Η ενεργειακή κρίση θα επιδεινώσει τη φτώχεια εκατομμυρίων Ευρωπαίων

28 11 2021 | 08:59

Οι τιμές της ενέργειας έχουν εκτοξευθεί στα ύψη τους τελευταίους μήνες. Ταυτόχρονα μεγαλώνει η ανησυχία ότι εκατομμύρια Ευρωπαίοι θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ της πληρωμής των λογαριασμών τους και του να βάλουν φαγητό στο τραπέζι τους αυτό το χειμώνα.

«Δυστυχώς, οι ευάλωτοι θα είναι αυτοί που θα αναγκαστούν να πληρώσουν το τίμημα για την αστάθεια του ενεργειακού μας συστήματος ορυκτών καυσίμων», δήλωσε Martha Myers από την περιβαλλοντική ΜΚΟ «Friends of the Earth».

«Είναι τραγικό το γεγονός ότι σε μια από τις πλουσιότερες ηπείρους του κόσμου, ένα στα τέσσερα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και πλέον φέτος το χειμώνα, θα πρέπει να πάρουν την απόφαση μεταξύ της θέρμανσης των σπιτιών τους και του να έχουν φαγητό στο τραπέζι», δήλωσε η ίδια στη EURACTIV.

Περίπου 31 εκατομμύρια Ευρωπαίοι ζούσαν κάτω από συνθήκες ενεργειακής φτώχειας και δεν μπορούσαν να κρατήσουν τα σπίτια τους επαρκώς ζεστά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που επικαλείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης το 2021.

Ωστόσο, πολλοί λένε ότι ο αριθμός αυτός μπορεί να είναι υποτιμημένος επειδή δεν υπάρχει κοινός ορισμός της «ενεργειακής φτώχειας» σε όλη την Ευρώπη, γεγονός που καθιστά δύσκολη την αξιολόγηση της έκτασης του προβλήματος.

Για παράδειγμα, το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΚΚΕρ) υπολόγισε το 2019 ότι 50 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν υπό συνθήκες ενεργειακής φτώχειας – σχεδόν 20 εκατομμύρια περισσότεροι από τις τελευταίες εκτιμήσεις της ΕΕ.

Η Myers προειδοποίησε ότι ο αριθμός αυτός θα μπορούσε να αυξηθεί σε 80 εκατομμύρια λόγω της τρέχουσας κρίσης των ενεργειακών τιμών σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της κρίσης της πανδημίας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε τον κίνδυνο αύξησης της ενεργειακής φτώχειας στην πρόσφατη «εργαλειοθήκη» που εξέδωσε για να βοηθήσει τα κράτη μέλη της ΕΕ να αντιμετωπίσουν τις υψηλές τιμές της ενέργειας.

«Ενώ οι πρόσφατες αυξήσεις των τιμών επηρεάζουν όλους, οι ενεργειακά φτωχοί και τα νοικοκυριά με χαμηλό μέσο εισόδημα επηρεάζονται περισσότερο, επειδή δαπανούν σημαντικά μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για ενέργεια», δήλωσε το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ.

Αν και το ποσοστό της ενεργειακής φτώχειας ποικίλλει από χώρα σε χώρα, οι ερευνητές λένε ότι η συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών ενέργειας επιδεινώνεται από την κρίση COVID-19, η οποία έχει ωθήσει ορισμένα νοικοκυριά πιο κοντά στο χείλος του γκρεμού.

«Αυτό που θα μπορούσαμε να περιμένουμε είναι η επιδείνωση της υφιστάμενης ενεργειακής φτώχειας, περισσότερο από ό,τι οι άνθρωποι που πραγματικά πέφτουν στην ενεργειακή φτώχεια – τουλάχιστον αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που έχουμε στη Γαλλία», δήλωσε η Camille Defard, ερευνήτρια για την ενεργειακή πολιτική της ΕΕ στο Ινστιτούτο Jacques Delors.

«Είδαμε ότι δεν υπάρχουν περισσότεροι φτωχοί άνθρωποι, αλλά οι πιο φτωχοί γίνονται φτωχότεροι λόγω της κρίσης COVID-19. Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να περιμένουμε ενδεχομένως παρόμοια αποτελέσματα, λόγω της ενεργειακής κρίσης», δήλωσε η ίδια στη EURCTIV.

Ήδη πριν από την πανδημία, ένας στους πέντε ανθρώπους στην ΕΕ κινδύνευε από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό – ή περίπου 110 εκατομμύρια άνθρωποι – σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ).

Καλύπτοντας τις ρωγμές

Σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι χώρες έχουν λάβει μέτρα για να διαχειριστούν τις επιπτώσεις των ενεργειακών τιμών που αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και εξελίχθηκαν σε διεθνή κρίση στα μέσα του φθινοπώρου.

Βραχυπρόθεσμα, οι λύσεις περιλαμβάνουν προσωρινές φορολογικές μειώσεις και εφάπαξ πληρωμές σε νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα για να τα βοηθήσουν να πληρώσουν τους λογαριασμούς ενέργειας. Η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ελλάδα έχουν λάβει τέτοια μέτρα για να βοηθήσουν τα ευάλωτα νοικοκυριά.

Για να καθοδηγήσει τις εθνικές κυβερνήσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τον Οκτώβριο μια «εργαλειοθήκη» μέτρων που μπορούν να υιοθετήσουν οι χώρες για την αντιμετώπιση της κρίσης. Η «εργαλειοθήκη» αυτή περιλαμβάνει βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες λύσεις για την ανακούφιση της πίεσης στα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις «χωρίς να βλάπτεται η εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ ή η πράσινη μετάβαση μεσοπρόθεσμα».

Τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν επίσης πρόσβαση σε ένα «σεντούκι θησαυρού» ύψους 10,8 δισεκατομμυρίων ευρώ από πρόσθετα έσοδα που προέρχονται από το σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ και τα οποία συγκεντρώθηκαν από την αρχή του έτους – σύμφωνα με την Επιτροπή.

«Δεν υπάρχει όριο στα ποσά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών», δήλωσε ο Επίτροπος της ΕΕ για την ενέργεια, Kadri Simson.

Μόνιμη κρίση;

Μακροπρόθεσμα, η λύση που προτείνουν οι Βρυξέλλες είναι να μειωθεί η εξάρτηση από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα με την αύξηση της εξοικονόμησης ενέργειας και την ενίσχυση της ποσότητας των εγχώριων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της Ευρώπης.

«Το μόνο μακροπρόθεσμο αντίμετρο κατά των κλυδωνισμών της ζήτησης και της αστάθειας των τιμών είναι η μετάβαση σε ένα πράσινο και πιο αποδοτικό ενεργειακά σύστημα που βασίζεται κυρίως σε εγχώριες πηγές», δήλωσε ο Simson. Πρόσθεσε μάλιστα ότι η αιολική και η ηλιακή ενέργεια «συνέχισαν να παρέχουν την πιο προσιτή ηλεκτρική ενέργεια στην αγορά καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης».

Ωστόσο, η ενεργειακή μετάβαση θα πάρει χρόνο. Επιπλέον, ορισμένοι προειδοποιούν ότι η αστάθεια στις αγορές ενέργειας είναι πιθανό να παραμείνει υψηλή, επειδή η πράσινη μετάβαση θα δημιουργήσει μεγαλύτερη αβεβαιότητα για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.

«Θα υπάρξει μακροπρόθεσμη αύξηση των τιμών της ενέργειας λόγω της περιβαλλοντικής μετάβασης», δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Οικονομίας Bruno le Maire. Ο ίδιος προέβλεψε επίσης ότι αυτό θα είναι «ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά ζητήματα για τα επόμενα χρόνια».

Ο Claude Turmes, υπουργός Ενέργειας του Λουξεμβούργου, χρησιμοποίησε παρόμοιους όρους κατά τη διάρκεια πρόσφατης ενημέρωσης του Τύπου στις Βρυξέλλες. «Το ερώτημα είναι αν θα υπάρξει μεγαλύτερη αστάθεια στις αγορές ενέργειας στην πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα μακροπρόθεσμα», δήλωσε στους δημοσιογράφους. «Και αυτό είναι κάτι που δεν προκαλεί έκπληξη- καθώς οι επενδύσεις σε ορυκτά είναι λιγότερο ασφαλείς μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, και έτσι τα περιθώρια ασφαλείας σε αυτές τις αγορές είναι πιθανώς μικρότερα».

Ομάδες καταναλωτών επισημαίνουν ότι η ενεργειακή κρίση έχει αναδείξει ορισμένες από τις αντιφάσεις της πράσινης μετάβασης: ενώ η εγκατάλειψη του εισαγόμενου πετρελαίου και φυσικού αερίου έχει γίνει ακόμη πιο επείγουσα, η προστασία των καταναλωτών από τις διακυμάνσεις των τιμών θα γίνεται όλο και πιο αναγκαία κατά τη διάρκεια της μετάβασης.

«Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι πρωτόγνωρο όσον αφορά την πράσινη μετάβαση» – λέει ο Els Bruggeman, από την «Euroconsumers», μια οργάνωση με μέλη στο Βέλγιο, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία.

«Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η κατάσταση αυτή δεν θα διαρκέσει μετά την άνοιξη του 2022. Αλλά πιθανότατα θα ξανασυμβεί, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς την πράσινη μετάβαση. Θα χρειαστούμε πολύ μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά τα αποθέματα φυσικού αερίου σε περίπτωση έλλειψης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Και με την είσοδο περισσότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, δεν αποκλείεται αυτή η κατάσταση να συμβεί ξανά», δήλωσε.

«Περισσότερο από ποτέ, έχει γίνει σαφές ότι η πράσινη μετάβαση πρέπει να είναι μια δίκαιη μετάβαση. Και αν δεν συμμετέχουν όλοι στην προσπάθεια, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτών, δεν πρόκειται να λειτουργήσει», δήλωσε η Bruggeman στη EURACTIV σε συνέντευξή της.

Τερματισμός της ενεργειακής φτώχειας σε παγκόσμιο επίπεδο

Η ενεργειακή φτώχεια δεν αποτελεί ζήτημα μόνο για την Ευρώπη. Σε παγκόσμιο επίπεδο η εξάλειψή της αποτελεί έναν από τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών. Πιο συγκεκριμένα, τίθεται ο στόχος της εξασφάλισης πρόσβασης σε «οικονομικά προσιτή, αξιόπιστη, βιώσιμη και σύγχρονη ενέργεια για όλους», συμπεριλαμβανομένης της σημαντικής αύξησης της ποσότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα.

Κατά την τελευταία δεκαετία, έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος, με τον αριθμό των ανθρώπων που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια να μειώνεται από 1,2 δισεκατομμύρια σε 759 εκατομμύρια. Το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει επίσης αυξηθεί από 16,3% σε 17,3%.

Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν για να επιτευχθεί ένα καθαρό ενεργειακό μείγμα για τον παγκόσμιο πληθυσμό.

«Μια ενεργειακή επανάσταση βασισμένη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση είναι απολύτως απαραίτητη όχι μόνο για την επιτάχυνση της οικονομικής προόδου και της ανάπτυξης, αλλά και για τη μείωση των εκπομπών που υπερθερμαίνουν τον πλανήτη μας» – σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ για την πρόσβαση στην ενέργεια.

Η έκθεση προειδοποιεί ότι στον ενεργειακό τομέα εξακολουθούν να κυριαρχούν τα ορυκτά καύσιμα. Σε αυτά αναλογεί το 73% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούνται από ανθρώπινες δραστηριότητες. Αυτές πρέπει να μειωθούν στο μισό μέχρι το 2030 για να αποφευχθεί η αύξηση της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων, η μετατόπιση του πληθυσμού και η επισιτιστική και υδατική ανασφάλεια – όπως αναφέρεται στην έκθεση.

«Καθώς οι κυβερνήσεις αρχίζουν να καθορίζουν μια πορεία εξόδου από την κρίση COVID-19, πρέπει τώρα να διασφαλίσουμε ότι όλες οι χώρες θα έχουν την ευκαιρία να συμμετάσχουν σε μια ενεργειακή μετάβαση ικανή να βελτιώσει σημαντικά την ευημερία των ανθρώπων και του πλανήτη», αναφέρεται στην έκθεση του ΟΗΕ.

*Αυτό το άρθρο αποτελεί μέρος της ειδικής μας έκθεσης για την Ενεργειακή φτώχεια.

**Από Frédéric Simon and Kira Taylor  - Μεταφρασμένο από Μαριάνθη Πελεκανάκη

 

 

 

22 Nοεμβρίου 2021

Euractiv