάθε τομέα ξεχωριστά και αλλάζει τα μέχρι τώρα δεδομένα με ένα βίαιο και απόλυτο τρόπο.

Για τα παραπάνω θέματα μίλησε στο energypress ο Απόστολος Πετρόπουλος, εκ των συγγραφέων της ετήσιας έκθεσης του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ). Η φετινή έκδοση αναλύει τις συνέπειες της πανδημίας και περιλαμβάνει εντυπωσιακά στοιχεία για την εξέλιξη της ζήτησης ανά καύσιμο/πηγή, την ανταγωνιστικότητά τους, τις επιδράσεις στον κλάδο του πετρελαίου, τις εκπομπές ρύπων και πολλά ακόμη.

Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:

Η Ευρώπη αποφάσισε να επιταχύνει τις επενδύσεις της για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής εν μέσω της πανδημίας και να τις κάνει σημαία της ανάκαμψης. Βλέπετε εσείς αντίστοιχες τάσεις σε άλλες μεγάλες χώρες του πλανήτη;

Αντίστοιχες πολιτικές βιώσιμης ανάκαμψης, όπως αυτές που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Ένωση, έλαβαν χώρα στα σχέδια του Ηνωμένου Βασιλείου, του Καναδά, της Κορέας, της Νέας Ζηλανδίας και μιας μικρής ομάδας άλλων χωρών. Αξιοσημείωτες είναι και οι δράσεις από τη μεριά της Κίνας για την επανεκκίνηση της αγοράς των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, επεκτείνοντας τις επιδοτήσεις και θεσμοθετώντας επιπλέον κίνητρα.

Μέσα στο 2020, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρουσίασε την πρότασή του για μια βιώσιμη ανάκαμψη (IEA Sustainable Recovery Plan) με σκοπό να ενισχυθεί η οικονομία, ενώ παράλληλα θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και θα μειωθούν οι εκπομπές. Προτείνονται επιπρόσθετες ετήσιες επενδύσεις της τάξης του ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων μεταξύ του 2021 και του 2023 που στοχεύουν σε βελτιώσεις στην αποδοτικότητα, σε ανανεώσιμες πηγές, σε επενδύσεις στα ηλεκτρικά δίκτυα και σε βιώσιμα καύσιμα.

Μέχρι στιγμής, πως έχει επηρεάσει η πανδημία την ανταγωνιστικότητα των ΑΠΕ σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα διεθνώς και στην Ευρώπη;

Η εκτίμησή μας είναι ότι η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας αναμένεται να μειωθεί κατά 5% το 2020, αλλά οι επιπτώσεις διαφέρουν ανά καύσιμο. Για παράδειγμα, αναμένεται μία πτώση 8% στη ζήτηση πετρελαίου και 7% στην κατανάλωση άνθρακα. Επίσης, η ζήτηση του φυσικού αερίου θα καταγράψει μείωση γύρω στο 3%. Εν αντιθέσει, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες αποδείχτηκαν ανθεκτικές στην πανδημία καταγράφοντας αύξηση το 2020 (Σχήμα 1). 

Σχήμα 1: Μεταβολές στην παραγωγή ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες και πυρηνική ενέργεια, καθώς και στη ζήτηση ορυκτών καυσίμων ανά περιοχή, 2019-2020.

d

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αναπτύσσονται σε όλα τα σενάρια του Οργανισμού, με την ηλιακή ενέργεια να βρίσκεται στο επίκεντρο. Τα φωτοβολταϊκά είναι σταθερά φθηνότερα από τις νέες μονάδες άνθρακα και φυσικού αερίου στις περισσότερες χώρες λόγω της τεχνολογικής προόδου και του χαμηλού κόστους χρηματοδότησης μέσω των μηχανισμών στήριξης (π.χ. εγγυημένες τιμές) (Σχήμα 2).

Σχήμα 2: Σταθμισμένο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας

f

Σημείωση: Αφορά έργα που οι επενδυτικές αποφάσεις τους πάρθηκαν το 2020

Πως βλέπει ο ΔΟΕ (IEA) το μέλλον του τομέα έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων μετά τις φετινές αρνητικές εξελίξεις;

Το 2020 οι επενδύσεις στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν πέσει κατά ένα τρίτο σε σχέση με το 2019. Μέχρι στιγμής, βασικές εταιρίες πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν μειώσει τη δηλωθέντα αξία των περιουσιακών τους στοιχείων πάνω από 50 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι χαμηλότερες τιμές και η χαμηλή ζήτηση, λόγω της πανδημίας, έχει ως αποτέλεσμα οι προβλέψεις του Οργανισμού να δείχνουν ότι θα περικοπεί περίπου το ένα τέταρτο της αξίας της μελλοντικής παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου σε σχέση με τις προβλέψεις πριν την πανδημία, με αποτέλεσμα πολλοί παραγωγοί (κυρίως στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική) να αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές πιέσεις. 

Ωστόσο, ακόμα και σε ταχείς ενεργειακές μεταβάσεις, οι μειώσεις στην παραγωγή από υπάρχοντα κοιτάσματα δημιουργούν την ανάγκη για νέα έργα (upstream projects). Βέβαια, υπάρχει έντονος σκεπτικισμός στους επενδυτές σχετικά με την οικονομική απόδοση των έργων αυτών και το πως συμβαδίζουν με τις στρατηγικές των εταιριών για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων. 

Θεωρείτε ότι οι προγραμματισμένες παγκόσμιες επενδύσεις στην εξοικονόμηση ενέργειας είναι επαρκείς για τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού;

Την περίοδο 2015-2019 έχουν καταγραφεί παγκοσμίως μέσες ετήσιες επενδύσεις για εξοικονόμηση ενέργειας περί τα 250 δισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, στο Σενάριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του Οργανισμού, που συμβαδίζει με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού, προβλέπεται ότι οι συγκεκριμένες δαπάνες πρέπει να διπλασιαστούν την επόμενη δεκαετία (2020-2030) και να ξεπεράσουν τα 800 δισεκατομμύρια δολάρια κατά τη μακροπρόθεσμη περίοδο (2031-2040). 

Οι κυβερνήσεις παίζουν κρίσιμο ρόλο για να κινητοποιήσουν τις ιδιωτικές επενδύσεις σε έναν τέτοιο μετασχηματισμό. Οι επενδύσεις σε καθαρές τεχνολογίες και στην ενεργειακή αποδοτικότητα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο, καθώς και την εύκολη πρόσβαση σε χρηματοδότηση.

Περισσότερες πληροφορίες για την Παγκόσμια Ενεργειακή Ανασκόπηση (World Energy Outlook) είναι διαθέσιμες: www.iea.org/weo

*Ο Απόστολος Πετρόπουλος είναι Διπλωματούχος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός (Ε.Μ.Π.) και εργάζεται ως Ενεργειακός Αναλυτής στο Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (World Energy Outlook team) από το 2017.

 

 

26 Οκτωβρίου 2020

energypress