Οι τιμές των φωτοβολταϊκών module στην φυσική αγορά της Ε.Ε. - Είναι δυνατή η βιώσιμη ανάπτυξη της αγοράς;
Η σταθεροποίηση των τιμών στα φωτοβολταϊκά δίνει πλέον τη θέση της σε αυξήσεις από τους περισσότερους κατασκευαστές τις τελευταίες εβδομάδες. Είδαμε αυξήσεις το Μάρτιο στο 1 σεντ ανά βατ σε όλο το πλάτος της αγοράς. Σε σχέση με το δ' τρίμηνο του 2020 οι τιμές κατά μέσο όρο αυξήθηκαν κατά 0,02-0,03$ ανά βατ, δηλαδή κατά 10-15% και δεν μπορούν να αντισταθμιστούν αλλού στους υπολογισμούς για τα τωρινά έργα. Είναι σπάνιο για ένα κατασκευαστή να συμφωνεί σε συγκεκριμένες τιμολογιακές δεσμεύσεις για νέες παραγγελίες. Οι χονδρέμποροι και οι πελάτες μπορούν να κλειδώσουν ποσότητες, αλλά εν γένει δεν μπορούν πλέον να λάβουν συγκεκριμένες τιμές, τουλάχιστον όχι πέραν του τρέχοντος τριμήνου. Ένας λόγος είναι ότι οι προμηθευτές συστημάτων, ιδίως για πολυπυρίτιο, δισκία και γυαλί, δεν θέλουν πλέον να δεσμεύονται από τιμολογιακές εγγυήσεις και προτιμούν να εμπορεύονται με βάση την ημερήσια τιμή.
Η ζήτηση συνεχίζεται αμείωτη, τουλάχιστον στην Ευρώπη και ιδίως στον αναπτυσσόμενο κλάδο μικρών και μεσαίων έργων. Οι περιορισμοί στην πολιτική ΑΠΕ της Γερμανίας δεν οδήγησαν σε πτώση της ζήτησης - τουλάχιστον από την πλευρά της χονδρεμπορικής - και ξεπερνά κατά πολύ την προμήθεια των modules. Για τους αντιστροφείς και τις μπαταρίες η κατάσταση είναι κάπως καλύτερη. Παρόλα αυτά, οι τύποι module με υψηλή ζήτηση πωλούνται μήνες εκ των προτέρων και σε ορισμένες περιπτώσεις νέες προμήθειες δεν έχουν καν ανακοινωθεί, ακόμα και στην περίπτωση νέων τύπων. Όταν οι κατασκευαστές ερωτώνται για την αιτία της πτώσης αυτής, απαντούν ότι έπρεπε να περικόψουν την παραγωγή λόγω της δυσκολίας στον εφοδιασμό τους και λόγω των υψηλών τιμών πρώτων υλών, όμως είναι αυτό δυνατόν;
Η αρμάδα των αναλυτών
Μια αρμάδα από αναλυτές προβλέπει συχνά με μεγάλη ακρίβεια την τάση της ζήτησης στα φωτοβολταϊκά. Κάθε τρίμηνο, οι προβλέψεις δημοσιεύονται και δείχνουν κατεύθυνση προς τα επάνω για τις εγκαταστάσεις. Επιπλέον, οι κλιματικοί ειδικοί και οι ακτιβιστές σημειώνουν ότι τα στοιχεία των πολιτικών είναι πολύ χαμηλά για να επιτευχθούν οι στόχοι CO2. Τότε, γιατί ο κλάδος δεν μπορεί να συμβαδίσει την παραγωγή του με το βαθμό ανάπτυξης; Δεν μπορεί να οφείλεται σε έλλειψη επενδύσεων, διότι θα έπρεπε να αρκούν πλέον για να στηρίξουν τον ευρωπαϊκό κλάδο φωτοβολταϊκών σε όλη του την αλυσίδα αντί να διοχετεύονται σε κρυπτονομίσματα ελλείψει άλλων σταθερών και επικερδών μορφών επενδύσεων.
Αντιθέτως, βρισκόμαστε στο έλεος των ασιατικών κατασκευαστών, οι οποίοι επέκτειναν μαζικά τη δυναμικότητά τους στις κυψέλες και τα module τα τελευταία χρόνια, αλλά ταυτόχρονα δεν έκαναν το ίδιο στην επέκταση της παραγωγής πολυπυριτίου. Βεβαίως, εκεί χρειάζονται επενδύσεις διαφορετικού είδους. Οι ασιατικοί κατασκευαστές μπορούν συχνά να βασίζονται σε γενναία στήριξη από τις κεντρικές κυβερνήσεις. Όπως φαίνεται, εξακολουθούν να ανησυχούν για την υπερπαραγωγή και την πτώση των τιμών και έτσι έχουν μείνει πίσω σε σχέση με την αγορά. Οι πολιτικοί και οι παραγωγοί θα πρέπει να αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό τις απαισιόδοξες προβλέψεις και να εμπιστευτούν την γρήγορη ανάπτυξη της ζήτησης, ιδίως αν οι τιμές είναι σωστές. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να βασιστούμε απαραίτητα στον πρώην ηγέτη της αγοράς, τη γερμανική Wacker Chemie AG. Στο εργοστάσιό της στις ΗΠΑ, που άνοιξε το 2016, υπάρχουν διαρκώς προβλήματα με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί ακόμα η προβλεπόμενη παραγωγή, τουλάχιστον στο πυρίτιο.
Οι διαρκώς αυξανόμενες τιμές έδωσαν έμφαση σε μια άλλη πτυχή της παγκόσμιας επέκτασης των φωτοβολταϊκών: Την ποιότητα των εγκαταστάσεων. Οι χαμηλές τιμές ηλεκτρισμού φιγουράρουν στα πρωτοσέλιδα και γιορτάζονται από τους ακτιβιστές, αλλά δεν έχουν απαραίτητα σχέση με την πραγματική αξία. Δεδομένης της τωρινής τεχνολογικής κατάστασης, ένα μεγάλο έργο μπορεί να παράγει έναντι 0,01$/κιλοβατώρα σε σταθερή βάση ασχέτως του που βρίσκεται. Χρειάζεται είτε μαζική εξοικονόμηση στην ποιότητα των προϊόντων, είτε ένα επικίνδυνο στοίχημα για τις μελλοντικές τιμές ηλεκτρισμού. Πέραν της Ευρώπης, η συμμετοχή σε δημοπρασίες έχει να κάνει κυρίως με τη γρήγορη πρόσβαση στο δίκτυο, ενώ προσφορές σχεδόν μηδενικές δεν σπανίζουν. Μόλις, όμως, ολοκληρωθεί η περίοδος της σταθερής τιμής, τα έσοδα πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,02-0,03$ για να είναι κερδοφόρο το έργο μακροπρόθεσμα.
Η δεύτερη επιλογή - να χρησιμοποιούνται μόνο τα φθηνότερα εξαρτήματα και να επιτευχθεί μείωση κόστους - είναι αρκετά σπάνια σύμφωνα με έναν ειδικό του κλάδου, διότι οι πελάτες είναι συνήθως μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι ή ομάδες επενδυτών. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν αμελής και πρέπει να μείνει στο παρελθόν. Όπως λέει η παροιμία: Αν αγοράσεις φθηνά, θα αγοράσεις δύο φορές. Όμως, στον τομέα των μεγάλων έργων, αυτό σημαίνει ότι ο αρχικός διαχειριστής του έργου δεν θα βιώσει τη δεύτερη αυτή φορά.
Μπορώ μονάχα να παροτρύνω για ρεαλιστικό σχεδιασμό των τιμών στα έργα και για να υποβάλλονται μόνο σοβαρές προσφορές στις δημοπρασίες για πρόσβαση στο δίκτυο και επιδοτήσεις, ενώ ο κλάδος των φ/β πρέπει επιτέλους να προσαρμοστεί στη διαρκώς ανοδική ανάπτυξη και να αναπτύξει προσφορές που ταιριάζουν με τη ζήτηση.
( PV-Magazine)
14 Μαϊου 2021
energypress