Σύμφωνο Σταθερότητας και κλιματική αλλαγή
Το προβληματικό Σύμφωνο Σταθερότητας της Ε.Ε., το κάποτε χαρακτηριζόμενο ως «ανόητο» από τον πρώην πρόεδρο της Κομισιόν, Ρομάνο Πρόντι, έχει φθάσει στη λήξη του. Η μεταρρύθμισή του έχει καθυστερήσει πολύ, ενώ το ίδιο στοχεύει στη μείωση των ελλειμμάτων στο 3% του ΑΕΠ και του χρέους στο 60% του ΑΕΠ. Ωστόσο, οι κανόνες έχουν καταπατηθεί επανειλημμένως άνευ συνεπειών, καθώς το μέσο χρέος της Ε.Ε. ήταν σταθερά πάνω από τον στόχο του 60%. Η προτεινόμενη αναμόρφωσή του θα διατηρούσε ανέπαφους τους αρχικούς στόχους ελλείμματος και χρέους, αλλά η ανάλυση του προϋπολογισμού θα εστιάζεται στις καθαρές δαπάνες. Αυτό ορίζεται ως δημόσιες δαπάνες μείον τις πληρωμές τόκων χρέους και μέτρα θεωρούμενα ως έκτακτα, όπως τα υψηλότερα επιδόματα ανεργίας σε μια ύφεση.
Το άλλο κύριο χαρακτηριστικό του προτεινόμενου συμφώνου είναι ότι τα κράτη-παραβάτες θα έχουν στη διάθεσή τους τουλάχιστον τέσσερα έως και επτά χρόνια για να βελτιώσουν τη δημοσιονομική τους στάση. Το σκεπτικό συνίσταται στο ότι μεταρρυθμίσεις, που τονώνουν την ανάπτυξη, ενδέχεται να απαιτούν προκαταβολικές επενδύσεις, που διογκώνουν βραχυπρόθεσμα το χρέος. Η Κομισιόν θα συμφωνούσε στους στόχους κατά τη διάρκεια διμερών συζητήσεων που εξετάζουν τα συγκεκριμένα οικονομικά χαρακτηριστικά και τους επιχειρηματικούς κύκλους κάθε χώρας.
Πρόκειται για ευπρόσδεκτη απόκλιση από την τρέχουσα γενικευμένη προσέγγιση, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας θα μειωθεί η περίοδος δημοσιονομικής προσαρμογής για το δεδομένο κράτος.
Παρά τον μεταρρυθμιστικό ζήλο των Βρυξελλών, φαίνεται να αγνοούν οι ίδιες έναν τεράστιο ελέφαντα στην αίθουσα, την κλιματική αλλαγή. Η αντιμετώπισή της ίσως απαιτήσει επιπλέον 620 δισ. ευρώ ετησίως έως το 2030, ή σχεδόν το 4% του ετήσιου ΑΕΠ της Ε.Ε. πέρυσι. Η διάθεση μετρητών, όπως συνέβη μετά την πανδημία, καθώς και η εκμετάλλευση άλλων κοινών ταμείων, που ανέρχονται σε περίπου 1% του ΑΕΠ, θα κάλυπταν μέρος των πράσινων επενδύσεων. Ωστόσο, αυτοί οι πόροι θα εξαντληθούν μετά το 2026. Μία επιλογή είναι η Ε.Ε. να παρατείνει την αναστολή του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων, ώστε τα κράτη να στηρίξουν τις πράσινες και στρατηγικές βιομηχανίες, κάτι όμως δύσκολο για χώρες με στενά δημοσιονομικά περιθώρια, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία ή η Ισπανία.
Αλλη εναλλακτική είναι να αφαιρεθούν οι πράσινες επενδύσεις από τους υπολογισμούς του ελλείμματος, αν και η διαφοροποίηση των επενδύσεων από τις τρέχουσες δαπάνες μπορεί να είναι δύσκολη. Το πιο ενδεδειγμένο θα ήταν η έκδοση κοινών ομολόγων, όπως τα 800 δισ. ευρώ της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της πανδημίας.