Διαφάνεια, αλλαγές στην "προτεραιοποίηση" και πρόσβαση στις διασυνδετικές γραμμές με τις γειτονικές χώρες ζητούν οι επενδυτές φωτοβολταϊκών από ΥΠΕΝ και ΑΔΜΗΕ

Διάλογο, διαφάνεια, στοιχεία, πρωτοβουλίες και κατεύθυνση ζητά ο κλάδος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ιδιαίτερα οι επενδυτές φωτοβολταϊκών απευθυνόμενοι τόσο προς την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ όσο και στους Διαχειριστές του Δικτύου και του Συστήματος, ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ, καθώς διαφορετικά το μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον κινδυνεύει να μείνει στα «χαρτιά» και οι στόχοι ΑΠΕ ένα απλό ευχολόγιο.  

Σε παρεμβάσεις εκπροσώπων στο συνέδριο της SolarPlaza Greece που πραγματοποιήθηκε την προηγούμενη Πέμπτη στην Αθήνα, εκπρόσωποι εταιρειών αναφέρθηκαν εκτενώς στις δυσκολίες που προκύπτουν από την έλλειψη διαφάνειας και στοιχείων, αναγκαίων για τον καθορισμό και την μεθόδευση μιας επένδυσης.

Πρώτο ζήτημα αποτελεί ο κορεσμός του δικτύου, γεγονός που, ωστόσο, όπως υπογράμμισαν, πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω, ώστε να είναι σε γνώση του επενδυτή η ακριβής γεωγραφική απεικόνιση του κορεσμού, δηλαδή πόσα αιτήματα συγκεντρώνονται ανά περιοχή σε συνάρτηση με την δυναμικότητα του Δικτύου και του Συστήματος. Οι εκπρόσωποι των εταιρειών δήλωσαν «ετοιμότητα» να χρηματοδοτήσουν σημαντικά έργα επέκτασης του Συστήματος ή και έργα σύνδεσης στην υπερυψηλή τάση (400kV), παρά την αυξημένη περιπλοκότητα και κόστος, αν αυτό είναι απολύτως απαραίτητο.

Ταυτόχρονα, σημαντική «δυσφορία» προκαλεί η μέθοδος της εκ των υστέρων προτεραιοποίησης ορισμένων έργων έναντι άλλων, οδηγώντας μια σειρά επενδυτές σε απόλυτη αδυναμία προγραμματισμού των επενδύσεων τους. Όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά, «πρόκειται για ένα περίπλοκο πλέγμα διοικητικά προσδιορισμένων προτεραιοτήτων», που προκαλούν γραφειοκρατική εμπλοκή στους Διαχειριστές, οι οποίοι πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι «προτεραιότητες» αυτές τηρούνται ευλαβικά. Αντί να λαμβάνονται υπόψη στην έκδοση των προσφορών σύνδεσης η βελτιστοποίηση χρήσης του Συστήματος και η βιωσιμότητα των έργων.

Μια εκ των προτάσεων της ηλιακής επιχειρηματικής κοινότητας προς τον ΑΔΜΗΕ και την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ είναι να δοθεί πρόσβαση από τον ΑΔΜΗΕ για σύνδεση έργων στις διασυνοριακές / διασυνδετικές γραμμές υπερυψηλής τάσης των 400 kV με τα γειτονικά κράτη, επιτρέποντας στους επενδυτές να προχωρήσουν στην δημιουργία των αναγκαίων υποδομών σε υποσταθμούς. Όπως, επίσης, υποδεικνύει πλήθος μελετών, η ενίσχυση των διασυνδέσεων συνιστά τον αποτελεσματικότερο τρόπο ενίσχυσης της ευστάθειας του Συστήματος, ενώ συνάδει και με έναν εξαγωγικό προσανατολισμό σε σχέση με την παραγόμενη πράσινη ηλεκτρική ενέργεια από τη χώρα μας.

Όπως ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Γενικός Διευθυντής της ABO Wind AG, Παναγιώτης Σαρρής, χρειάζεται να υπάρξει σχετική πολιτική πρωτοβουλία και ρύθμιση, συνυπολογίζοντας ότι τέτοια μέτρα, όπως και άλλα παρόμοια, έρχονται να εξυπηρετήσουν την εγγενή ανάγκη για επέκταση του Συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας και συνολικότερα την αναβάθμιση των ενεργειακών υποδομών της χώρας και την ενίσχυση του ρόλου της στο ενεργειακό «γίγνεσθαι» στην ευρύτερη περιοχή. Η αποθήκευση ενέργειας μπορεί να συμβάλει στη αντιμετώπιση των ενεργειακών προκλήσεων του σήμερα, ωστόσο, «δεν είναι πανάκεια» και από την άποψη αυτή, η αναβάθμιση του Συστήματος, επιτρέποντας την ανάπτυξη και σύνδεση μεγάλων έργων σε αυτό, συνιστά σημαντική συμπληρωματική δράση, υπογράμμισε σχετικά. Και πρόκειται για μια μοναδική ευκαιρία τα έργα αυτά να χρηματοδοτηθούν από ιδιωτικές επενδύσεις και όχι δημόσιο χρήμα.

Τέλος, οι «ειδήσεις» για ακυρώσεις έργων σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο κρούουν τον «κώδωνα» του κινδύνου για τον κλάδο των φωτοβολταϊκών, καθώς η άνοδος των τιμών σε πρώτες ύλες και μεταφορές απειλεί ευθέως την βιωσιμότητα μιας σειράς έργων. Όπως ανέφερε το υψηλόβαθμο στέλεχος της ABO Wind, μια σειρά έργα παύουν να είναι βιώσιμα λόγω κόστους υλοποίησης, καθώς οι τιμές αμοιβής που έχουν υπογράψει υστερούν σημαντικά της ανόδου που γνωρίζουν τους τελευταίους μήνες οι τιμές σε μια σειρά πρώτες ύλες.  

Σύμφωνα με τον κ. Σαρρή, η άνοδος αυτή δεν συνιστά ένα «spike», αλλά η εκτίμηση είναι πως οι τιμές θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για τα επόμενα 1-2 χρόνια και επομένως επιτάσσουν αναπροσαρμογή στα πλάνα των επενδυτών, γεγονός που οδηγεί και στην ακύρωση μιας σειράς επενδύσεων. Αν και δεν πρόκειται για ελληνικό φαινόμενο, ωστόσο, απαιτείται να δοθεί η δέουσα προσοχή εκ μέρους της επιχειρηματικής κοινότητας και Πολιτείας, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν δυσάρεστες εξελίξεις για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και κατά συνέπεια την επίτευξη των στόχων σε Ενέργεια και Κλίμα.  

 

 

23 Νοεμβρίου 2021

energypress