COP29: Geoffrey Pyatt: Υποστηρίζουμε το όραμα της ενεργειακής περιφερειακής συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο

17 11 2024 | 09:59

Tην υποστήριξη των ΗΠΑ στην προώθηση έργων ενεργειακής διασύνδεσης στην Ανατολική Μεσόγειο όπως το Great Sea Interconnector αλλά και ο Κάθετος Διάδρομος φυσικού αερίου επανέλαβε ο κ.  Geoffrey Pyatt Assistant Secretary of State for Energy Resources των ΗΠΑ.Οι δηλώσεις του έγιναν στο πλαίσιο του COP29, που διεξάγεται στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν.

Το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών συμμετέχει ενεργά στην COP29 τη σημαντική συνάντηση υψηλού επιπέδου που επικεντρώνεται στο κρίσιμο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, φιλοξενώντας συζήτηση με τίτλο «Γεωπολιτική και Περιβάλλον στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης», η οποία πραγματοποιήθηκε σήμερα, Παρασκευή 16 Νοεμβρίου στο Ελληνικό Περίπτερο. Στο συζήτηση, εκτός του κ. Pyatt συμμετείχαν η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Ελλάδας κ. Αλεξάνδρα Σδούκου, οι Υπουργοί Ενέργειας της Ρουμανίας και Μολδαβίας κκ Sebastian Berduja και Victor Parlicov και η Υφυπουργός Ενέργειας, της Βουλγαρία κ. Iva Petrova. Το πάνελ συντόνισε ο Επικεφαλής Πολιτικού Διαλόγου & Καινοτομίας Πολιτικής & Κλίματος, Ιδρυμα BWM Herbert Quandt κ. Gregoire Roos.  

Κατά την τοποθέτησή του ο κ. Geoffrey Pyatt αναφέρθηκε στον κομβικό ρόλο της Ελλάδας ως περιφερειακό ενεργειακό hub κάνοντας ειδική αναφορά στο project ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου - Ισραήλ Great Sea Interconnector καθώς και στον Κάθετο Διάδρομο φυσικού αερίου που θα επιτρέπει την αμφίδρομη ροή φυσικού αερίου από τον Νότο προς τον Βορρά και, πιο συγκεκριμένα, από την Ελλάδα στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία, μέσα από τη σύνδεση υφιστάμενων, αλλά και νέων ευρωπαϊκών υποδομών μεταφοράς φυσικού αερίου και LNG. Πιο αναλυτικά:

  • Χαρακτήρισε ως «μεγάλη ευκαιρία» για την Κυπριακή Δημοκρατία το project της ηλεκτρικής διασύνδεσης με την Ελλάδα σημειώνοντας πως έχει μεγάλη πολιτική σημασία για την Κύπρο. Τόνισε ότι το έργο αυτό θα οδηγήσει στην επίλυση μιας σειράς προβλημάτων, όπως το γεγονός ότι η Κύπρος είναι η μόνη χώρα της ΕΕ που δεν είναι διασυνδεδεμένη. Επιπλέον επισήμανε ότι η Κύπρος έχει το λιγότερο πράσινο ενεργειακό μείγμα σε όλη την ΕΕ. Μέσω της διασύνδεσης, η Κύπρος θα επωφεληθεί από πρόοδο της Ελλάδας στην δημιουργία πράσινων ενεργειακών υποδομών και θα συνδεθεί με το δίκτυο ENSTO-E, γεγονός που θα συμβάλει και στη μείωση των τιμών ενέργειας. «Θεωρώ ότι αυτό έχει χαθεί σε ένα βαθμό στην συζήτηση στο εσωτερικό της Κύπρου λόγω του κόστους του CAPEX που πρέπει να καταβληθεί αρχικά. Αλλά μακροπρόθεσμα είναι μία φανταστική ευκαιρία για την Κυπριακή Δημοκρατία ακόμα και μόνο ως project που διασυνδέει την Κύπρο με την Ελλάδα και την υπόλοιπη ΕΕ. Μακροπρόθεσμα είμαστε πολύ υποστηρικτικοί, επίσης, στο όραμα της διασύνδεσης της Κύπρου με το Ισραήλ και με ενεργειακές διασυνδέσεις στην ευρύτερη περιοχή» σημείωσε.
  • Αναφερόμενος στον Κάθετο Διάδρομο - με αφορμή την αλλαγή πολιτικής ηγεσίας στις ΗΠΑ - υπενθύμισε πως το FSRU της Αλεξανδρούπολης, που αποτελεί κομβικό στοιχείο του project, ξεκίνησε στην πρώτη προεδρία του Τραμπ και ήδη υπάρχει επένδυση από την αμερικανική εταιρεία την Venture Global για το 25% της χωρητικότητας του για την επόμενη πενταετία. «Είμαι πεπεισμένος ότι θα συνεχίσουμε την θερμή υποστήριξη όλων των αμερικανικών κινήσεων στην Αλεξανδρούπολη αλλά και για το project του Κάθετου Διαδρόμου. Η υλοποίηση αυτού του έργου είναι μια προτεραιότητα και για τις ΗΠΑ και για την Ευρωπαϊκή Ένωση» σημείωσε συμπληρώνοντας ότι «έχω δει στο παγκόσμιο πορτοφόλιό μου projects περιφερειακών ενεργειακών υποδομών πολύ ακριβά και πολύπλοκα. Ο Κάθετος διάδρομος δεν είναι ένα από αυτά. Γιατί έχουμε ήδη όλη τη δουλειά: το FSRU της Αλεξανδρούπολης έχει τεθεί σε λειτουργία, ο IGB Interconnector λειτουργεί, ο διάδρομος Southern Gas προσφέροντας διασύνδεση ως το Μπακού λειτουργεί. Όλα τα projects μας έχουν επιτύχει λόγω και της μεγάλης πολιτικής υποστήριξης από την πλευρά των ΗΠΑ» υπογράμμισε. Τόνισε, ωστόσο, ότι αυτό που χρειάζεται για να γίνει ο Κάθετος Διάδρομος βιώσιμος είναι η συνεννόηση των συμμετεχόντων για το εμπορικό κομμάτι του έργου και εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι το project θα προχωρήσει με επιτυχία.

Στη σύνδεση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής με την εθνική και περιφερειακή ασφάλεια αναφέρθηκε η Ελληνίδα Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Αλεξάνδρα Σδούκου

Υπενθύμισε πως τα ακραία καιρικά φαινόμενα γίνονται όλο και πιο συνήθη και πλήττουν όλο και περισσότερες χώρες, κάνοντας μνεία στις πλημμύρες στη Θεσσαλία την περασμένη χρονιά αλλά και πρόσφατα στην Βαλενθια της Ισπανίας. Όπως είπε, η νέα αυτή πραγματικότητα επηρεάζει τόσο την εθνική όσο και την περιφερειακή ασφάλεια καθώς η νέα αυτή κανονικότητα απειλεί ανθρώπινες ζωές, πλήττει υποδομές και ωθεί σε ολοένα αυξανόμενες μεταναστευτικές ροές. 

 «Θεωρώ ότι η μεγαλύτερη πρόκληση που φέρνει η κλιματική αλλαγή για την περιφερειακή και παγκόσμια σταθερότητα είναι η ανακατάταξη που θα προέλθει στη γεωπολιτική ισορροπία κατά τη μετάβαση από τα ορυκτά στα ανανεώσιμα καύσιμα. Το σημερινό γεωπολιτικό status διαμορφώθηκε γύρω από τις παραδοσιακές ενεργειακές πηγές και τώρα που σταδιακά αντικαθίστανται από φιλικές στο περιβάλλον ενεργειακές τεχνολογίες, οι υπάρχοντες συσχετισμοί θα μεταβληθούν», παρατήρησε. 

Παράλληλα,  η Υφυπουργός σημείωσε ότι  η ενεργειακή μετάβαση μπορεί να αποτελέσει παράγοντα ενίσχυσης διεθνούς αλληλεγγύης και συνεργασίας μέσα από κοινού ενδιαφέροντος πρωτοβουλίες όπως οι διεθνείς διασυνδέσεις, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την περιφερειακή αλλά και την εθνική ασφάλεια, ενώ τόνισε ότι η ενεργειακή μετάβαση είναι άρρηκτα  συνδεδεμένη με την ενεργειακή ασφάλεια και αυτονομία. «Δεν αρκεί να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε την πράσινη μετάβαση αλλά να αξιοποιούμε αυτή τη διαδικασία  ως εργαλείο για να ενισχύσουμε την περιφερειακή ασφάλεια, την ειρήνη και την πρόοδο» υπογράμμισε η κ. Σδούκου.

Τέλος, η Υφυπουργός επισήμανε ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει πλήρως τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής, τονίζοντας οτι η ενίσχυση των πολιτικών για την αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών φαινομένων αποτελεί προτεραιότητα για την ελληνική κυβέρνηση. Στο πλαίσιο αυτό, η χώρα μας προωθεί στρατηγικές προσαρμογής και δράσεις για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της χώρας.

Η Υφυπουργός Ενέργειας της Βουλγαρίας κ. Iva Petrova υπογράμμισε ότι ανάμεσα στις προκλήσεις της πράσινης μετάβασης περιλαμβάνεται και ο παγκόσμιος ανταγωνισμός στις τεχνολογίες που είναι κρίσιμες για την υλοποίησή της. Στο πλαίσιο αυτό τόνισε την ανάγκη για συνεργασία με στόχο την ανοιχτή πρόσβαση στις απαραίτητες τεχνολογίες καθώς και στις πηγές χρηματοδότησης. Ειδική αναφορά έκανε στην ανάγκη ενοποίησης των αγορών, διασφάλισης διαφοροποιημένων προμηθειών και σταθεροποίησης των τιμών.

Από την πλευρά του ο Μολδαβός Υπουργός Ενέργειας κ. Victor Parlicov αναφέρθηκε στις ενεργειακές προκλήσεις που κληθηκε να αντιμετωπίσει η χώρα ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία. Εστίασε στο έργο του Κάθετου Διαδρόμου τονίζοντας την ανάγκη συνεννόησης μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων πλευρών ώστε να καταστεί ένα ανταγωνιστικό έργο. Όπως επεσήμανε, ο λόγος που η Gazprom υπήρξε στο παρελθόν ένας σταθερός σύμμαχος η δυνατότητα της να παρέχει προμήθειες άμεσα αξιοποιώντας τις αποθήκες της Ουκρανίας. Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισε πως η προώθηση του Κάθετου Διαδρόμου θα μπορούσε να αντικαταστήσει το μοντέλο της Gazprom, καθιστώντας το διαθέσιμο για όλους τους προμηθευτές. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα τη διασφάλιση σταθερών τιμών και προμηθειών.

Σε σύντομή τοποθέτησή του ο Υπουργός Ενέργειας της Ρουμανίας κ. Sebastian Berduja υπογράμμισε τον κρίσιμο ρόλο των διασυνδέσεων για την ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής. Στη συνέχεια, σε αρχική παρέμβασή του, ο Υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Στέφανος Γκίκας αναφέρθηκε στις προκλήσεις που δημιουργούν οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή στους τομείς της ενέργειας, της προμήθειας τροφίμων και της ασφάλειας καθώς και στην αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Όπως ανέφερε στην Ελλάδα εφαρμόζεται μία δίκαιη αλλά αυστηρή πολιτική με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Σύμφωνα με τον κ. Γκίκα, η ειρήνη και η ασφάλεια απαιτούν επένδυση σε πολιτικές δικαίου που βασίζονται στο Διεθνές Δίκαιο.

d