Λιβύη: Το φονικό «κοκτέιλ» κλιματικής και πολιτικής κρίσης
«Ηαπουσία της δημόσιας ασφάλειας –σε συνδυασμό με τις ελλιπέστατες υποδομές και την κλιματική κρίση– μοιάζει να είναι αυτό που προκάλεσε την τεράστια ανθρωπιστική και περιβαλλοντική τραγωδία στη Λιβύη, όπου, μέχρι ώρας, τουλάχιστον 5.100 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στις καταστροφικές πλημμύρες, χιλιάδες αγνοούνται, μία ολόκληρη παραθαλάσσια πόλη, η Ντέρνα, κατέστη μη προσβάσιμος βάλτος της ζώνης του λυκόφωτος και άφησε τη χώρα να θρηνεί απελπισμένη για το αύριο.
Η ιδιαίτερη περίπτωση της Λιβύης
Η Λιβύη είναι, ασφαλώς, ιδιαίτερη περίπτωση – πόσο μάλλον απροετοίμαστη για την καταστροφή που μέσα σε λίγες ώρες έριξε ολόκληρες γειτονιές στη θάλασσα και άφησε σορούς να επιπλέουν στα νερά που κάλυψαν τα πάντα στη Ντέρνα. Η χώρα βάλλεται πανταχόθεν: πολιτικός διχασμός, οικονομική αστάθεια, διαφθορά, περιβαλλοντική υποβάθμιση, υποδομές-ερείπια, όπως αναφέρουν αναλυτές. Ηταν σχεδόν αδύνατον, όπως συνάγεται, το άθροισμα αυτών των δεινών να μην επέφερε τις χιλιάδες των νεκρών.
«Λέμε για τη Μητέρα Φύση, αλλά αυτό είναι ανθρώπινο αποτέλεσμα – είναι η ανικανότητα των πολιτικών ελίτ της Λιβύης. Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψεις το βιβλικό επίπεδο ταλαιπωρίας που πρέπει να υπομείνουν αυτοί οι άνθρωποι», δήλωσε στους New York Times ο Ανάς ελ Γκομάτι, διευθυντής του Sadeq Institute, ερευνητικού κέντρου πολιτικής στη βαθιά πληγωμένη χώρα.
Λέμε για τη Μητέρα Φύση, αλλά αυτό είναι ανθρώπινο αποτέλεσμα – είναι η ανικανότητα των πολιτικών ελίτ της Λιβύης. Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψεις το βιβλικό επίπεδο ταλαιπωρίας που πρέπει να υπομείνουν αυτοί οι άνθρωποι.
Η «ανικανότητα των πολιτικών ελίτ της Λιβύης» είναι απότοκο του εμφυλίου πολέμου που έχει ξεσπάσει στη χώρα από την Αραβική Ανοιξη, το 2011, κι εντεύθεν, με την πτώση του Μουαμάρ Καντάφι, που κυβερνούσε το αφρικανικό κράτος επί τέσσερις δεκαετίες. Σήμερα, η Λιβύη κυβερνάται από τη δυτική διοίκηση με έδρα την Τρίπολη, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπέιμπα, και μια ανατολική αρχή με επικεφαλής τον άλλοτε στρατηγό του Καντάφι και σήμερα διοικητή του Εθνικού Στρατού, Χαλίφα Μπελκασίμ Χαφτάρ, ενώ δεκάδες ένοπλες ομάδες εξακολουθούν να ασκούν επιρροή στη χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στην αφρικανική ήπειρο, ανεπαρκώς εξοπλισμένη για να αντιμετωπίσει την καταστροφή της κακοκαιρίας «Ντάνιελ», όπως γράφουν οι New York Times.
Μια χώρα που άλλοτε είχε ένα από τα υψηλότερα στάνταρ διαβίωσης στην Αφρική, με δωρεάν υγειονομική περίθαλψη και δωρεάν εκπαίδευση, ενώ, υπό τον Καντάφι στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και ’80, ο διαλύθηκε ο πλούσιος σε πετρέλαιο ιδιωτικός τομέας της Λιβύης μέσω της διοίκησης κρατικών εταιρειών, συντρίβοντας την ανεξάρτητη βάση εξουσίας των ανώτερων τάξεων, όπως σημειώνουν το BBC και ο Guardian.
Ο προαναγγελθείς θάνατος της Ντέρνα
Η Ντέρνα, πάντως, έζησε έναν προαναγγελθέντα θάνατο. Σύμφωνα με τον Guardian, η πόλη έχει περάσει από τα χέρια του Ισλαμικού Κράτους στις δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Μπελκασίμ Χαφτάρ, το 2016, ενώ οι επενδύσεις σε υποδομές ήταν πράγμα σπάνιο. Μάλιστα, σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, οι πρόχειρα χτισμένες κατοικίες κοντά στον ποταμό πύκνωναν όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Τα δύο φράγματα, δε, χτισμένα τη δεκαετία του ’70 από γιουγκοσλαβική εταιρεία, δεν έτυχαν των επενδύσεων που απαιτούνταν, παρότι είχαν εγκριθεί, έπειτα από επιστημονικές μελέτες, κονδύλια για την ενίσχυσή τους. Μόλις τα νερά της πλημμύρας, συνεχίζει το ρεπορτάζ του Guardian, κατέκλυσαν το πρώτο φράγμα, συσσωρεύτηκαν γρήγορα στο δεύτερο, προκαλώντας επίσης την καταστροφή του.
Σύμφωνα, δε, με τον Τζαλέλ Χαρτσάουι, συνεργάτη του Royal United Services Institute for Defense and Security Studies, που εδρεύει στο Λονδίνο, ο Χαφτάρ βλέπει την πόλη και τον πληθυσμό της με καχυποψία και ήταν απρόθυμος να της επιτρέψει ανεξαρτησία. Πέρυσι, για παράδειγμα, ένα τεράστιο σχέδιο ανοικοδόμησης για την πόλη καθοδηγήθηκε από ξένους από τη Βεγγάζη και αλλού, όχι από ντόπιους της Ντέρνα. «Αυτή η δυσπιστία μπορεί, κατά τραγικό τρόπο, να αποδειχθεί καταστροφική κατά την επερχόμενη περίοδο μετά την καταστροφή», ανέφερε ο Τζαλέλ Χαρτσάουι στο Associated Press.
«Τα φράγματα δεν έχουν συντηρηθεί από το 2002», δήλωσε ο αντιδήμαρχος της πόλης, που έχει περιέλθει στη δυσμένεια των κυβέρνησεων της χώρας εδώ και δεκαετίες.
Το δομημένο περιβάλλον είναι, όπως γράφουν και οι New York Times, ο καθοριστικός παράγοντας για το πόσο υποφέρουν οι άνθρωποι από μια δεδομένη καταιγίδα και τις επακόλουθες πλημμύρες. Ιστορικά, ωστόσο, οι πόλεις έχουν χτιστεί όπου υπάρχει νερό και, συχνά, έχουν κατασκευαστεί υποδομές ελέγχου των πλημμυρών και ύδρευσης, όπως τα φράγματα της Ντέρνα. «Αυτή η υποδομή, ωστόσο, μερικές φορές μπορεί να αυξήσει ακούσια τον κίνδυνο. Μόλις εγκατασταθεί ένα φράγμα ή κάποια παρόμοια αντιπλημμυρική δομή, οι άνθρωποι συχνά πιστεύουν ότι η περιοχή είναι ασφαλής και χτίζουν ανάλογα. Αλλά εάν αυτές οι δομές δεν συντηρούνται σωστά, μπορεί να αποτύχουν και να προκαλέσουν καταστροφή», λέει το ρεπορτάζ της νεοϋορκέζικης εφημερίδας, που επισημαίνει ότι το πρόβλημα επιδεινώθηκε επειδή τα φράγματα της Ντέρνα κατασκευάστηκαν περίπου 50 χρόνια πριν, όπου ουδείς μπορούσε να προβλέψει την εξέλιξη της κλιματικής κρίσης.
Παράλληλα, ο αντιδήμαρχος της Ντέρνα, Αχμέντ Μαντρούντ, δήλωσε στο Al Jazeera ότι τα φράγματα δεν είχαν φροντιστεί σωστά για περισσότερες από δύο δεκαετίες. «Τα φράγματα δεν έχουν συντηρηθεί από το 2002 και δεν είναι μεγάλα», ανέφερε.
Διχασμένη χώρα, διχασμένη πόλη
Ταυτόχρονα, το πολιτικό κλίμα στην πόλη –στο πλαίσιο πάντα του διχασμού της χώρας, των μετακινήσεων των πληθυσμών και της διοχέτευσης των πόρων σε αλλότριες ανάγκες ενός χωρισμένου στα δύο έθνους, όπως η χρηματοδότηση και η δημιουργία στρατιωτικών ομάδων που θα τις κρατήσουν στην εξουσία, όπως λένε αναλυτές στο France 24 – δεν επέτρεψε στις αρχές της πόλης να δώσουν εντολή εκκένωσης. Σύμφωνα μάλιστα με το CNN και τον Guardian, όχι μόνον δεν έδωσαν μια τέτοια οδηγία, αλλά ζήτησαν από τους πολίτες να μείνουν στα σπίτια τους, επιβάλλοντας απαγόρευση κυκλοφορίας στην Ντέρνα των 90.000 κατοίκων.
«Δεν υπάρχει φυσική καταστροφή», υποστηρίζει ο Λέσλι Μέιμπον, λέκτορας περιβαλλοντικών συστημάτων στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο που εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο και μίλησε στο Γαλλικό Πρακτορείο. Οι πολιτικές συνθήκες στη Λιβύη, σημειώνει ο ίδιος, «θέτουν προκλήσεις για την ανάπτυξη στρατηγικών επικοινωνίας και αξιολόγησης του κινδύνου, τον συντονισμό των επιχειρήσεων διάσωσης και επίσης πιθανώς για τη συντήρηση ζωτικής σημασίας υποδομής όπως τα φράγματα».
Οι πολιτικές συνθήκες στη Λιβύη θέτουν προκλήσεις για την ανάπτυξη στρατηγικών επικοινωνίας και αξιολόγησης του κινδύνου, τον συντονισμό των επιχειρήσεων διάσωσης και επίσης πιθανώς για τη συντήρηση ζωτικής σημασίας υποδομής όπως τα φράγματα.
Ο βαθύς, αιματηρός διχασμός στη χώρα είναι και εκείνος που περιπλέκει τα πράγματα όσον αφορά και τη διεθνή ανθρωπιστική βοήθεια, καθώς η διεθνής κοινότητα είναι επίσης διχασμένη στην υποστήριξή της προς τη χώρα. Εντούτοις, ώς έναν βαθμό, η καταστροφή φαίνεται ότι ενώνει τις δύο πλευρές, κάτι που μοιάζει τουλάχιστον ανακουφιστικό για το σύνολο της Λιβύης.
Μάλιστα, όπως σημειώνει το BBC, παρά τον διχασμό, η κυβέρνηση στην Τρίπολη έστειλε αεροσκάφος με 14 τόνους ιατρικών προμηθειών και περισσότερους από 80 γιατρούς και νοσηλευτές στα ανατολικά, στοιχείο που αφήνει, τουλάχιστον για τους αισιόδοξους, μια χαραμάδα ελπίδας για παραμέριση των διαφορών των δύο πλευρών. Την ίδια αισιοδοξία, βέβαια, είχε η διεθνής κοινότητα αλλά και οι Λίβυοι κατά το ξέσπασμα της COVID-19, οπότε και είχε δημιουργηθεί πανεθνικό τμήμα Υγείας για την αντιμετώπιση της νόσου.
Medicane: Ενα συχνό φαινόμενο που κατέστη φονικό
Είναι δύσκολο να αποδοθεί ένα μόνο καιρικό γεγονός στην κλιματική αλλαγή, «αλλά γνωρίζουμε ότι υπάρχουν παράγοντες που θα μπορούσαν», σε φαινόμενο όπως η κακοκαιρία «Ντάνιελ», να καταστήσουν πιο πιθανή μια τέτοια εξέλιξη, λέει στο Euronews η Κρίστεν Κορμποσιέρο, επιστήμονας της ατμόσφαιρας στο Πανεπιστήμιο του Αλμπανι.
Η χώρα είναι επίσης, σύμφωνα με τους New York Times, ιδιαίτερα ευάλωτη στην κλιματική αλλαγή και τις σφοδρές καταιγίδες. Η θέρμανση του πλανήτη προκαλεί την επέκταση των υδάτων της Μεσογείου και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, διαβρώνοντας τις ακτές και συμβάλλοντας στο φαινόμενο των πλημμυρών, με τις χαμηλές παράκτιες περιοχές της Λιβύης να διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Εθνη.
Η θέρμανση του πλανήτη προκαλεί την επέκταση των υδάτων της Μεσογείου και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, διαβρώνοντας τις ακτές και συμβάλλοντας στο φαινόμενο των πλημμυρών, με τις χαμηλές παράκτιες περιοχές της Λιβύης να διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο
Το ακραίο φαινόμενο που άφησε συγκλονιστικά τραυματισμένη τη Λιβύη εντάσσεται σε αυτό που οι επιστήμονες αποκαλούν «medicane» – ένα συχνό φαινόμενο που μοιάζει με τυφώνα στη Μεσόγειο, εξού και η ονομασία του, από τον Σεπτέμβριο έως τον Ιανουάριο. Ωστόσο, τα θερμά μεσογειακά ύδατα προσέδωσαν ακόμα περισσότερη δύναμη στο φαινόμενο, ενώ η πιο θερμή ατμόσφαιρα, γράφει το Euronews που επικαλείται ερευνητές, συγκρατεί περισσότερους υδρατμούς που μπορεί να πέφτουν ως βροχή.
Το φαινόμενο της υπερθέρμανσης, λένε οι New York Times, προκαλείται από ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ενώ οι καταιγίδες πολλών ειδών γενικά προκαλούν βαρύτερα φορτία βροχοπτώσεων για έναν απλό λόγο: ο θερμότερος αέρας μπορεί να συγκρατήσει περισσότερη υγρασία.
Κοιτάζοντας τρομαγμένοι το αύριο
Η Ντέρνα θα μείνει στην ιστορία της χώρας ως πόλη-τάφος. Επειτα από δεκαετίες παραμέλησης, καθώς είτε ο Καντάφι είτε η διχασμένη χώρα μετά από αυτόν άφησαν τα ανατολικά της χώρας, κυρίως αγροτικές περιοχές, στο έλεος του θεού, αφού βασικό μέλημα ήταν η ανάπτυξη των πόλεων και οι επενδύσεις σε αυτές. Μέσα σε όλα αυτά, ειδικά η Ντέρνα ήταν πάντοτε εναντίον του Λίβυου δικτάτορα, ο οποίος την τιμωρούσε.
Αυτό που βλέπουμε είναι πραγματικά λυπηρό, διότι, ναι, γνωρίζουμε ότι υπάρχουν φυσικές καταστροφές, αλλά υπάρχει η τεράστια συνιστώσα της ανθρώπινης αμέλειας… υπάρχουν απίστευτα επίπεδα αυτοκαταστροφής στη Λιβύη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η έλλειψη σοβαρής υγειονομικής υποδομής στην πόλη. «Η Ντέρνα καταστράφηκε σταδιακά – δεν είχε σχολείο και τα νοσοκομεία ήταν σε πολύ κακή κατάσταση, οι υποδομές παραμελήθηκαν… δυστυχώς αυτό συνεχίστηκε και μετά την Αραβική Ανοιξη», είπε στο BBC ο δρ Χάνι Σενίμπ, πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου των ΗΠΑ για τις σχέσεις με τη Λιβύη, για να συμπληρώσει: «Αυτό που βλέπουμε είναι πραγματικά λυπηρό, διότι, ναι, γνωρίζουμε ότι υπάρχουν φυσικές καταστροφές, αλλά υπάρχει η τεράστια συνιστώσα της ανθρώπινης αμέλειας… υπάρχουν απίστευτα επίπεδα αυτοκαταστροφής στη Λιβύη».