Γιατί ο τελευταίος διαγωνισμός υπεράκτιων αιολικών της Γερμανίας είναι κακά μαντάτα

19 07 2023 | 12:56Energypress

Η Γερμανία μόλις ανακοίνωσε κάποια εντυπωσιακά αποτελέσματα στο διαγωνισμό υπεράκτιων αιολικών των 7 γιγαβάτ, με 12 δισ. ευρώ σε πληρωμές για άδειες από τους νικητές:

Η BP OFW Management 1 GmbH κέρδισε το συμβόλαιο για τη ζώνη Ν-11.1 με προσφορά αξίας 1,83 εκατ. ευρώ/ΜW (3,66 δισ. συνολικά) και η BP OFW Management 3 GmbH για τη ζώνη Ν-12.2 με προσφορά 1,56 εκατ./MW (3,21 δισ. συνολικά).

Η North Sea OFW N12-1 GmbH&Co KG κέρδισε τα δικαιώματα στη ζώνη Ν-12.1 με προσφορά 1,875 εκατ./MW (3,75 δισ. συνολικά).

Νικήτρια στη ζώνη Ο-2.2 στη Βαλτική είναι η Baltic Sea OFW O2-2 GmbH & Co KG με προσφορά 2,07 εκατ./MW (2,07 δισ. συνολικά).
Οι δύο τελευταίες εταιρείες ανήκουν στην TotalEnergies.

Αυτό σημαίνει ότι οι προσφορές ήταν κοντά στα 2 εκατ. ευρώ/MW. Με βάση τις καλύτερες πρακτικές, στοιχίζει επίσης περίπου 2 εκατ. ευρώ/MW η κατασκευή αυτών των θαλάσσιων αιολικών (με εξαίρεση το υπεράκτιο καλώδιο που το κατασκευάζει ο διαχειριστής). Άρα, οι άδειες θα διπλασιάσουν σχεδόν τη συνολική επένδυση για τα έργα (από 2-2,5 δισ. ανά GW σε περίπου 4 δισ. ανά GW), κάτι που θα μεταφραστεί de facto σε σχεδόν διπλάσιο LCOE του παραγόμενου ηλεκτρισμού (μόνο τα κόστη Ο&Μ δεν διπλασιάζονται, αλλά τυπικά εκπροσωπούν το 20% της συνολικής παραγωγής δίχως τις άδειες).

Ένας άλλος τρόπος να το δούμε το θέμα είναι ότι αυτά τα έργα (7 GW) θα παράγουν περίπου 30 TWh ετησίως ή 600 TWh τα πρώτα 20 χρόνια της ζωής τους. Αυτά τα 12 δισ. ευρώ μεταφράζονται σε ένα παραπάνω κόστος 20 ευρώ/MWh για την περίοδο των 20 ετών.

Η παραγωγή θα πωλείται στη χονδρική αγορά και θα απαιτεί τιμές στα 70-80 ευρώ/MWh κατά μέσο όρο ώστε να είναι επικερδή τα αιολικά. Είτε οι πετρελαϊκές ποντάρουν σε πολύ υψηλές τιμές ρεύματος για μεγάλο διάστημα στη Γερμανία, είτε θα βρουν κάποιο άλλο τρόπο να πάρουν πίσω τα χρήματά τους.

Υπάρχει ένα στοιχείο που προστατεύει εν μέρει τους καταναλωτές:

Το 90% των εσόδων θα κατευθυνθούν στην ελάττωση του κόστους ηλεκτρισμού και το 5% στην προστασία των θαλασσών και την προώθηση της αειφόρου αλιείας, σύμφωνα με την αρμόδια αρχή του δικτύου. Τα ποσοστά των προσφορών που αφορούν τη θαλάσσια προστασία πρέπει να πληρωθούν στον κρατικό προϋπολογισμό εντός ενός έτους. Το στοιχείο μείωσης του κόστους ηλεκτρισμού πρέπει να αποπληρωθεί μέσα σε 20 χρόνια σε ισόποσες ετήσιες δόσεις προς τον διαχειριστή, ο οποίος υποχρεούται να συνδέσει τα έργα από την ολοκλήρωσή τους το 2030.

Θα υπάρχει ένα όφελος από την ετήσια μείωση της τιμής που πληρώνουν μέσω των πληρωμών για την άδεια, αν τα αιολικά πάρκα κατασκευαστούν - καθώς μιλάμε για 500 εκατ. ευρώ ετησίως για 500 TWh γερμανικής κατανάλωσης, πρόκειται για μια μείωση 1 ευρώ/MWh. Όμως, αυτό πρέπει να συγκριθεί με το στοίχημα των πετρελαϊκών ότι οι τιμές χονδρικής θα ανέβουν (αγνοώντας τις κινήσεις που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι οποίες μάλλον είναι προσωρινές) από τα 40 ευρώ/MWh σε 80 ευρώ/MWh.

Οπότε είτε 

α) οι πετρελαϊκές έχουν δίκιο που στοιχηματίζουν έτσι (ότι παρά τη μαζική αύξηση στην πράσινη ηλεκτροπαραγωγή που ωθούν τις φυσικές τιμές σε χαμηλά ή αρνητικά επίπεδα, η μέση τιμή θα ανέβει σημαντικά), που μάλλον σημαίνει ότι κάτι πάει στραβά με το σχεδιασμό της αγοράς (πως θα έχεις αυξήσεις τιμής όταν η περισσότερη παραγωγή είναι χαμηλού LCOE και μηδενικού μεταβλητού κόστους)
είτε β) κάνουν λάθος στο στοίχημα και... (αν σκεφτήκατε ότι "οι μέτοχοι θα επωμθισθούν τις ζημιές" είσαστε αφελείς) θα κάνουν ένα από τα εξής πράγματα: 1) θα ασκήσουν πίεση ανοικτά ή διακριτικά για φοροελαφρύνσεις (βλέπε πρόσφατο προηγούμενο), κρατώντας όμηρο τις πράσινες επενδύσεις τους για να λάβουν οικονομική στηριξη ή 2) θα κάνουν πολύ θόρυβο (μεγάλα δημοσιεύματα στην FT!) ότι τα υπεράκτια αιολικά είναι ζημιογόνα και αναξιόπιστα και ότι επικεντρώνονται στη βασική τους δραστηριότητα, το πετρέλαιο και το αέριο.

Και στις δύο περιπτώσεις, τα υπεράκτια αιολικά θα αποκτήσουν την (άδικη) φήμη ότι είναι ακριβά και απαιτούν επιδοτήσεις.

Τα άλλα άσχημα νέα είναι ότι η γερμανική κυβέρνηση (και γειτονικές χώρες όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Δανία) θα νιώσουν άνετα ότι οι δημοπρασίες αρνητικών προσφορών πετυχαίνουν και θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τον εν λόγω μηχανισμό για τις μελλοντικές υπεράκτιες δημοπρασίες.

Κάθε σοβαρός παίκτης του κλάδου τις μισεί (διότι κανείς δεν ξέρει πως να κάνει ένα πλήρως εμπορικό σχέδιο βιώσιμο, εκτός αν ζημιώσει προληπτικά την ευρωπαϊκή εφοδιαστική αλυσίδα και μετά να ζητήσει επιδοτήσεις έτσι κι αλλιώς), όμως θα υπάρχει πάντα ένας συμμετέχοντας (συνήθως κάποια πετρελαϊκή) αρκετά απελπισμένος να συμμετέχει και άλλοι θα υποχρεωθούν να συμμετέχουν διότι είναι μια από τις "βασικές τους αγορές".

Αν οι παίκτες της αγοράς είχαν την πειθαρχία να αρνηθούν να υποβάλουν προσφορά όταν οι απαιτήσεις είναι παράλογες (και πρέπει να χαιρετίσουμε την ηγετική εταιρεία Orsted που αρνήθηκε πολλές φορές να κάνει παράλογα υψηλές προσφορές σε δημοπρασίες), οι κυβερνήσεις θα λάμβαναν το μήνυμα, όμως υπάρχει πάντα κάποιος που βρίσκει ένα λόγο και δεν θα κριθεί υπόλογος.

Θεμελιωδώς, οι αρνητικές προσφορές ή όποια δημοπρασία στηρίζεται σε τιμές εμπόρου, είναι ένα στοίχημα για τις φυσικές τιμές ρεύματος βαθιά στο μέλλον - κανείς δεν ξέρει ποιες θα είναι, όμως κανένας σε μια μεγάλη επιχείρηση δεν θα κριθεί όταν θα τσούξει για τα τρελά στοιχήματα που βάζουν σήμερα. Πρόκειται για ένα μονόπλευρο στοίχημα για τους διοικούντες - νίκησε τη δημοπρασία και είσαι βασιλιάς, χάσε και είσαι ένα τίποτα - αν κερδίσεις μπορεί να χρεοκοπήσεις την εταιρεία, όμως καθώς είναι μια ΔΕΚΟ ή μια ζωτική εθνική επιχείρηση πάντα θα λαμβάνει κρατική στήριξη και θα επιβιώσει...

Για τις πετρελαϊκές, τα στοιχήματα στα υπεράκτια αιολικά, όσο μεγάλα κι αν είναι, εξακολουθούν να είναι ελάχιστα σε σύγκριση με τις επενδύσεις τους στους υδρογονάνθρακες, άρα δεν νοιάζονται ιδιαίτερα για τις ζημιές που θα έχουν εν τέλει (μείον τις επιδοτήσεις που θα καταφέρουν να λάβουν) και αξίζουν μόνο και μόνο για λόγους δημόσιας εικόνας.

Για εταιρείες ηλεκτρισμού ή τους παίκτες των ΑΠΕ η κατάσταση είναι πιο δύσκολη - να είσαι πειθαρχημένος και να χάσεις παραγωγική ισχύ (δηλαδή να συρρικνωθείς) ή να τα βάλεις με τις πετρελαϊκές με κίνδυνο ζημιές που είναι πολύ πιο ορατές (και παρόλο που υπάρχει δημόσια στήριξη, είναι πολύ πιο ντροπιαστικό) - όμως για τους τωρινούς διευθύνοντες απέχει πολύ χρονικά και δεν είναι δικό τους πρόβλημα.

Για τις κυβερνήσεις φαίνεται ότι λαμβάνουν α) χρήματα προκαταβολικά και β) επενδύσεις σε περισσότερες ΑΠΕ δίχως δημόσιο κόστος, όμως πρόκειται για μια ψευδαίσθηση. Ο παραγόμενος ηλεκτρισμός, έστω και αν είναι εν πολλοίς σταθερού κόστους, θα πωληθεί στη χονδρική τιμή που καθορίζουν οι οριακοί παραγωγοί (ορυκτά καύσιμα, συνήθως φυσικό αέριο) και ακόμα πιο σημαντικό, θα στοιχίζει ακριβότερα διότι α) πρέπει να πληρώσουν πρόσθετα ποσά για τις άδειες και β) είναι πιο ακριβό να χρηματοδοτείς έργα που βασίζονται σε εμπορικά έσοδα - είτε οι εταιρείες θα βρουν αγοραστή έναντι σταθερής τιμής με έκπτωση σε σχέση με τη φυσική τιμή, είτε θα πρέπει να αποζημιώσουν ακριβό κεφάλαιο για να αναλάβουν το εμπορικό ρίσκο.

Και στις δύο περιπτώσεις, τα οφέλη της παραγωγής σχετικά σταθερού κόστους δεν θα καταλήξουν στους καταναλωτές, σε αντίθεση με ότι θα συνέβαινε αν είχες ένα CfD ή παρόμοιο μηχανισμό που θα επέτρεπε την προσέλκυση φθηνού κεφαλαίου στον κλάδο (και η επιτστροφή των πληρωμών από τις άδειες στους καταναλωτές, παρόλο που είναι έξυπνη ιδέα, είναι μονάχα μια μερική αποζημίωση).

Η υποτιθέμενη επιτυχία αυτής της δημοπρασίας δυστυχώς θα ενθαρρύνει και άλλες κυβερνήσεις να κάνουν το ίδιο.

(του Jérôme à Paris)

 

 

σ