Το κλίμα και ο αλουμινάς της γειτονιάς
Οι καύσωνες βάζουν μπρος τα κλιματιστικά. Τα κλιματιστικά θέλουν περισσότερη ενέργεια. Περισσότερη ενέργεια σημαίνει αύξηση των εκπομπών με επιπτώσεις στο κλίμα. Η κλιματική αλλαγή θα φέρει νέους καύσωνες και ακόμη περισσότερα κλιματιστικά…
Αν επισκεφθεί κανείς τώρα το καλοκαίρι έναν συμπαγή τουριστικό οικισμό, όπως είναι για παράδειγμα η Μονεμβασιά, θα εκπλαγεί από την ένταση της θερμότητας που εκπέμπουν οι ανεμιστήρες του συμπιεστή των κλιματιστικών, τοποθετημένοι μάλιστα για λόγους «αρχιτεκτονικούς» στο επίπεδο των δρόμων. Η κατάσταση κυκλοφορίας στα στενά δρομάκια της μεσαιωνικής κωμόπολης γίνεται ένας εφιάλτης. Η προσπάθεια να δημιουργηθεί στο εσωτερικό των κτιρίων (ξενοδοχεία, εμπορικά και εστιατόρια) ένα ευνοϊκό περιβάλλον αναιρείται με την καταστροφή του μικροκλίματος. Το μέσα εκδικείται το έξω.
Προφανώς κάτι γίνεται λάθος. Πολύ λάθος. Ομως το θέμα της θερμικής άνεσης, η οποία θυσιάζεται στον βωμό μιας άγνοιας, έχει και άλλες, πολύ σοβαρότερες επιπτώσεις. Η ανάγκη επιστράτευσης των κλιματιστικών για δυο-τρεις μήνες τον χρόνο ανεβάζει τις απαιτήσεις ηλεκτροπαραγωγής και αναγκάζει τους σταθμούς να διατηρούν μια εφεδρεία ισχύος πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που θα απαιτούσε μια ζήτηση ομαλά κατανεμημένη στη διάρκεια του χρόνου. Ο καύσωνας λοιπόν δημιουργεί ένα επιπλέον σοβαρό κόστος για τις ανάγκες ψύξης και εξ αυτού «τροφοδοτεί» την ατμόσφαιρα με περισσότερες εκπομπές από την υπερλειτουργία των σταθμών.
Μια λύση βέβαια θα ήταν η άμεση κατάργηση των συμβατικών μονάδων με λιγνίτη, πετρέλαιο και φυσικό αέριο και η αντικατάστασή τους με μονάδες ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας). Η πλήρης όμως μεταστροφή του σημερινού ενεργειακού σκηνικού προς την κατεύθυνση αυτή φαίνεται να καθυστερεί για πολλούς και ποικίλους λόγους: κοινωνικές αντιδράσεις, επιχειρηματικές ατολμίες, πολιτικοί οπορτουνισμοί και αντίπαλα συμφέροντα επιμηκύνουν τους χρόνους. Αν όμως τα σενάρια μετάβασης πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία είχαν ένα πιο άνετο χρονοδιάγραμμα – τουλάχιστον για την Ευρωπαϊκή Ενωση – τώρα τα πράγματα ανατρέπονται και βλέπουμε το φυσικό αέριο να μην αποτελεί μια σταθερή και δεδομένη παράμετρο. Βλέπουμε επίσης να επανέρχεται στο προσκήνιο ο άνθρακας και να ξαναπαίρνει κεφάλι η διαρκής απειλή της πυρηνικής ενέργειας.
Με βάση την κατάσταση της αγοράς και τις τεχνολογικές εξελίξεις, αυτό που γίνεται πλέον φανερό είναι ότι, παρά τις παλινωδίες του παρελθόντος και τις αστοχίες στον σχεδιασμό η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά πάρκα και φωτοβολταϊκά γίνεται σχεδόν μονόδρομος. Το ίδιο έχει αρχίσει να διαφαίνεται για τον τομέα των μεταφορών, όπου η ηλεκτροκίνηση των αυτοκινήτων προβάλλει πλέον ως η μόνη αξιόπιστη εναλλακτική, και η συζήτηση αφορά πλέον το χρονικό σημείο στο οποίο θα καταργηθούν πλήρως τα υγρά ορυκτά καύσιμα. Υπάρχει ο στόχος του 2035, αλλά θα μπορούσε και νωρίτερα. Νωρίτερα θα μπορούσε να προχωρήσει και η υποχρέωση της αλλαγής καυσίμων στη ναυτιλία, με τον ορίζοντα του 2050 να φαντάζει πολύ μακρινός. Προφανώς, οι χρονικές αυτές προβολές είναι αποτέλεσμα συμβιβασμών (π.χ. εφοπλιστές vs διεθνείς οργανισμοί) αλλά το μεγάλο ερώτημα, στο οποίο οι πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες δεν μπορούν να απαντήσουν, είναι το πότε για το κλίμα θα είναι πλέον πολύ αργά. Οι αδράνειες των φυσικών αποδεκτών CO2, που είναι η ατμόσφαιρα, το δάσος και ο ωκεανός, δεν μας είναι πλήρως γνωστές, και ως εκ τούτου δεν ξέρουμε αν από ένα σημείο και μετά η επαναφορά του παγκόσμιου κλιματικού συστήματος στην πρότερη κατάσταση θα είναι πια δυνατή.
Αν όμως για την ηλεκτροπαραγωγή και τις μεταφορές οι λύσεις είναι κάτι παραπάνω από ορατές μέσω των ΑΠΕ και της ηλεκτροκίνησης, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τον τομέα των κτιρίων. Εδώ οι ανελαστικότητες είναι πολύ περισσότερες και οι παράγοντες οι οποίοι καλούνται είτε να σχεδιάσουν είτε να αποφασίσουν είναι πάρα πολλοί. Κυρίως δεν έχουν όλοι τα ίδια συμφέροντα. Ο κατασκευαστής μιας πολυκατοικίας δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που θα ευεργετηθεί από την οικολογική και χαμηλού κλιματικού αποτυπώματος δόμηση. Το πολύ-πολύ να εφαρμόσει με συνέπεια τα ελάχιστα που απαιτεί ο κτιριοδομικός κανονισμός (ΚΕΝΑΚ). Από την άλλη μεριά, ο αγοραστής και μελλοντικός χρήστης δεν θέλει να πληρώσει ο ίδιος «το μάρμαρο», ακόμη κι αν ξέρει ότι θα πάρει πίσω τα λεφτά του από την εξοικονόμηση ενέργειας.
Για τις μονοκατοικίες οι προοπτικές θα μπορούσαν να είναι πιο θετικές, αν δεν προσέκρουαν σε προβλήματα νοοτροπίας: των ιδιοκτητών και της αγοράς κατοικίας. Οι περισσότεροι Ελληνες όταν δεν χτίζουν αυθαίρετα, περιφρονούν τους κανόνες της σύγχρονης οικοδομικής τεχνικής και επιστήμης. Θέλουν λίγο-πολύ να χτίσουν το σπίτι των ονείρων τους, αυτό που είχαν δει σε ένα lifestyle περιοδικό, ή κάτι σαν κι αυτό που απέκτησαν τα ξαδέρφια τους στo Maine, τα οποία επισκέπτονται μία στις τόσες, όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν. Τους επισημαίνεις ότι κάθε σπίτι είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, ανήκει σε διαφορετική κλιματική ζώνη (άλλο τα Γιάννενα και άλλο τα Χανιά), κι ότι εκτός από το design μετρούν κι άλλα πράγματα, αυτά που συνοψίζονται στον όρο «θερμική συμπεριφορά». Τους λες επίσης ότι ορισμένα νεο-αστικά στερεότυπα, όπως είναι οι τεράστιες τζαμαρίες, θα έπρεπε να είναι απαγορευμένα, τουλάχιστον σε κατοικίες που χρησιμοποιούνται όλο τον χρόνο και όπου ο παράγων ψύξη-θέρμανση είναι καταλυτικός: για τον προϋπολογισμό του νοικοκυριού και για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Τους λες, τέλος, ότι ένα υπερμονωμένο σπίτι δεν είναι η καλύτερη στρατηγική, κι ότι θα ήταν προτιμότερο να κοιτάξουν τη «θερμική μάζα». Αυτομάτως λοιπόν τους παραπέμπεις σε κάποιον μηχανικό, ο οποίος δεν έχει και πολλή όρεξη να βγάλει το φίδι από την τρύπα, είναι συνήθως κακοπληρωμένος – η εμπειρία του άλλωστε είναι πολύ μικρή. Γιατί; Γιατί λίγες εφαρμογές σημαίνει και στενή αγορά, με λίγους ειδικευμένους στα ζητήματα της «ολοκληρωμένης δόμησης» και ακόμα λιγότερους στις απαιτήσεις εγγυήσεων και πιστοποίησης.
Ετσι, όλες οι ελπίδες στηρίζονται πλέον στον πατριωτισμό του αλουμινά της γειτονιάς και στα προγράμματα τύπου «Εξοικονομώ» που στην ουσία δεν εξυπηρετούν κλιματικούς στόχους, αλλά λειτουργούν ως κοινωνικές ενισχύσεις μέσω ΕΣΠΑ. Αλλωστε ξένοι είναι αυτοί που δίνουν τα λεφτά.
Ο κ. Ηλίας Ευθυμιόπουλος είναι διευθυντής της ιστοσελίδας www.clima21.gr, πρώην υφυπουργός.
(Το Βήμα)