Υπόθεση λιγνίτες: Όταν πάμε να πουλήσουμε πάγο σε Εσκιμώους
Ίσως δεν είναι ευρύτερα γνωστό, όμως ο πρώτος νόμος που απελευθέρωνε την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ψηφίστηκε πριν από σχεδόν 20 χρόνια, (ν.2773/1999). Και αποτελεί μέγιστη ειρωνεία το γεγονός ότι σήμερα εν έτει 2018, ένα από τα βασικά προαπαιτούμενα της συμφωνίας με τους δανειστές για την αγορά του ηλεκτρισμού, συνεχίζει να είναι το πλήρες άνοιγμα της αγοράς και η υιοθέτηση και εφαρμογή του λεγόμενου target model, δηλαδή του μοντέλου στόχου για την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας. Μία ακόμη λεπτομέρεια: το target model είναι αποτέλεσμα προ 15ετίας ευρωπαϊκού σχεδιασμού και απόφασης και συγκεκριμένα του 2003.
Σε μια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, λοιπόν, όπου οι καθυστερήσεις, οι παλινωδίες και τα πισωγυρίσματα αποτελούν το διαχρονικό κανόνα και όχι την εξαίρεση, δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι στο επίκεντρο της συζήτησης - αλλά και της πολιτικής αντιπαράθεσης τις προηγούμενες ημέρες στη βουλή - ήταν ένα παντελώς ετεροχρονισμένο και ξεπερασμένο από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις θέμα: η πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ. Ένα πρόβλημα του οποίου οι ρίζες είναι επίσης παλιές: η υπόθεση καταδίκης της χώρας για το μονοπώλιο της ΔΕΗ στο λιγνίτη έχει ηλικία 11 ετών, ωστόσο από το 2007 έως σήμερα η χώρα και οι κυβερνήσεις που πέρασαν επέλεξαν να παίξουν καθυστερήσεις και να κοροϊδεύουν τους… "κουτόφραγκους”, αντί να τα βάλουν με το κράτος εν κράτει της γραφειοκρατικής νομενκλατούρας της ΔΕΗ.
Πότε συμμορφώνεται εν τέλει η ελληνική αγορά στις τότε αποφάσεις της Κομισιόν; Όταν κατά σύμπτωση όλη η Ευρώπη, οι μεγαλύτερες εταιρείες ηλεκτρισμού της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, έχουν οριστικά ρίξει μαύρο στον άνθρακα. Όταν η συζήτηση στην Ευρώπη δεν αφορά στην επένδυση στο κάρβουνο, αλλά στο πως οι χώρες που έχουν τέτοια εργοστάσια θα τα κλείσουν το συντομότερο δυνατό και θα απεξαρτηθούν πλήρως από το ρυπογόνο καύσιμο.
Επομένως το πρόβλημα που θα έπρεπε κανονικά να συζητηθεί στη βουλή (δειλά τέθηκε μόνο από δύο περιβαλλοντικές οργανώσεις) δεν είναι εάν η μικρή ΔΕΗ ή η πώληση του 40% είναι καλύτερη. Ήταν λάθος debate, σε λάθος χρονική στιγμή. Ίσως εάν η πώληση γινόταν πριν από 7 ή 8 χρόνια να είχε νόημα να δούμε εάν συμφέρει να πουληθεί το Αμύνταιο και η Φλώρινα με 2 υδροηλεκτρικά ή η Φλώρινα με τη Μεγαλόπολη χωρίς υδροηλεκτρικά αλλά με δέσμευση της υδροηλεκτρικής παραγωγής σε δημοπρασίες.
Η συζήτηση που είναι επίκαιρη και θα ήταν καλό για μια φορά να πρωτοτυπήσουμε ως χώρα και να ξεκινήσει έγκαιρα, είναι το πως η ελληνική αγορά θα κάνει την πολυπόθητη ενεργειακή μετάβαση, πως θα διασφαλίσει ανταγωνιστικά κόστη ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις βιομηχανίες της, πως θα εξασφαλίσει ενεργειακή ασφάλεια, πως θα περιορίσει τις εκπομπές ρύπων και πως θα αξιοποιήσει αυτή τη μετάβαση για επενδύσεις, δουλειές και ανάπτυξη.
Μας έχουν βαρεθεί
Οι παλινωδίες, οι καθυστερήσεις και τα λάθη δεν έχουν περάσει απαρατήρητα στις Βρυξέλλες. Σε κάθε νέο μνημόνιο, τα ενεργειακά ήταν και παραμένουν βασικό αγκάθι. Μπορεί να έγιναν, υπό τη δαμόκλειο σπάθη των δόσεων, κάποια δειλά βήματα, ωστόσο η αγορά παραμένει γεμάτη στρεβλώσεις και αγκυλώσεις. Ένα βήμα μπροστά (δειλή αύξηση του μεριδίου των ανταγωνιστών της ΔΕΗ) δύο βήματα πίσω (νέα εμπόδια για τον ανταγωνισμό, ενδείξεις κατάχρησης δεσπόζουσας θέσεις, καθυστερήσεις, τεχνητά εμπόδια στη μετακύλυση των μειώσεων στα κόστη, προς τους καταναλωτές).
Και βέβαια έχουμε και τις διαρκείς αλλαγές: από τα VPP και το πρώτο market test επί υπουργίας Παπακωνσταντίνου το 2011 , στη μικρή ΔΕΗ επί υπουργίας Μανιάτη, στα ΝΟΜΕ επί υπουργίας Σκουρλέτη και στο 40% των λιγνιτών επί υπουργίας Σταθάκη.
Μέσα σε πέντε χρόνια, τέσσερις δομικές αλλαγές στρατηγικής στο σχεδιασμό της απελευθέρωσης της αγοράς.
Και από την άλλη πλευρά έχουμε μια φοβική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, που από θεματοφύλακας της απελευθέρωσης και της ομαλής λειτουργίας του ανταγωνισμού έχει μετατραπεί από το 2015 σε όχημα εξυπηρέτησης μικροπολιτικών συμφερόντων, παρακολούθημα της πολιτικής ηγεσίας και εργαλείο εκτέλεσης πολιτικών εντολών.
Ακόμη και στις Βρυξέλλες η προϊστάμενη Ευρωπαϊκή Ρυθμιστική Αρχή (ACER) παρακολουθεί στενά τα έργα και ημέρες της "ανεξάρτητης” αρχής που έχει μετατραπεί σε αρχή "υπερρύθμισης” της αγοράς.
Χρειάζεται τόλμη
Είναι σαφές ότι χρειάζεται μια δομική αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζονται τα ενεργειακά και η αγορά ηλεκτρισμού.
Δεν μπορεί στην Ευρώπη να συζητούν την αποανθρακοποίηση και την απολιγνιτοποίηση και εμείς να κάνουμε συζητήσεις και σχεδιασμούς με όρους δεκαετίας ᾽60.
Χρειάζεται τόλμη, όραμα και φυσικά επενδύσεις, κεφάλαια και νέα πνοή στην αγορά που μπορεί να αποτελέσει κινητήριο αναπτυξιακό μοχλό και να δώσει τις βάσεις που απαιτούνται για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο (φθηνή και καθαρή ενέργεια).
Ο πρόεδρος της ΔΕΗ το είπε ξεκάθαρα, παραδεχόμενος ότι οι μονάδες δε θα πουληθούν παρά μόνο εάν αποφασιστεί να επιδοτηθεί ξανά ο λιγνίτης (με επιπλέον ώρες στο ενεργειακό μείγμα, με δωρεάν δικαιώματα εκπομπής, με αποζημίωση ΑΔΙ που δεν δικαιούται βάσει χαρακτηριστικών).
Και την ίδια στιγμή τα δικαιώματα εκπομπών ρύπων (CO2) συνεχίζουν το ράλι. Το Bloomberg New Energy Finance προέβλεψε ότι σε 2 έως 3 χρόνια από σήμερα, 10 χρόνια νωρίτερα από ό,τι υπολογιζόταν αρχικά, το κόστος των ρύπων θα ξεπεράσει τα 20 ευρώ ο τόνος και λίγα χρόνια αργότερα τα 30 ευρώ ο τόνος. Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι οι ανθρακικές μονάδες θα παραμείνουν στην αγορά για πολύ συγκεκριμένους λόγους , υπό ορισμένες προϋποθέσεις και για λίγα χρόνια ακόμη. Όταν στη Γερμανία και στη Γαλλία, τις δύο ατμομηχανές της ΕΕ επιταχύνονται οι αποσύρσεις των ανθρακικών μονάδων, οι προβλέψεις αυτές αποκτούν ακόμη πιο ισχυρή βάση.
Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι σε περίπου ένα μήνα από σήμερα θα μιλάμε για την αποτυχία του διαγωνισμού ή στην καλύτερη περίπτωση για τις εξαιρετικά χαμηλές προσφορές που δόθηκαν. Εάν δε βρεθεί Εσκιμώος να αγοράσει πάγο, κάποιοι θα εκπλαγούν. Όσοι όμως ασχολούνται με τα θέματα της ενέργειας, δε δικαιούνται να πουν ότι δεν ήξεραν…
του Χάρη Φλουδόπουλου, capital.gr