Κρίσιμες αποφάσεις από Ε.Ε. για συνοριακό φόρο άνθρακα και δικαιώματα ρύπων – Ποιους κινδύνους βλέπει η βιομηχανία

Ορόσημο για το μέλλον τους θεωρούν οι φορείς των ευρωπαϊκών βιομηχανιών έντασης ενέργειας, όπως των κλάδων παραγωγής αλουμινίου, τσιμέντου και χάλυβα, τη σημερινή παρουσίαση της πρότασης της Κομισιόν για τον συνοριακό φόρο άνθρακα, στο πλαίσιο των εισηγούμενων κανονισμών του πακέτου «Fit For 55». 

Κρίσιμο στοιχείο αποτελεί το κατά πόσο ο φόρος θα συνδυαστεί με τη συνέχιση της χορήγησης δωρεάν δικαιωμάτων στις επιλέξιμες βιομηχανίες, ή αν η εφαρμογή του μέτρου θα σημάνει το τέλος του υφιστάμενου καθεστώτος αντιστάθμισης ρύπων. Κι αυτό γιατί στο δεύτερο ενδεχόμενο, οι βιομηχανίες έντασης ενέργειας θα έβλεπαν το κόστος παραγωγής τους κυριολεκτικά να εκτινάσσεται – εξέλιξη που θα προεξοφλούσε ακόμη περισσότερα λουκέτα εργοστασίων στην Ευρώπη. 

Αν και έως και σχετικά πρόσφατα, η ιδέα ήταν με τον συνοριακό φόρο να καταργηθεί η αντιστάθμιση ρύπων, οι δημοσιογραφικές πληροφορίες μιλούν για ανατροπή της τελευταίας στιγμής, και τη διατήρηση της χορήγησης δωρεάν δικαιωμάτων έως το 2025-2026. 

Ωστόσο, αυτό μένει να επιβεβαιωθεί από τη σημερινή παρουσίαση. Κρίσιμο είναι επίσης το τι θα εισηγείται η Κομισιόν για την αμέσως επόμενη χρονική περίοδο – όπως, για παράδειγμα, αν θα προτείνει τη σταδιακή μείωση των δωρεάν δικαιωμάτων, ή τον «ξαφνικό θάνατο» της αντιστάθμισης ρύπων. Μία επιλογή που, όπως είναι φυσικό, θα επηρεάσει δραστικά το βιομηχανικό κόστος παραγωγής από το 2025-2026. 

Επιτάχυνση του carbon leakage 

Όπως έχει γράψει το energypress, o συνοριακός φόρος άνθρακα συγκαταλέγεται στους 12 προτεινόμενους μηχανισμούς που περιλαμβάνονται στο πακέτο «Fit For 55», με στόχο τη μείωση των εκπομπών της Ευρώπης κατά 55% έως το 2030. Το μέτρο είναι επίσημα γνωστό ως Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (CBAM), ενώ προβλέπει την επιβολή δασμού στις εισαγωγές αλουμινίου, χάλυβα, τσιμέντου, λιπασμάτων και ηλεκτρικής ενέργειας από τρίτες χώρες, επιβαρύνοντας τα αγαθά αυτά για τις ανθρακικές εκπομπές που ενσωματώνουν, με βάση την τιμή των δικαιωμάτων ρύπων στην Ευρώπη.  

Ωστόσο, ήδη από το 2019 όταν πρωτοξεκίνησε να συζητείται η εφαρμογή του CBAM, η ιδέα της Κομισιόν ήταν ο δασμός αυτός να συνδυαστεί με την κατάργηση της αντιστάθμισης ρύπων για τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές βιομηχανίες. Έτσι, σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, ο νέος συνοριακός φόρος θα μπορούσε να ανακόψει τη «διαρροή άνθρακα», επιτελώντας την ίδια λειτουργία (και το ίδιο αποτελεσματικά) με τη χορήγηση δωρεάν δικαιωμάτων ρύπων. 

Σύμφωνα ωστόσο με τους φορείς των ευρωπαϊκών βιομηχανιών, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο στην πραγματικότητα θα επιταχυνόταν το carbon leakage. Ο λόγος είναι πως το μόνο αποτέλεσμα που θα προκαλούσε θα ήταν να καταστούν τα ευρωπαϊκά εργοστάσια μη ανταγωνιστικά έναντι των επιχειρήσεων από τρίτες χώρες, χωρίς μάλιστα ο φόρος να αποτελέσει κίνητρο ώστε οι βιομηχανίες εκτός Ε.Ε. να μειώσουν τις εκπομπές τους. 

Αύξηση 60% του κόστους παραγωγής αλουμινίου στην Ευρώπη

Η υπονόμευση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας θα μεταφραζόταν πρακτικά στην κατάρρευση των εξαγωγών από τη Γηραιά Ήπειρο. Κι αυτό γιατί η κατάργηση της αντιστάθμισης ρύπων θα σήμαινε πως κάθε ευρωπαϊκή βιομηχανία θα επιβαρυνόταν με κόστος δικαιωμάτων για το σύνολο της παραγωγής της, δηλαδή τόσο για τις ποσότητες που θα πουλήσει εντός Γηραιάς Ηπείρου, όσο και για το αλουμίνιο που προορίζει για εξαγωγές. 

Στην περίπτωση για παράδειγμα μίας βιομηχανίας αλουμινίου, θα σήμαινε πως η παραγωγή κάθε τόνου μετάλλου (ανεξαρτήτως προορισμού) θα αυξανόταν ούτε λίγο ούτε πολύ κατά 60%. Επομένως, θα ήταν πλέον αδύνατον να ανταγωνισθεί σε μία αγορά εκτός Ευρώπης μία βιομηχανία αλουμινίου από οποιοδήποτε κράτος όπου δεν εφαρμόζεται σύστημα εμπορίας ρύπων και συνεπώς το μέταλλο παράγεται χωρίς μία ανάλογη επιβάρυνση για τις εκπομπές που προκαλούνται. 

Σύμφωνα πάντως με αναλυτές, χωρίς την αντιστάθμιση ρύπων, ο συνοριακός φόρος άνθρακα δεν θα έδινε πλεονέκτημα στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες ούτε εντός Ε.Ε., με δεδομένο ότι ένας ανταγωνιστής τους από τρίτη χώρα θα επιβαρύνεται με έξτρα κόστος μόνο για τις ποσότητες που εξάγει εντός Ε.Ε. 

Έτσι, αν π.χ. μία κινεζική βιομηχανία αλουμινίου διοχετεύει στη «Γηραιά Ήπειρο» το 10% της παραγωγής της, θα επιβαρύνεται με συνοριακό φόρο άνθρακα για αυτές τις ποσότητες, ενώ για το υπόλοιπο 90% που θα πουλά στον υπόλοιπο κόσμο δεν θα υφίσταται κανένα ανάλογο κόστος. 

Κατά συνέπεια, ως προς το σύνολο της παραγωγής της, η επιβάρυνση από το CBAM θα είναι μόλις 5%, έναντι 60% για τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές της. Κάτι που μεταξύ άλλων σημαίνει ότι δεν έχει κίνητρο να «πρασινίσει» την παραγωγή της. 

Δυνατότητα αποφυγής του φόρου 

Μάλιστα, με δεδομένο ότι και οι ξένες εταιρείες ηλεκτροδοτούνται από μίγματα «καυσίμων», μπορούν να αποφύγουν πλήρως τον διασυνοριακό φόρο άνθρακα. Έτσι, η βιομηχανία του προηγούμενου παραδείγματος, αν διαθέτει μία μονάδα παραγωγής αλουμινίου στην Κίνα η οποία ηλεκτροδοτείται αποκλειστικά από «πράσινο» ρεύμα (π.χ. από κάποια κοντινή υδροηλεκτρική μονάδα), μπορεί να εξάγει στην Ευρώπη ποσότητες αποκλειστικά από τη συγκεκριμένη μονάδα. 

Αυτό σημαίνει πως οι εξαγωγές της στην Ευρώπη θα απαλλάσσονται εντελώς από τον φόρο άνθρακα. Την ίδια ώρα, οι εξαγωγές της στις υπόλοιπες χώρες δεν θα έχουν καμία επιβάρυνση για τις εκπομπές που «ενσωματώνουν», ακόμη κι αν προέρχονται από μονάδες που ηλεκτροδοτούνται αποκλειστικά από λιγνιτικούς σταθμούς. Επομένως, δεν θα έχει κανέναν απολύτως λόγο να αλλάξει το περιβαλλοντικό της προφίλ.

 

 

14 Ιουλίου 2021

energypress