Ανακαινίσεις για την ενεργειακή απόδοση κτιρίων: Μία Γάλλο – Γερμανική πρόκληση.

09 11 2020 | 08:49

Για να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα έως το 2050, το ζήτημα της ανακαίνισης των κτιρίων προκειμένου να αυξηθεί η ενεργειακή αποδοτικότητά τους, είναι ζωτικής σημασίας. Το εν λόγω ζήτημα αποτελεί περισσότερο από ποτέ άλλοτε, αντικείμενο συζήτησης και στις δύο πλευρές του Ρήνου.

Αυτό μεταδίδουν σε αναλυτικό ρεπορτάζ η γερμανική και η γαλλική EURACTIV.

Πριν ακόμα η ΕΕ υιοθετήσει τον στόχο της για κλιματική ουδετερότητα ως το 2050, πολλές ήταν οι χώρες της ΕΕ που είχαν δεσμευτεί να επιτύχουν αυτόν τον στόχο σε εθνικό επίπεδο, ακολουθώντας τις επιταγές της Συμφωνίας των Παρισίων.

Δεδομένου ότι ο κατασκευαστικός τομέας είναι υπεύθυνος για το 36% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ, η ανακαίνιση για την ενεργειακή αποδοτικότητα των υφιστάμενων κτιρίων θεωρείται ουσιαστικό στοιχείο για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Γαλλία και η Γερμανία ασχολούνται με αυτό το ζήτημα εδώ και αρκετά χρόνια, με σχετική επιτυχία μέχρι στιγμής.

Όμως, η συζήτηση έχει αποκτήσει νέα ώθηση τους τελευταίους μήνες χάρη στην πρωτοβουλία «Κύμα Ανακαίνισης» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ένα από τα εμβληματικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.

Νέες επενδύσεις στη Γαλλία

Στη Γαλλία, ο κατασκευαστικός κλάδος είναι υπεύθυνος για το ένα τέταρτο σχεδόν των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Αυτή η τιμή της ρύπανσης καθίσταται ακόμη πιο ανησυχητική εξαιτίας του γεγονότος ότι ο αριθμός των κτιρίων που υποβάλλονται σε θερμική ανακαίνιση παραμένει χαμηλός.

Σύμφωνα με το Γαλλικό Παρατηρητήριο Κτιρίων χαμηλών εκπομπών, μόνο 18.500 μονάδες έχουν υποστεί θερμική ανακαίνιση από τις αρχές του έτους.

Για να επιτύχει τους κλιματικούς της στόχους, η γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα καταστήσει τις ανακαινίσεις για ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας «εθνική προτεραιότητα».

Στο πλαίσιο ενός προγράμματος ανακαίνισης που παρουσιάστηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, σχεδόν 7 δισεκατομμύρια ευρώ “φρέσκο ​​χρήμα” θα αφιερωθούν σε αυτό το έργο για την περίοδο έως το 2022. Αυτά θα διατεθούν κυρίως για δημόσια κτίρια (4 δισεκατομμύρια ευρώ) και για ιδιωτικές κατοικίες (2 δισεκατομμύρια ευρώ).

Η Γερμανία απέχει από την κλιματική ουδετερότητα

Στη Γερμανία, είναι ακόμα μακρύς ο δρόμος προκειμένου να καταστεί ο οικοδομικός τομέας κλιματικά. Και αυτό παρά το γεγονός ότι έχουν από το 2010 διατεθεί τεράστια ποσά για φιλική προς το κλίμα επισκευή κτιρίων. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομίας, σχεδόν 500 δισεκατομμύρια ευρώ επενδύθηκαν στην ενεργειακά αποδοτική ανακαίνιση κτιρίων έως το 2018.

Σύμφωνα με το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας (DIW), ωστόσο, η εξοικονόμηση CO2 που επιτυγχάνεται ως αποτέλεσμα αυτών των ανακαινίσεων είναι μέτρια.

Αν και το WarmthMonitor του DIW του 2019 δείχνει ότι οι εκπομπές CO2 σε διώροφα και πολυώροφα κτίρια έχουν μειωθεί κατά 21% από το 2010, αυτό οφείλεται και στις υψηλότερες θερμοκρασίες άρα στο χαμηλότερο κόστος θέρμανσης κατά την τελευταία δεκαετία.

Μάλιστα, εάν συνυπολογιστούν οι θερμοκρασιακές μεταβολές, η εξοικονόμηση CO2 στον κτιριακό τομέα από το 2010 φθάνει μόνο περίπου στο 3%.

Για να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα έως το 2050, ο Γερμανικός Οργανισμός Ενέργειας (DENA) ισχυρίζεται ότι οι ενεργειακές απαιτήσεις των γερμανικών σπιτιών πρέπει να μειωθούν κατά 80% μέχρι τότε.

Τόσο το DIW όσο και το DENA ζητούν επομένως ισχυρότερα κίνητρα για ενεργειακά αποδοτικές ανακαινίσεις κτιρίων, για παράδειγμα μέσω φορολογικών κινήτρων για αντικατάσταση συστημάτων θέρμανσης, εγκατάσταση νέων παραθύρων ή μονωτικών μεταξύ των οροφών και των εξωτερικών τοίχων.

Ένα φιλόδοξο Γαλλικό «παιχνίδι» αλλαγής

Οι Γάλλοι έχουν επίσης μπροστά τους ένα μνημειώδες κατασκευαστικό έργο. Μέχρι το 2050, ολόκληρο το γαλλικό κτιριακό απόθεμα θα φθάσει σε ένα νομικά καθορισμένο χαμηλό επίπεδο κατανάλωσης ενέργειας. Αυτό απαιτεί την ανακαίνιση σχεδόν 500.000 ιδιωτικών κατοικιών κάθε χρόνο, οι μισές εκ των οποίων πρόκειται για νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος.

Ωστόσο, λείπουν ακόμη τα κατάλληλα μέτρα για αυτούς του φιλόδοξους στόχους. Σύμφωνα με τον Andreas Rüdinger, ερευνητή στο Ινστιτούτο Βιώσιμης Ανάπτυξης και Διεθνών Σχέσεων (IDDRI), το πακέτο οικονομικών κινήτρων ύψους 7 δισεκατομμυρίων ευρώ, που διατίθεται για ενεργειακά αποδοτική ανακαίνιση δεν θα είναι αρκετό.

«Μερικά από τα στοιχεία που παρουσίασε η κυβέρνηση είναι ενδιαφέροντα, όπως η ιδέα να ενθαρρυνθούν τα νοικοκυριά να ανακαινίσουν τα σπίτια τους εκτενώς μέσω διαφόρων επιδοτήσεων. Ωστόσο, απέχουμε πολύ από την επανάσταση που απαιτείται για να δώσουμε μια βιώσιμη ώθηση σε ενεργειακά αποδοτικές ανακαινίσεις», σημειώνει ο ερευνητής σε συνέντευξή του στη EURACTIV France.

Το CCC έχει κάνει μερικές πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις, λέει ο κ.Rüdinger: «Κάντε υποχρεωτική την ενεργειακή ανακαίνιση, αυξήστε μαζικά την κρατική βοήθεια και δημιουργήστε συστήματα υποστήριξης για τα νοικοκυριά προκειμένου να τους επιτρέψετε να εκτελέσουν τις εργασίες τους. Μόνο με το συνδυασμό αυτών των μέτρων θα γίνουν κοινωνικά αποδεκτές οι ανακαινίσεις με ενεργειακή απόδοση».

Η γερμανική δύναμη: Επιδοτήσεις με όρους

Η Γαλλική ιδέα του CCC να υποστηριχθούν με δανειοδοτήσεις τα νοικοκυριά για τις εργασίες ανακαίνισής τους, γίνεται ήδη πράξη στη Γερμανία. Ο Rüdinger βλέπει τη δύναμη του γερμανικού μοντέλου για τις ανακαινίσεις κτιρίων, στις επιχορηγήσεις από την Πιστωτική Τράπεζα για την Ανοικοδόμηση (Kreditbankfür Wiederaufbau – KfW).

Τα δάνεια συνδέονται με όρους. Για παράδειγμα, ο Rüdinger αναφέρει την προϋπόθεση υπό την οποία τα διαμερίσματα πρέπει να πληρούν μια συγκεκριμένη ενεργειακή απαίτηση, προκειμένου να επιδοτηθούν από την KfW προκειμένου να προχωρήσουν σε ανακαίνιση, που σχετίζεται με την ενεργειακή αποδοτικότητα. Επιπλέον, ένας ειδικός στην ενεργειακή απόδοση πρέπει πάντα να καλείται για εργασίες ανακαίνισης. «Αυτή η υποστήριξη συμβάλλει στη διασφάλιση της ποιότητας της ανακαίνισης και της συμμόρφωσης με τις νομικές απαιτήσεις», λέει.

Σύμφωνα με τις μελέτες επιπτώσεων της KfW, κάθε ευρώ των δημοσίων επενδύσεων σε ενισχύσεις ανακαίνισης ενεργειακής αποδοτικότητας θα πρέπει να εξοικονομεί για το κράτος από 1 έως 2,40 ευρώ μέσω φόρων και μικρότερου κόστους σχετικού με χαμηλότερη ανεργία.

Πέρα από αυτό, ωστόσο, η γερμανική προσέγγιση εξακολουθεί να είναι ατελής, δήλωσε ο Rüdinger στην έκθεσή του IDDRI για το 2013, ειδικά όσον αφορά την επάρκεια της βοήθειας για τις ανάγκες των μικρότερων νοικοκυριών και της ιδιοκατοίκησης.

Σε αυτά τα σημεία, η γαλλική προσέγγιση για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας είναι καταλληλότερη, δήλωσε ο Rüdinger.

Συγκριτικές μελέτες

Τόσο η Γερμανία όσο και η Γαλλία έχουν ετήσιο ποσοστό ανακαίνισης μόλις 2% σε ενεργειακά αποδοτικά κτίρια. Ωστόσο, το κανονιστικό πλαίσιο για ανακαινίσεις διαφέρει και στις δύο χώρες, όπως δείχνει μια συγκριτική μελέτη του Γερμανικού Οργανισμού Ενέργειας (DENA) σε συνεργασία με τον Γάλλο ομόλογό του ADEMA.

Η Γαλλία απαιτεί κατά νόμο τα υπάρχοντα κτίρια να καταστούν ενεργειακά αποδοτικότερα, ενώ η Γερμανία τείνει να βασίζεται σε εθελοντικά μέτρα.

Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών έγκειται στις χρηματοδοτικές στρατηγικές τους.

Στη Γερμανία, η χρηματοδότηση παρέχεται ανεξάρτητα από το εισόδημα και ανάλογα με τον αντίκτυπο των μέτρων που λαμβάνονται. Στη Γαλλία, από την άλλη πλευρά, λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του προς στήριξη νοικοκυριού και ιδίως τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος.

Η μεγαλύτερη ομοιότητα: Παρόλο που και οι δύο χώρες θέλουν να έχουν ενεργειακά ουδέτερο κτιριακό τομέα έως το 2050, έχουν μέχρι στιγμής μείνει πίσω σε σχέση με τις δικές τους φιλοδοξίες.

 

(Επιμέλεια στα Αγγλικά: Frédéric Simon, Δημοσιογραφική Επιμέλεια στα Ελληνικά: Ηλίας Παλιαλέξης και Θοδωρής Καραουλάνης)

 

 

 

7 Nοεμβρίου 2020

Euractiv