Γιάννης Μανιάτης: Το νέο ευρωπαϊκό ενεργειακό δόγμα.
Οι παγκόσμιες ετήσιες επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια είναι σήμερα $1 τρισ., ενώ το 2030 πρέπει να εκτοξευτούν στα $4 τρισ. Για την αξιοποίησή τους οι κυβερνήσεις οφείλουν να δημιουργήσουν ένα Κοινό Ενεργειακό Ερευνητικό Κέντρο, κατά το ανάλογο του CERN, που να συγκεντρώνει επενδύσεις για κορυφαίες τεχνολογικές καινοτομίες σε «δύσκολους» τομείς, όπως ναυτιλία, αεροπλοΐα, χάλυβας, τσιμέντο
Α. ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Η Ευρώπη μοιάζει να μην έχει διδαχθεί τίποτε από την παραβολή των μωρών παρθένων, ούτε καν από τη δημοσιονομική κρίση 2008-2009 (που την πλήρωσε πανάκριβα η Ελλάδα), όπου της χρειάστηκαν 3 χρόνια για να δημιουργήσει τους σημερινούς μηχανισμούς χρηματοοικονομικής θωράκισης. Συνεχίζει με αφέλεια να θεωρεί ότι η διεθνής γεωπολιτική σκηνή θα εξελίσσεται διαρκώς υπό ομαλές συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας, χωρίς ακραίες καταστάσεις και απρόοπτα.
Η ενεργειακή κρίση που βιώνουμε είναι ένα απολύτως αναμενόμενο φαινόμενο. Αναμενόμενη η σημαντική αύξηση της ανάπτυξης και της συνακόλουθης ζήτησης σημαντικών ποσοτήτων ενέργειας, μετά την ακινησία της πανδημίας του 2020. Η κατά 7% παγκόσμια ύφεση και η ισόποση μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου το 2020, από τις αρχές του 2021 έδειξαν να ξεπερνούν τα προ κρίσης δεδομένα και οι ρύποι να εκτινάσσονται στο ιστορικά δεύτερο υψηλότερο επίπεδο.
Οι σταθμοί LNG σε Ρωσία, Αυστραλία, Νορβηγία ήταν κλειστοί λόγω πυρκαγιών ή συντήρησης. Ο κόλπος του Μεξικού λόγω του τυφώνα Ida μείωσε την παραγωγή του κατά 80%-90%. Η διεθνής εφοδιαστική αλυσίδα έχει μπλοκάρει εδώ και πολλούς μήνες τo εξαιρετικό ψύχος στην Ασία με το ήπιο καλοκαίρι της Ευρώπης, που μείωσε την παραγωγή αιολικής ενέργειας, συνδυάστηκε με ξηρασίες σε μεγάλες οικονομίες των G20.
Στα προηγούμενα προστίθεται η τεχνητή εκτίναξη των τιμών εκπομπών διοξειδίου άνθρακα στην Ευρώπη από €25/τόνο (2020), στα €60/τόνο σήμερα. Η απρονοησία των Ευρωπαίων ολοκληρώθηκε με τις περίπου 50 υπόγειες δεξαμενές αποθήκευσης φυσικού αερίου να είναι γεμάτες μόλις κατά 60%, όταν τα προηγούμενα χρόνια τέτοια εποχή είχαν πληρότητα 90%. Λόγω μείωσης της παραγωγής σε Νορβηγία, Τρινιντάντ, Νιγηρία, η διεθνής παροχή LNG αυξήθηκε το 2021 μόνο 5%, ενώ τα προηγούμενα χρόνια αυξανόταν κατά 10% ετησίως.
Οι εισαγωγές της Κίνας αυξήθηκαν κατά 22%, αγοράζοντας σε οποιαδήποτε τιμή όλες τις ποσότητες LNG που κυκλοφορούν, ενώ μειώθηκαν κατά 20% οι εισαγωγές της Ευρώπης. Η Κίνα σταμάτησε τις εισαγωγές άνθρακα από την Αυστραλία για τα 3.500 ανθρακικά εργοστάσιά της, ως αντίμετρο για το αίτημα της Αυστραλίας να υπάρξει νέα έρευνα για το ξεκίνημα της Covid-19. Επιπλέον, η προ 5ετίας δραματική πτώση των τιμών πετρελαίου μείωσε σημαντικά τις επενδύσεις σε υποδομές, με αποτέλεσμα σήμερα να φαίνονται οι ελλείψεις. Οι εξαγωγές από Ρωσία κινήθηκαν κατώτερα του αναμενομένου, ενώ ασφαλώς υπάρχει το γεωπολιτικό παιχνίδι για τη γρήγορη αδειοδότηση του ΝordStream ΙΙ.
Β.Ο ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ
ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ
Η τέλεια καταιγίδα ολοκληρώθηκε με την αντικειμενική ανυπαρξία μεγάλων μονάδων αποθήκευσης της διαλείπουσας φωτοβολταϊκής και αιολικής ενέργειας, δεδομένου ότι οι μπαταρίες βρίσκονται ακόμη ουσιαστικά σε πειραματικό στάδιο, όταν οι ανάγκες του ευρωπαϊκού στόχου μείωσης κατά 55% των εκπομπών έως το 2030 απαιτούν, όχι μπαταρίες διάρκειας λίγων ωρών αλλά αποθηκευτική ικανότητα που να κρατά για εβδομάδες ή και μήνες.
Για να κορυφωθεί ο ευρωπαϊκός παραλογισμός στην αναμενόμενη κρίση φυσικού αερίου, έχουμε τις διαρκείς και παράλογες ομοβροντίες θεσμικών οργάνων της Ενωσης κατά της χρηματοδότησης μονάδων υποδομής Δικτύων και Αγωγών φυσικού αερίου. Ο παραλογισμός αναδεικνύεται όταν η ίδια η ΕΕ σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει το φυσικό αέριο ως μεταβατικό καύσιμο για τα επόμενα 30 χρόνια (μέχρι το 2050), όταν ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας-ΙΕΑ εκτιμά ότι τα επόμενα 10 χρόνια (έως το 2030), οι ανάγκες της παγκόσμιας οικονομίας σε φυσικό αέριο θα είναι στα ίδια με τα σημερινά επίπεδα των 3.800 δισ. κυβ. μέτρων, όταν ακόμα και στο Σενάριο Μηδενικών Εκπομπών το 2050 το φυσικό αέριο θα συμμετέχει κατά τουλάχιστον 20%, όταν, τέλος, τα Δίκτυα και οι Αγωγοί φυσικού αερίου είναι οι μοναδικοί τρόποι μεταφοράς του καυσίμου του μέλλοντος, του «πράσινου υδρογόνου», που προφανώς δεν μπορεί να μεταφέρεται με φορτηγά αυτοκίνητα στους δρόμους.
Δυστυχώς, στη δημόσια συζήτηση για πράσινη ανάπτυξη η πτυχή της «Ασφάλειας Εφοδιασμού» λείπει εντελώς, ενώ τόσο πριν όσο και μετά τη μετάβαση αυτή είναι απολύτως απαραίτητη προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία ολόκληρης της ευρωπαϊκής οικονομίας, να προστατευθούν οι καταναλωτές (νοικοκυριά, ΜΜΕ, βιομηχανία), να υπάρξει συνεχής κοινωνική αποδοχή της μετάβασης, και τέλος να αντιμετωπιστεί η Ενεργειακή Φτώχεια και να βελτιωθεί η Ενεργειακή Δημοκρατία. Ακόμα και οι καλύτερες μπαταρίες σήμερα δεν μπορούν να παρέχουν αποθήκευση για περισσότερες από μερικές ώρες. Η Ασφάλεια Εφοδιασμού απαιτεί αποτελεσματικές και αξιόπιστες μεγαλύτερες λύσεις αποθήκευσης, έως και μηνιαίες. Το φυσικό αέριο θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην εξασφάλιση της ασφάλειας εφοδιασμού, ενώ παράλληλα θα ελαχιστοποιήσει τις εκπομπές.
Τα παραπάνω είχαν εκτός των άλλων ως αποτέλεσμα να εισέλθει με έντονο τρόπο στην ευρωπαϊκή συζήτηση το αίτημα 10 χωρών, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, για τον χαρακτηρισμό της πυρηνικής ενέργειας ως πράσινης ενέργειας, αφού δεν εκπέμπει αέρια θερμοκηπίου και οι νέες, μικρότερης ισχύος μονάδες, παράγουν πολύ λιγότερα πυρηνικά κατάλοιπα. Ανάλογη κατεύθυνση υλοποιείται και στη Μεγάλη Βρετανία, με μικρούς αντιδραστήρες νεότερης τεχνολογίας.
Γ. ΤΟ ΝΕΟ ΔΟΓΜΑ
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Αυτά τα γεγονότα ανέδειξαν την ανάγκη η ΕΕ να διαμορφώσει ένα νέο, σύγχρονο Δόγμα Ενεργειακής Ασφάλειας για τον σημερινό κόσμο, ο οποίος είναι πολύ διαφορετικός από τον κόσμο της δεκαετίας του 2000. Με λίγα λόγια, η ενεργειακή μετάβαση από μόνη της δεν αρκεί ως ενεργειακή στρατηγική.
Η πράσινη ενέργεια δημιουργεί νέες γεωπολιτικές προκλήσεις. Η αναζήτηση για την ασφάλεια του εφοδιασμού ορυκτών πρώτων υλών και σπάνιων γαιών είναι ένα πεδίο όπου η παγκόσμια οικονομία θα χρειαστεί 7 φορές περισσότερα κρίσιμα ορυκτά, όπως λίθιο, γραφίτη, χαλκό, κοβάλτιο, νικέλιο, κ.λπ., αλλά με περίπου το 70% της εξαγωγής και επεξεργασίας τους να εξαρτάται από την Κίνα.
Οι παγκόσμιες ετήσιες επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια είναι σήμερα $1 τρισ., ενώ το 2030 πρέπει να εκτοξευτούν στα $4 τρισ. Για την αξιοποίησή τους οι κυβερνήσεις οφείλουν να δημιουργήσουν ένα Κοινό Ενεργειακό Ερευνητικό Κέντρο, κατά το ανάλογο του CERN, που να συγκεντρώνει επενδύσεις για κορυφαίες τεχνολογικές καινοτομίες σε «δύσκολους» τομείς, όπως ναυτιλία, αεροπλοΐα, χάλυβας, τσιμέντο.
Στον πανικό της κρίσης οι κυβερνήσεις προτείνουν αποσπασματικές λύσεις, ενώ η Επιτροπή αρκείται στο να καταγράφει απλά σε μια «Εργαλειοθήκη» τα μέτρα που ήδη έχουν πάρει οι κυβερνήσεις. Σε μια αντίστοιχη περίπτωση, στη διάρκεια της ρωσο-ουκρανικής κρίσης φυσικού αερίου, το α’ εξάμηνο 2014, όταν ως προεδρεύουσα χώρα της ΕΕ είχαμε την προεδρία του Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας, είχα προτείνει στην Επιτροπή την άμεση συγκρότηση ενός Ταμείου Εξισορρόπησης Τιμών Αερίου, που θα ενισχύει κάθε χώρα, για κάθε φορτίο spot LNG που θα διεκδικεί, συμπληρώνοντας την υπερβάλλουσα τιμή ώστε τα φορτία να μη φεύγουν για Κίνα, Ιαπωνία, Κορέα, δεδομένου ότι οι πολλές μεμονωμένες μικρές ευρωπαϊκές οικονομίες (πλην Γερμανίας) είναι αδύνατο να ανταγωνιστούν τις προσφορές που υποβάλλουν οι πολύ μεγαλύτερες οικονομίες της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Δ. ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ
Συνοψίζω τις προτάσεις:
1) Παράλληλα με τη μέγιστη οικονομική στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, διαμόρφωση ενός νέου ευρωπαϊκού Ενεργειακού Δόγματος ακόμα ταχύτερης πράσινης μετάβασης, με παράλληλο όμως συνυπολογισμό της Ενεργειακής Ασφάλειας (διαφοροποίηση πηγών και οδεύσεων, προσιτές τιμές, καταπολέμηση ενεργειακής φτώχειας, στήριξη ενεργειακής δημοκρατίας).
2) Ενιαίο Ενεργειακό Ερευνητικό Κέντρο Ευρώπης για τη στήριξη ενεργειακών καινοτομιών απανθρακοποίησης «δύσκολων» τομέων, όπως ναυτιλία, αεροπλοΐα, τσιμέντο, χάλυβας.
3) Δημιουργία Ταμείου Εξισορρόπησης Τιμών Αερίου, με αρχική «προίκα» €30 δισ.
4) Ταχύτερη προώθηση όλων των μορφών αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες, τηγμένα άλατα, αντλησιοταμίευση, υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου – π.χ. Νότια Καβάλα, μονάδες συλλογής και αποθήκευσης διοξειδίου – CCUS, νέα υδροηλεκτρικά).
Ο κ. Γιάννης Μανιάτης είναι καθηγητής, πρώην υπουργός Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής.
24 Οκτωβρίου 2021
ΤΟ ΒΗΜΑ