Ο κίνδυνος από την πράσινη ενεργειακή μετάβαση των ΗΠΑ

Η προσπάθεια των ΗΠΑ να επισπεύσουν την πράσινη ενεργειακή τους μετάβαση ενδέχεται να θέσει εκτός παιχνιδιού άλλους μεγάλους ρυπαντές. Μεγάλο τμήμα του νομοσχεδίου των 430 δισ. δολ. για την ανάσχεση του πληθωρισμού, που επικύρωσε ο πρόεδρος Μπάιντεν στα μέσα της εβδομάδας, θα προσφέρει κίνητρα στις επιχειρήσεις να διογκώσουν την παραγωγή της χώρας σε ηλιακή, αιολική και υδροηλεκτρική ενέργεια. Ωστόσο υπάρχει ο κίνδυνος αυτό τα επόμενα λίγα χρόνια να τους δώσει πολύ μεγαλύτερο έλεγχο στη διεθνή αλυσίδα, από την οποία εξαρτώνται οι φτωχότερες χώρες, και προτού τα σημαντικά οφέλη από την αύξηση των επενδύσεων και της παραγωγής καταστήσουν την πράσινη τεχνολογία περισσότερο διαθέσιμη και φθηνή διεθνώς. Ας πάρουμε μια χώρα με υψηλούς ρύπους, όπως η Ινδία. Ο στόχος της για 280 γιγαβάττ από ηλιακή ενέργεια έως το 2030 μπορεί να επιτευχθεί, διότι οι νυν φόροι των σχεδόν 2,5 ρουπιών (0,031 του δολαρίου) ανά κιλοβατώρα καθιστούν αυτή την ενεργειακή πηγή φθηνότερη από τον ντόπιο γαιάνθρακα. Ινδικές εταιρείες, όπως η Adani Green Energy, η εισηγμένη στο αμερικανικό χρηματιστήριο ReNew Energy και η έχουσα χρηματοδότηση από τα κρατικά επενδυτικά ταμεία της Σιγκαπούρης, Greenko, έχουν στηριχθεί σε ξένους προμηθευτές και στις δυνάμεις της αγοράς για να εξασφαλίσουν τόσο μεγάλη έκπτωση.

Οι νέες φοροαπαλλαγές της Ουάσιγκτον και οι επιδοτήσεις ενδέχεται να κάνουν τους κατασκευαστικές φωτοβολταϊκών συστημάτων, αεριοστροβίλων και άλλων τέτοιων υποδομών να στρέψουν το βλέμμα τους στις ηπα, αναμένοντας πολύ υψηλότερα έσοδα. Οι επιδοτήσεις χονδρικά θα διπλασιάσουν τουλάχιστον το εσωτερικό ποσοστό απόδοσης, που αφορά τα έργα ηλιακής και αιολικής ενέργειας και καταλήγει σε εργολάβους και επενδυτές, όπως φαίνεται σε σχετική μελέτη της εταιρείας συμβούλων Boston Consulting Group. Σε έναν κόσμο όπου οι προμηθευτικές αλυσίδες για τα εξαρτήματα των αιολικών και ηλιακών υποδομών είναι ήδη ανελαστικές, και οι συμβάσεις έχουν κυρίως βραχυπρόθεσμο και όχι μακροπρόθεσμο χαρακτήρα, είναι λογικό πως και οι προμηθευτές θέλουν να κερδίσουν επίσης. Εάν οι ινδικές εταιρείες κληθούν σήμερα να ανταγωνιστούν έναντι τιμών προσαρμοσμένων στις αμερικανικές φοροαπαλλαγές, τότε οι φόροι ηλιακής ενέργειας στη χώρα θα εκτιναχθούν στις σχεδόν 3,5 ρουπίες, όπως τόνισε στέλεχος του κλάδου στο Reuters – και αυτά τα επίπεδα κάνουν το κόστος παραγωγής ενέργειας από εγχώριο γαιάνθρακα ανταγωνιστικό και πάλι.

Η Ινδία αποπειράται να ενεργοποιήσει την παραγωγική ικανότητα των δικών της εργοστασίων για την κατασκευή φωτοβολταϊκών συστημάτων, επιβάλλοντας δασμούς σε εισαγωγές, που κυρίως προέρχονται από την Κίνα, και προσφέροντας κίνητρα πενταετίας. Αλλά αυτή η προσπάθειά της ωχριά έναντι του ευρύτερου προγράμματος των ΗΠΑ με διάρκεια δεκαετίας. Η τεχνογνωσία της καθαρής ενεργειακής τεχνολογίας εντοπίζεται κυρίως σε Κίνα, Ευρώπη και ΗΠΑ, αλλά παρατηρείται μικρή κινητοποίηση για τη μεταφορά της αλλού. Τέλος, οι πλούσιες χώρες εξακολουθούν να απέχουν από το να υλοποιήσουν τη δέσμευσή τους για μεταβίβαση κονδυλίων 100 δισ. δολαρίων τον χρόνο για να συνδράμουν τις φτωχότερες χώρες προκειμένου να αντεπεξέλθουν στις επι-πτώσεις της κλιματικής κρίσης.

ΟΥΝΑΣ ΓΚΑΛΑΝΙ / REUTERS BREAKINGVIEWS | https://www.kathimerini.gr/