Κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης: Ερωτήσεις και απαντήσεις σχετικά με την έκθεση που ενέκρινε η Επιτροπή.
Την έκθεση του 2020 σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης και τα συνοδευτικά της έγγραφα, τα οποία επικεντρώνονται σε διάφορες πτυχές της πολιτικής της ΕΕ για την ενέργεια ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (δείτε αναλυτικά εδώ).
Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται και στη σχετική ανακοίνωση, η φετινή έκθεση είναι η πρώτη μετά την έγκριση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και εξετάζει τη συμβολή της Ενεργειακής Ένωσης στους μακροπρόθεσμους στόχους της Ευρώπης για το κλίμα.
Δείτε παρακάτω ερωτήσεις και απαντήσεις που αφορούν την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης:
1. Τι είναι η έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης;
Η έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης καταγράφει την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά τις πέντε πτυχές της Ενεργειακής Ένωσης: την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση, την εσωτερική αγορά ενέργειας, την ασφάλεια του εφοδιασμού, και την έρευνα, την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα. Είναι η πρώτη έκθεση μετά την έγκριση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Σημειωτέον ότι η παρούσα έκθεση συνοδεύεται επίσης από την επιμέρους αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, στην οποία αναλύονται η συμβολή που κάθε κράτος μέλος έχει δεσμευθεί να παράσχει με σκοπό την επίτευξη των στόχων της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα έως το 2030, και οι πολιτικές που προβλέπονται για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.
Μαζί με την έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης η Επιτροπή σήμερα εγκρίνει επίσης:
Παράρτημα: Η πρόοδος που σημειώθηκε όσον αφορά τις επιδοτήσεις στον τομέα της ενέργειας, ιδίως για τα ορυκτά καύσιμα·
Παράρτημα: Έκθεση προόδου για την εσωτερική αγορά ενέργειας·
Έκθεση προόδου για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης·
Έκθεση προόδου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας·
Έκθεση προόδου για την ανταγωνιστικότητα της καθαρής ενέργειας·
Έκθεση σχετικά με τις τιμές και το κόστος της ενέργειας·
Επιμέρους αξιολογήσεις των τελικών εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα
2. Ποια είναι τα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ), γιατί είναι σημαντικά και τι καλύπτουν οι αξιολογήσεις;
Στο πλαίσιο του κανονισμού για τη διακυβέρνηση, όλα τα κράτη μέλη όφειλαν να υποβάλουν έως την 31η Δεκεμβρίου 2019 τα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, παρουσιάζοντας τον τρόπο με τον οποίο κάθε χώρα της ΕΕ προτίθεται να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα έως το 2030. Δείχνουν τη σαφή κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθηθεί κατά την περίοδο 2021-2030 και πρωτίστως καλύπτουν πέντε τομείς: ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενεργειακή απόδοση, μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, διασυνδέσεις, και έρευνα και καινοτομία.
Μετά την έγκριση της αξιολόγησης των ΕΣΕΚ σε επίπεδο ΕΕ στις 15 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή παρουσιάζει σήμερα τις επιμέρους αξιολογήσεις για όλα τα κράτη μέλη. Τα έγγραφα καλύπτουν την πρόοδο των χωρών στους πέντε τομείς και αξιολογούν τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη έχουν ανταποκριθεί στις συστάσεις που τους απευθύνθηκαν μετά την υποβολή των προσχεδίων των ΕΣΕΚ το 2019. Στο πλαίσιο της κρίσης εξαιτίας της νόσου COVID-19 και της πρότασης για το μέσο NextGenerationEU, τα ΕΣΕΚ έχουν καταστεί σημαντικό υποστηρικτικό στοιχείο των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Επίσης, τροφοδοτούν τα σχέδια δίκαιης μετάβασης.
3. Ποια καθοδήγηση παρέχει η Επιτροπή για το τελικό ΕΣΕΚ;
Η Επιτροπή εκδίδει ειδική ανά χώρα καθοδήγηση για τη στήριξη της ταχείας υλοποίησης των εθνικών στόχων που παρουσιάζονται στα ΕΣΕΚ στο πλαίσιο της οικονομικής ανάκαμψης. Η εν λόγω καθοδήγηση βασίζεται i) στην πρόοδο που επετεύχθη σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τις συστάσεις του 2019, ii) στις ελλείψεις που εντοπίζονται στην παρούσα αξιολόγηση και iii) στις νέες προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν περαιτέρω μέτρα στους ακόλουθους τομείς: μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενεργειακή απόδοση, κτίρια (στο πλαίσιο του «Κύματος ανακαινίσεων»), ασφάλεια του εφοδιασμού, εσωτερική αγορά ενέργειας, περιφερειακή συνεργασία, συμμετοχή των πολιτών, ποσοτικός προσδιορισμός των επενδυτικών αναγκών, δίκαιη μετάβαση, ενεργειακή φτώχεια, επιδοτήσεις στον τομέα της ενέργειας και ποιότητα του αέρα.
4. Ποια είναι η σχέση μεταξύ των ΕΣΕΚ και του σχεδίου ανάκαμψης της ΕΕ;
Τα τελικά ΕΣΕΚ αποτελούν μια ισχυρή βάση για τον σχεδιασμό των σχετικών με το κλίμα και την ενέργεια πτυχών των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Ειδικότερα, τα ώριμα επενδυτικά έργα που περιγράφονται στα ΕΣΕΚ, καθώς και οι βασικές τονωτικές μεταρρυθμίσεις που καθιστούν δυνατή την άρση των φραγμών στις επενδύσεις, καθώς και οιωνδήποτε άλλων φραγμών, θα πρέπει να τεθούν κατά το δυνατόν στην πρώτη γραμμή. Η σημερινή αξιολόγηση σκιαγραφεί, για κάθε κράτος μέλος, τρεις βασικούς τομείς επενδυτικών και μεταρρυθμιστικών μέτρων σχετικά με το κλίμα και την ενέργεια, οι οποίοι αναμένεται να έχουν ληφθεί υπόψη στα εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.
5. Έχει η ΕΕ σημειώσει πρόοδο στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου;
Η ΕΕ έχει θέσει ως στόχο να καταστεί η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος έως το 2050, και η Επιτροπή έχει προτείνει έναν ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα που θα εδραιώσει αυτόν τον στόχο στη νομοθεσία και θα παράσχει τα μέσα που διασφαλίζουν ότι η ΕΕ κινείται σωστά προς αυτή την κατεύθυνση.
Η ΕΕ έχει ήδη υπερβεί τον στόχο της για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 20 % κάτω από τα επίπεδα του 1990 έως το 2020 βάσει της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή. Οι συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ των 27 βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδό τους από το 1990, κυρίως λόγω της μείωσης των εκπομπών από τον ενεργειακό εφοδιασμό. Αυτό αντικατοπτρίζεται σε μεγάλη μείωση των εκπομπών από δραστηριότητες που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής της ΕΕ (ΣΕΔΕ της ΕΕ), ενώ οι εκπομπές από δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από το ΣΕΔΕ της ΕΕ έχουν γενικά παραμείνει σταθερές επί σειρά ετών.
Ταυτόχρονα, οι εκπομπές από τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές συνέχισαν να αυξάνονται την τελευταία πενταετία (έως την έξαρση της κρίσης λόγω της COVID-19). Μετά τη μείωση των εκπομπών μεταξύ 2007 και 2013, οι συνολικές εκπομπές από τις μεταφορές σημείωσαν επίσης αύξηση κάθε έτος κατά την τελευταία πενταετία.
6. Έχει η ΕΕ σημειώσει πρόοδο στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας;
Το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της ΕΕ των 27 ανήλθε σε 18,9% το 2018 και η ΕΕ βρίσκεται σε καλό δρόμο προς την επίτευξη των στόχων της για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας το 2020. Βάσει μοντελοποίησης προβλέπεται η ΕΕ των 27 να επιτύχει το 2020 μερίδιο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από 22,8% έως 23,1%. Τα κράτη μέλη, στη συντριπτική τους πλειονότητα, θα επιτύχουν, και μάλιστα ίσως υπερβούν τους στόχους τους, αλλά τρία κράτη μέλη (Βέλγιο, Γαλλία και Πολωνία) διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο να μην τα καταφέρουν. Επιπλέον, δύο κράτη μέλη (Κάτω Χώρες και Λουξεμβούργο) διατρέχουν μέτριο κίνδυνο να μην επιτύχουν τον στόχο τους. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις, να στηρίζει τα κράτη μέλη και να αξιολογεί τη συμμόρφωση προς τον τελικό στόχο για το 2020, βάσει των εκθέσεων των κρατών μελών που θα περιλαμβάνουν τα τελικά στοιχεία για το 2020, οι οποίες θα υποβληθούν έως τις 30 Απριλίου του 2022.
7. Έχει η ΕΕ σημειώσει πρόοδο όσον αφορά τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης;
Το 2018, η τάση όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας δεν ήταν σε καλό δρόμο για την επίτευξη των στόχων της Ευρώπης για το 2020. Ωστόσο, η προκαταρκτική ανάλυση καταδεικνύει ότι η σημαντική μείωση της ζήτησης ενέργειας λόγω της νόσου COVID-19 μπορεί να οδηγήσει την Ευρώπη στην επίτευξη των στόχων ενεργειακής απόδοσης για το 2020. Δεδομένου ότι η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας δεν οφείλεται σε διαρθρωτικά μέτρα, αλλά σε μια απρόβλεπτη και έκτακτη οικονομική συγκυρία, η κατάσταση αυτή αναμένεται να είναι προσωρινή. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να ενταθούν οι προσπάθειες σε επίπεδο κρατών μελών και ΕΕ για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και να μην υπάρξει επιστροφή στα επίπεδα κατανάλωσης ενέργειας προ της κρίσης λόγω της νόσου COVID-19. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή δρομολόγησε το «Κύμα ανακαινίσεων» και θα αναθεωρήσει τις οδηγίες για την ενεργειακή απόδοση και τον οικολογικό σχεδιασμό.
8. Έχει σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά τη μείωση των επιδοτήσεων στον τομέα της ενέργειας;
Όπως υπογραμμίζεται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, οι επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά. Φέτος η Επιτροπή, για πρώτη φορά, συνέταξε μια ολοκληρωμένη έκθεση σχετικά με τις επιδοτήσεις στον τομέα της ενέργειας, ιδίως όσον αφορά τις επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων. Η έκθεση αναφέρει ότι οι επιδοτήσεις στον τομέα της ενέργειας ανήλθαν σε 159 δισ. EUR το 2018, σημειώνοντας αύξηση 5 % σε σύγκριση με το 2015. Περισσότερες από τις μισές επιδοτήσεις στηρίζουν τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα αυξημένα μέτρα στήριξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας την περίοδο 2015-2018, παρά το γεγονός ότι το κόστος ορισμένων τεχνολογιών μειώνεται.
Οι επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων, οι οποίες ανήλθαν σε 50 δισ. EUR στην ΕΕ το 2018 (αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο του συνόλου των επιδοτήσεων της ΕΕ), ήταν σχετικά σταθερές την τελευταία δεκαετία, με ανώτατο όριο τα 53 δισ. EUR το 2012. Οι επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων άρχισαν να αυξάνονται εκ νέου το 2015, σημειώνοντας αύξηση 6% έως το 2018. Τούτο συμβαίνει παρά τις διάφορες διεθνείς δηλώσεις και αφορά σε μεγάλο βαθμό την κατανάλωση πετρελαιοειδών. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Αυστρία, η Δανία, η Εσθονία και η Ουγγαρία, αντιτάχθηκαν στη γενική αυτή τάση και μείωσαν σημαντικά τις οικείες επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων. Υπάρχει σαφής ανάγκη να ενταθούν οι προσπάθειες για τη μείωση και τον αναπροσανατολισμό των επιδοτήσεων από τις σπατάλες στην κατανάλωση ενέργειας σε μέτρα προώθησης της ενεργειακής μετάβασης. Μολονότι σημειώνεται ελαφρά βελτίωση, τα στοιχεία σχετικά με τις επιδοτήσεις στον τομέα της ενέργειας παραμένουν κατακερματισμένα και η υποβολή εκθέσεων για τα ΕΣΕΚ ήταν σε μεγάλο βαθμό ελλιπής.
9. Έχει η ΕΕ σημειώσει πρόοδο στην εσωτερική αγορά ενέργειας;
Τα τελευταία χρόνια, η ΕΕ έχει σημειώσει ικανοποιητική πρόοδο όσον αφορά την ενίσχυση των εσωτερικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, μολονότι απαιτούνται προσπάθειες για να εξασφαλιστεί η περαιτέρω ενοποίηση των αγορών.
Στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, η δέσμη μέτρων «Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους», και ιδίως οι νέοι κανόνες σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (που εγκρίθηκαν το 2019), άνοιξαν τον δρόμο για μια καλύτερη αντιμετώπιση των αγορών στις οποίες κυριαρχεί η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Οι εν λόγω κανόνες βελτίωσαν επίσης τις συνθήκες συμμετοχής των καταναλωτών στις αγορές ενέργειας. Ο κανονισμός για την ηλεκτρική ενέργεια αποσκοπεί στη διασφάλιση της περαιτέρω ενοποίησης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας με την ενίσχυση, ιδίως, των κανόνων για τη μέγιστη χρήση των γραμμών διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας. Οι εν λόγω κανόνες θα ενισχύσουν το διασυνοριακό εμπόριο, επιτρέποντας την αποδοτικότερη χρήση των ενεργειακών πόρων σε ολόκληρη την ΕΕ. Η εφαρμογή της ολοκληρωμένης δέσμης τεχνικών κανονισμών της ΕΕ (κώδικες δικτύου) προχωρεί με ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Η εσωτερική αγορά σημείωσε ικανοποιητική πρόοδο προς την ολοκλήρωσή της στον τομέα του φυσικού αερίου. Η συνδεσιμότητα και η πρόσβαση σε διάφορες πηγές φυσικού αερίου εξακολουθούν να βελτιώνονται, καθώς μόνο τρεις αγορές στην ΕΕ (Ιρλανδία, Δανία-Σουηδία και Εσθονία-Λετονία) είχαν πρόσβαση σε λιγότερες από τρεις πηγές εφοδιασμού.
Εξακολουθούν να υπάρχουν ελλείψεις τόσο σε επίπεδο λιανικής όσο και σε επίπεδο χονδρικής, γεγονός που μπορεί να αυξήσει το κόστος για τους καταναλωτές και τη βιομηχανία. Για παράδειγμα, παρά το γεγονός ότι η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ελευθερώθηκε πριν από περισσότερα από 20 χρόνια, πολλοί κατεστημένοι φορείς εξακολουθούν να κατέχουν δεσπόζουσα θέση, περιορίζοντας έτσι τον ανταγωνισμό. Η αποκατάσταση των εν λόγω ελλείψεων θα αποτελέσει επίσης καίριο παράγοντα για μια επιτυχή ανάκαμψη, καθώς και τη βάση για τη μετάβαση της οικονομίας προς την κλιματική ουδετερότητα.
10. Πώς εξελίσσονται οι τιμές και το κόστος της ενέργειας;
Το μερίδιο των δαπανών των ευρωπαϊκών νοικοκυριών για την ενέργεια μειώθηκε σταδιακά τα τελευταία χρόνια. Σήμερα, τα νοικοκυριά δαπανούν για την ενέργεια μερίδιο συγκρίσιμο με αυτό που δαπανούσαν πριν από την κρίση του 2008. Ωστόσο, η ενεργειακή φτώχεια εξακολουθεί να συνιστά πρόκληση για την ΕΕ. Το 2018, τα φτωχότερα νοικοκυριά της Ευρώπης δαπάνησαν για ενέργεια (κατά μέσο όρο) 8,3 % των συνολικών δαπανών τους και έως 15% — 22% σε ορισμένα κράτη μέλη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Η φετινή έκθεση επιβεβαιώνει ότι οι δαπάνες της ΕΕ για την εισαγωγή ενέργειας το 2018 ανήλθαν σε 331 δισ. EUR — πρόκειται για το τρίτο συνεχόμενο έτος κατά το οποίο το κόστος σημείωσε αύξηση — υπενθυμίζοντας μετ’ επιτάσεως το κόστος της μεγάλης εξάρτησης της οικονομίας της ΕΕ από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων και της έκθεσης σε ασταθείς διεθνείς αγορές. Τα προσωρινά στοιχεία καταδεικνύουν ότι οι δαπάνες πιθανόν να έχουν μειωθεί το 2019, λόγω των χαμηλότερων τιμών των ορυκτών καυσίμων το συγκεκριμένο έτος, και ότι θα είναι σημαντικά χαμηλότερες το 2020 λόγω της έντονης πτώσης της κατανάλωσης και των τιμών των ορυκτών καυσίμων που προκάλεσε η πανδημία της COVID-19.
11. Έχει η ΕΕ σημειώσει πρόοδο όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα της καθαρής ενέργειας;
Η πρώτη έκθεση προόδου για την ανταγωνιστικότητα (με βάση μια ολοκληρωμένη τεκμηριωτική ανάλυση της μετάβασης στην καθαρή ενέργεια — Έκθεση για τις τεχνολογίες και τις καινοτομίες) καταδεικνύει ότι η βιομηχανία της ΕΕ έχει καταφέρει να αξιοποιήσει επιτυχώς την ευκαιρία που δημιουργήθηκε από την αυξημένη ζήτηση για τεχνολογίες καθαρής ενέργειας. Η ανταγωνιστικότητα του τομέα υπερβαίνει αυτή των τεχνολογιών που χρησιμοποιούν συμβατικές πηγές ενέργειας όσον αφορά την προστιθέμενη αξία, την παραγωγικότητα της εργασίας, την αύξηση της απασχόλησης και τα ποσοστά διείσδυσης. Επιπλέον, όσον αφορά το ΑΕΠ, ο τομέας της καθαρής ενέργειας αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία για την οικονομία της ΕΕ, ενώ η σημασία των συμβατικών πηγών ενέργειας μειώνεται.
Η φετινή έκθεση επικεντρώνεται σε έξι σημαντικές τεχνολογίες: ηλιακά φωτοβολταϊκά· υπεράκτια αιολική ενέργεια· ωκεάνια ενέργεια· ανανεώσιμο υδρογόνο· μπαταρίες και έξυπνα δίκτυα. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία επωφελείται από το πλεονέκτημα του πρωτοπόρου στους τομείς της αιολικής και της ωκεάνιας ενέργειας, και του υδρογόνου από ανανεώσιμες πηγές.
Απαιτούνται προσπάθειες για την κάλυψη της υστέρησης και την οικοδόμηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε τομείς στους οποίους η ΕΕ δεν διαθέτει (ή δεν διαθέτει πλέον) το πλεονέκτημα του πρωτοπόρου. Τα ηλιακά φωτοβολταϊκά και οι μπαταρίες ιόντων λιθίου έχουν ιδιαίτερη σημασία δεδομένης της προβλεπόμενης αύξησης της ζήτησης.
Η έκθεση υπογραμμίζει επίσης ότι το πλήρες δυναμικό του τομέα καθαρής ενέργειας μπορεί να αξιοποιηθεί μόνο εάν η ΕΕ τονώσει την ανάπτυξη τεχνολογιών καθαρής ενέργειας, και μόνο όταν προωθήσει τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις στην έρευνα και την καινοτομία. Η Επιτροπή διοργανώνει μια εκδήλωση υψηλού επιπέδου για να ανταλλάξει απόψεις και να συζητήσει λεπτομερέστερα τα πορίσματα της παρούσας έκθεσης.
12. Ποιος ήταν ο συνολικός αντίκτυπος της πανδημίας της COVID-19 στην αγορά ενέργειας της ΕΕ;
Πρώτον, η ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας διατήρησε μια ασφαλή και σταθερή ασφάλεια του εφοδιασμού καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της άνευ προηγουμένου κρίσης.
Από οικονομική άποψη, είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί ο συνολικός αντίκτυπος της κρίσης της COVID-19 στην αγορά ενέργειας της ΕΕ. Τα εκτεταμένα μέτρα εγκλεισμού σε ολόκληρη την ΕΕ άλλαξαν ριζικά τη συμπεριφορά εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρωπαίων. Τα προσφάτως δημοσιευθέντα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο του 2020 καταδεικνύουν ότι η οικονομική δραστηριότητα στην ΕΕ υπέστη πρωτοφανή πτώση (μείωση 14% σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2019). Ο αντίκτυπος στη ζήτηση ενέργειας ήταν επίσης άνευ προηγουμένου. Η σύγκριση από έτος σε έτος όσον αφορά το δεύτερο τρίμηνο καταδεικνύει ότι η κατανάλωση φυσικού αερίου μειώθηκε κατά 10% και η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε κατά 11%. Η χαμηλή κατανάλωση και η αυξανόμενη παραγωγή ηλεκτρισμού από ηλιακή ενέργεια συνέβαλαν ώστε οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να καταλαμβάνουν μερίδιο 43% στο ενεργειακό μείγμα της ΕΕ κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, ένα νέο τριμηνιαίο ρεκόρ — και να αναδειχθεί εκ νέου ο έκτακτος αντίκτυπος της κρίσης.
15 Οκτωβρίου 2020
Euractiv