Προκλήσεις και προτεραιότητες για το νέο Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης

Αποτελεί κοινή διαπίστωση της πλειονότητας επιστημόνων ότι η ένταση και η διεύρυνση της κλιματικής κρίσης υπερβαίνουν τις δυνατότητες και τις αντοχές του παγκόσμιου χάρτη. Ο δε ορίζοντας επιδείνωσης είναι ξεκάθαρα ορατός, λόγω της αυξανόμενης ζήτησης ενέργειας σε χώρες της Ασίας και στην αναδυόμενη Αφρική, όπου η Κίνα επενδύει εντατικά. Ωστόσο, οι συμβιβασμοί για την αντιμετώπιση αυτής της -ζωτικής για τη φυσιογνωμία του πλανήτη- πρόκλησης, είναι κατώτεροι των προσδοκιών, λόγω διαφωνιών οικονομικής φύσεως και της έλλειψης εμπιστοσύνης που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο κόσμο. Έναν κόσμο αλληλεξαρτήσεων και ανταγωνισμών, χωρίς ενιαίους όρους και κανόνες. Απεναντίας, ισχυρές και υπεύθυνες οντότητες όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, ομογνωμούν και αυξάνουν σταθερά τη φιλοδοξία των κλιματικών τους στόχων, διαδραματίζοντας ρόλο ηγετικό. 

Στο πολυδιάστατο αυτό πλαίσιο, η Ελλάδα, συντασσόμενη απόλυτα με τη φιλοδοξία αυτή, υιοθέτησε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για τον μηδενισμό του ισοζυγίου άνθρακα έως το 2050. Το κύριο βάρος φέρουν οργανωμένα σχέδια απόσυρσης του λιγνίτη από το ενεργειακό μίγμα έως το 2028, και απεξάρτησης των νησιών από το πετρέλαιο έως το 2029, δεδομένου ότι το 80% των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου αφορά στην παραγωγή ενέργειας και τις μεταφορές. Ταυτόχρονα, προωθούνται στρατηγικές για την αποτελεσματική διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών, την αποθήκευση ενέργειας, το υδρογόνο, την ενεργειακή αποδοτικότητα, την αυτοπαραγωγή ενέργειας, την ηλεκτροκίνηση, τους υβριδικούς σταθμούς, τα «έξυπνα» δίκτυα κ.ά., ενώ κινητοποιούνται όλα τα διαθέσιμα καθώς και νέα χρηματοδοτικά μέσα και εργαλεία. 

Ωστόσο, οι νέες πολιτικές και γεωπολιτικές διαστάσεις που προσέδωσε ο πόλεμος στην Ουκρανία στον ενεργειακό τομέα σηματοδότησαν τον μονόδρομο της στρατηγικής ενεργειακής αυτονομίας για την - εξαρτημένη από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες-  Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξυπακούεται ότι, βραχυπρόθεσμα, οι θερμικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής θα εξασφαλίζουν τα απαραίτητα φορτία βάσης, εάν και εφόσον διακοπούν οι εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου. Για την αντιμετώπιση της διαφαινόμενης -μακράς σε ένταση και διάρκεια- κρίσης, απαιτούνται επενδύσεις υπό άλλη κλίμακα και ρυθμούς, όχι μόνον στους παραπάνω τομείς, αλλά και στην παραγωγή, την προμήθεια και την αποθήκευση υγροποιημένου φυσικού αερίου. 

Προς την κατεύθυνση αυτή, οι Βρυξέλλες προβάλλουν ακόμα πιο φιλόδοξους, αλληλένδετους πλέον με τη νέα κατάσταση κλιματικούς στόχους, οι οποίοι, σύντομα, θα γίνουν νομικά δεσμευτικοί για τα κράτη-μέλη, ενώ για την επίτευξή τους, θα κινητοποιηθούν επιπλέον χρηματοδοτικοί πόροι. Η υψηλή και ριψοκίνδυνη αυτή διακύβευση αναδεικνύει ασφαλώς την αναγκαιότητα μιας ενιαίας και ισχυρής ευρωπαϊκής ενεργειακής και κλιματικής διακυβέρνησης.  

Κατά συνέπεια, η εθνική ενεργειακή και κλιματική στρατηγική θα αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία και πολυμέρεια, προκειμένου να ενσωματώνει τις παραπάνω διαστάσεις, αλλά και να ανταποκρίνεται στις συνακόλουθες ανισορροπίες των αγορών ενεργειακών προϊόντων κατά την εφαρμογή της, ενώ θα ενισχυθεί περαιτέρω τόσο θεσμικά, όσο και χρηματοοικονομικά. 

Εθνική Στρατηγική για την αναπτυξιακή μετάβαση

Ταυτόχρονα, η νέα εθνική στρατηγική για την αναπτυξιακή μετάβαση των περιοχών εξόρυξης λιγνίτη και των μη διασυνδεδεμένων με το ηπειρωτικό ηλεκτρικό σύστημα νησιών συγκροτεί ένα διαφοροποιημένο και ανθεκτικό παραγωγικό πρότυπο στις περιοχές αυτές, ενώ έχουν ήδη εξασφαλιστεί οι αναγκαίες προϋποθέσεις, με κυριότερη την επικείμενη έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του Προγράμματος Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης 2021-2027, προϋπολογισμού δημόσιας δαπάνης ύψους 1,623 δισ. ευρώ. Παράλληλα, 300 εκατ. ευρώ έχουν ήδη δεσμευτεί στο Ταμείο Ανάκαμψης, για την αποκατάσταση πεδίων εξόρυξης λιγνίτη.  

Το εθνικό διακύβευμα είναι εξίσου υψηλό. Οι εξαρτημένες από τον λιγνίτη περιοχές αντιμετωπίζουν ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις που εντείνουν το επείγον της μετάβασής τους, ένεκα του ευάλωτου χαρακτήρα της τοπικής οικονομίας αποδιδόμενου σε δυο λόγους: 

Ο πρώτος είναι η λεγόμενη “μονοκαλλιέργεια” η οποία παρείχε μεν υψηλό εισόδημα που επιδρούσε πολλαπλασιαστικά στον οικονομικό κύκλο, αλλά δεν προκάλεσε αξιόλογες βιομηχανικές δευτερογενείς επιπτώσεις -spillovers- ικανές να στηρίξουν την παραγωγική διαφοροποίηση αλλά και να αντισταθμίσουν τις επιπτώσεις στην απασχόληση που προκάλεσε η απόσυρση δώδεκα θερμικών μονάδων, κυρίως λόγω παλαιότητας, κατάργησης των επιδοτήσεων και αύξησης του κόστους εκμετάλλευσης, μετά την άνοδο των τιμών αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων. Σήμερα λειτουργούν επτά μονάδες εγκατεστημένης ισχύος 2,3 γιγαβάτ, έναντι 5,3 γιγαβάτ το 2010, ενώ καταβάλλονται άοκνες προσπάθειες να καλυφθεί το κενό που δημιουργήθηκε την περίοδο 2010-2019, όταν η παραγωγή λιγνίτη μειώθηκε κατά 52%, χωρίς κανένας να θέτει το πρόβλημα και να το αντιμετωπίζει με ένα, οποιοδήποτε, στρατηγικό σχέδιο. 

Ο δεύτερος λόγος είναι η αδυναμία της τοπικής ερευνητικής και παραγωγικής βάσης να καινοτομεί, του δημόσιου τομέα να την υποστηρίζει και του ιδιωτικού να ενισχύει την ανταγωνιστικότητά του μέσω διαρθρωτικών προσαρμογών, όπως επιβεβαιώνει το εξαιρετικά χαμηλό ύψος της δαπάνης για έρευνα και ανάπτυξη στις περιοχές αυτές. Η υλοποίηση των επενδύσεων που προγραμματίζονται σε τομείς υψηλής ανάπτυξης, όπως αυτοί της καθαρής ενέργειας, της βιοτεχνολογίας, της νανοτεχνολογίας, της ρομποτικής, των προηγμένων κατασκευών, αλλά και σε πιο συμβατικούς, όπως η αποθήκευση ενέργειας, η κυκλική οικονομία, η ευφυής γεωργία, ο βιώσιμος τουρισμός κ.ά., θα υπερκαλύψουν το επενδυτικό κενό διαφοροποιώντας το παραγωγικό πρότυπο. 

Αντίστοιχα, τα μη διασυνδεδεμένα νησιά είναι επίσης αντιμέτωπα με ανάλογες επείγουσες προκλήσεις, ενώ, επιπλέον, η απεξάρτησή τους από το πετρέλαιο, σε αντίθεση με τις περιοχές εξόρυξης λιγνίτη, τα επηρεάζει με ανόμοιο τρόπο λόγω της διαφορετικής βαρύτητας του καυσίμου στο κάθε παραγωγικό σύστημα, αλλά και των εγγενών προκλήσεων της νησιωτικότητας, όπως η απόσταση από την ηπειρωτική χώρα, η έλλειψη οικονομιών κλίμακας και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, η χαμηλή διαφοροποίηση της οικονομίας κ.ά. 

Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2015/2193 «για τον περιορισμό των εκπομπών ορισμένων ρύπων στην ατμόσφαιρα από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης» καθιστά πρακτικά αδύνατο για τις μονάδες των μικρότερων νησιών να λειτουργούν πάνω από 500 ώρες ετησίως -από το 2025 για τις νέες μονάδες και από το 2030 για τις υφιστάμενες, η δε επέκταση του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου στη ναυτιλία, σε συνδυασμό με τη σταδιακή κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών για τις αερομεταφορές, θα εντείνουν τις πιέσεις. 

Συνεπώς, η παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας και η ανάπτυξη επιχειρηματικών οικοσυστημάτων γύρω από αυτήν, σε συνδυασμό με τον βιώσιμο μετασχηματισμό του τουρισμού και της γαλάζιας οικονομίας, δηλαδή των κύριων πυλώνων ανάπτυξης και μεγαλύτερων καταναλωτών ενέργειας, αποτελεί σημαντικό παράγοντα προκειμένου να αναστρέψουμε τις αναμενόμενες αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.

Προτεραιότητες του Προγράμματος

Για τους παραπάνω λόγους, το νέο Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης θα στηρίξει κατά προτεραιότητα και ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες της κάθε περιοχής:

  • την επιχειρηματικότητα υψηλής ανάπτυξης βασισμένης στην τεχνολογία και την καινοτομία, εστιάζοντας σε δράσεις διασύνδεσης της Έρευνας, της Τεχνολογικής Ανάπτυξης και της Καινοτομίας με την παραγωγή καθώς και πράσινου και ψηφιακού μετασχηματισμού, 
  • την ενεργειακή μετάβαση, εστιάζοντας σε επενδύσεις ενεργειακής απόδοσης, παραγωγής και αποθήκευσης καθαρής ενέργειας μακράς διάρκειας, αυτό-παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, αύξησης της χωρητικότητας των δικτύων κ.ά., 
  • την αναπροσαρμογή χρήσεων γης και την ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας, εστιάζοντας σε έργα υποδομής σε υποβαθμισμένες εκτάσεις, ανακύκλωσης παραπροϊόντων ανανεώσιμων πηγών και αποθήκευσης ενέργειας κ.ά., 
  • την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού και την επαν-ειδίκευση σε νέες ειδικότητες και επαγγέλματα, εστιάζοντας σε ψηφιακά εργαλεία και προγράμματα εξατομικευμένης διαδρομής, προσαρμοστικότητας εργαζομένων και επιχειρήσεων και κοινωνικοοικονομικής ένταξης, σε υποδομές κοινωνικής φροντίδας και πρόνοιας, σε δράσεις εξοικείωσης - ευαισθητοποίησης κ.ά., και, τέλος, 
  • τις παρεμβάσεις μικρής κλίμακας ολοκληρωμένου χαρακτήρα, εστιάζοντας στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και τη διαφοροποίηση των τοπικών οικονομιών μέσα από την εφαρμογή εδαφικών ή άλλου τύπου στρατηγικών για τη βιώσιμη αστική κινητικότητα, τις ολοκληρωμένες χωρικές επενδύσεις, τα Gr-eco islands κ.λπ.  

Απεξάρτηση αλλά με σχέδιο

Ως Συντονιστική Επιτροπή για τη Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση των περιοχών εξόρυξης λιγνίτη και των μη διασυνδεδεμένων νησιών, ξεκινώντας από το σημείο μηδέν, μέσα σε δυο μόλις χρόνια, καταγράψαμε, αναλύσαμε και σταθμίσαμε δεδομένα και προκλήσεις, θέσαμε το πλαίσιο και τους στόχους της μετάβασης, καταρτίσαμε χωρικά σχέδια και αναπτυξιακά προγράμματα, κινητοποιήσαμε κάθε διαθέσιμο μηχανισμό τεχνικής βοήθειας, εξασφαλίσαμε πόρους και κίνητρα, ενεργοποιήσαμε εμπλεκόμενα υπουργεία και θεσμικούς εταίρους, καταθέσαμε στην κυβέρνηση νομοθετικές προτάσεις και παρουσιάσαμε οικοσύστημα διακυβέρνησης, υλοποιήσαμε έργα προτεραιότητας και δράσεις άμεσης ανάγκης, και ήδη αποθησαυρίζουμε σημαντικές πρωτιές σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Το έργο αυτό μοιάζει με ένα παγόβουνο. Χρειάζεται σθένος και μεγαλοσύνη για να αναγνωρίσει κανείς το μη ορατό του τμήμα, που είναι και το μεγαλύτερο. Αντίθετα, οι αδύναμοι να δημιουργήσουν οτιδήποτε κρίσιμο, για να παραφράσω τον Αριστοτέλη, εστιάζουν και επικρίνουν το ορατό τμήμα που είναι και το μικρότερο. 

Έχουμε βεβαίως επίγνωση του πολιτικού φαινομένου του λαϊκισμού –ακόμα και στην εξελιγμένη μορφή του των fake news- που ευδοκιμεί ιδιαίτερα στη χώρα μας και παραπέμπει σε απλοϊκό συναισθηματισμό, σε ανορθολογισμό, έλλειψη επιχειρηματολογίας, και, ενίοτε, χυδαιότητα, φανατισμό και πόλωση. Γνωρίζουμε επίσης ότι καμία μετάβαση δεν δοξάζει εκείνον που την εκκινεί, γιατί, πολύ απλά, κανείς δεν αποδέχεται εύκολα τις αλλαγές που πρόκειται να επιφέρει στη ζωή του. Και αυτό όχι μόνο διότι ο άνθρωπος, εκ φύσεως, κατατρύχεται από καχυποψία απέναντι στο καινούργιο –ακόμα και όταν το θαυμάζει στον γείτονά του- αλλά διότι το συγκεκριμένο ζήτημα γεννά στο παρόν αντιπαραθέσεις με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, με αιχμή π.χ. την απασχόληση ή το κόστος της ενέργειας. Αντίθετα, απουσιάζει η προβολή αυτής καθαυτής της πρόκλησης στο μέλλον, όταν η απεξάρτηση από τον λιγνίτη και το πετρέλαιο θα συνεχιζόταν ούτως ή άλλως, πλην όμως, η έλλειψη σχεδίου θα δημιουργούσε τεράστιο κόστος το οποίο θα αναλάμβανε εκ των υστέρων ο φορολογούμενος. 

Η ουσία είναι ότι σήμερα διαθέτουμε τα μέσα -το τμήμα του παγόβουνου κάτω από το νερό- για να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους περιορίζοντας τις καταστροφές, αλλά και για να επωφεληθούμε από τις προκλήσεις πραγματοποιώντας θριάμβους. Εναπόκειται σε εμάς, στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα αλλά και στην ίδια την κοινωνία, να αναλάβουμε ευθύνες και να δράσουμε αποφασιστικά και αποτελεσματικά, μακριά από άγονες και αδιάφορες μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις.

 ------------------------

Ο Κωστής Μουσουρούλης είναι Πρόεδρος Συντονιστικής Επιτροπής Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης

(Το άρθρο περιλαμβάνεται στον υπό έκδοση τόμο Greek Energy 2022 του energypress)

Προκλήσεις και προτεραιότητες για το νέο Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης