Σχόλιο στις συστάσεις του Μάριο Ντράγκι για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
Η έκθεση του Mario Draghi για την ανταγωνιστικότητα, που μόλις κυκλοφόρησε, περιλαμβάνει σύσταση τριών σημείων για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία έχει ως εξής (The Future of European Competitiveness, Part B, Section 1, Chapter 2, point 3, published in September 2024):
“Αποσύνδεση της αμοιβής των ΑΠΕ και της πυρηνικής ενέργειας από την παραγωγή ορυκτών καυσίμων μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων (PPAs και 2-way CFDs) για τον περιορισμό των επιπτώσεων του φυσικού αερίου στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.
- Αποσύνδεση της αμοιβής των ΑΠΕ και της πυρηνικής ενέργειας από την παραγωγή ορυκτών καυσίμων, αξιοποιώντας τα εργαλεία που εισήχθησαν στο πλαίσιο του νέου σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (π.χ. χρήση PPAs και αμφίδρομων CFD). Επιπλέον, ανάπτυξη ευνοϊκού πλαισίου για τη σταδιακή επέκταση των συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και των συμβάσεων CFD σε όλες τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα πυρηνικά με εναρμονισμένο τρόπο. Εξασφάλιση μακροπρόθεσμων ανταγωνιστικών (όπου είναι δυνατόν) μηχανισμών για τη σύναψη συμβάσεων, ούτως ή άλλως, πιο κοντά στο κόστος.
- Διατήρηση του συστήματος οριακής τιμολόγησης για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής ισορροπίας του ενεργειακού συστήματος. Αυτό θα βοηθούσε στη διατήρηση του σήματος τιμών στις αγορές ώστε να καθοδηγείται η παραγωγή και η κατανάλωση στον κατάλληλο χρόνο και τοποθεσία βραχυπρόθεσμα.
- Σε περιόδους κρίσης, να προβλεφθεί ανώτατο όριο στα έσοδα της αγοράς για τις υποπεριθωριακές μονάδες παραγωγής, όπως το μέτρο που εισήχθη κατά τη διάρκεια της κρίσης με τον κανονισμό του άρθρου 122. Ταυτόχρονα, πρέπει να διασφαλιστεί ότι το ανώτατο όριο διατηρεί την κερδοφορία και δεν εμποδίζει τις επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.”
Οι συστάσεις είναι πανομοιότυπες με τις προτάσεις που υποβάλαμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά τη διάρκεια της κρίσης των τιμών του φυσικού αερίου στα τέλη του 2022. Έχουν επίσης αποτελέσει αντικείμενο επίσημων επιστολών που έστειλε η ελληνική κυβέρνηση κατά την ίδια περίοδο.
Το πρώτο σημείο είναι απαραίτητο για την αποσύνδεση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας από τις τιμές του φυσικού αερίου, καθώς οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επεκτείνονται και είναι πολύ λιγότερο δαπανηρές από την ηλεκτρική ενέργεια από φυσικό αέριο. Ιδανικά, οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν ένα σταθμισμένο άθροισμα αφενός κόστους ανανεώσιμων πηγών ενέργειας συν πυρηνικά (χαμηλό και σταθερό κόστος) αφετέρου κόστους εξισορρόπησης ηλεκτρικής ενέργειας (υψηλό και ευμετάβλητο κόστος με βάση το φυσικό αέριο). Με αυτόν τον τρόπο, οι τιμές αντικατοπτρίζουν το πραγματικό κόστος, θα είναι χαμηλότερες από σήμερα και λιγότερο ασταθείς. Οι κρατικές συμβάσεις για οικονομικές διαφορές (CFD) αποτελούν το κατάλληλο εργαλείο για την επίτευξη του ιδανικού καθορισμού των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας που αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος.
Το δεύτερο σημείο τονίζει τη σημασία της διατήρησης της αρχής του οριακού κόστους για την χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της αγοράς μόνο στην εξισορρόπηση, δηλαδή στη συμπλήρωση των μεταβλητών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην παροχή εφεδρειών. Βεβαίως οι τιμές του φυσικού αερίου θα οδηγούν τις τιμές της αγοράς αυτής, αλλά το ειδικό βάρος του κόστους της αγοράς αυτής στο σύνολο τους κόστους θα είναι μικρό, επομένως θα έχει μικρό αντίκτυπο στο άθροισμα του κόστους (διμερή συμβόλαια και χονδρική αγορά) που θα καθορίζει τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Το διασυνοριακό εμπόριο και η σύζευξη των διακρατικών αγορών παραμένουν επίσης μέρος της αγοράς εξισορρόπησης (χονδρική αγορά), η οποία θα συνεχίσει να διέπεται από την αρχή του οριακού κόστους, αλλά και πάλι, το σχετικό μερίδιο της εξισορρόπησης, συμπεριλαμβανομένου του διασυνοριακού εμπορίου, στο συνολικό κόστος θα παραμείνει χαμηλό.
Το τρίτο σημείο είναι ένα προληπτικό μέτρο για την αντιμετώπιση έκτακτων κρίσεων τιμών και βασίζεται ακριβώς στο μέτρο που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα και στη συνέχεια εφαρμόστηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη κατά τη διάρκεια της κρίσης των τιμών του φυσικού αερίου το 2022. Το μέτρο βασίζεται σε ένα clawback (επιστροφή χρηματικού ποσού ) των «απροσδόκητων» κερδών των τεχνολογιών από τις αγορές χονδρικής, το οποίο εφαρμόζεται κυρίως για τεχνολογίες που δεν καθορίζουν τις τιμές της χονδρικής αγοράς (τις λεγόμενες υποπεριθωριακές τεχνολογίες). Η συνύπαρξη CFD για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας διασφαλίζει μακρόχρονη χρηματοδοτική βεβαιότητα των επενδύσεων και έτσι αναιρεί τυχόν ανεπιθύμητες επιπτώσεις του μέτρου.
Σε μεγάλο βαθμό, και τα τρία μέτρα περιλαμβάνονται στην αναθεωρημένη οδηγία για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που εγκρίθηκε από την ΕΕ το 2023, η οποία δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί στην εθνική νομοθεσία. Ειδικότερα, για την Ελλάδα, η οποία πάσχει από υψηλό βαθμό μετακύλισης των τιμών χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας (συμπεριλαμβανομένων των αυξήσεων και της μεταβλητότητας) στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας των καταναλωτών, έχει μεγάλη σημασία η εφαρμογή της οδηγίας το συντομότερο δυνατό με λεπτομερή και προσεκτικό σχεδιασμό, σύμφωνα με τις τρεις συστάσεις του Draghi.