Εθνικό ταμείο ενεργειακής απόδοσης

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας (E.A.) παραμένει μια μεγάλη πρόκληση. Σχετίζεται με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, την απομάκρυνση της ενεργειακής φτώχειας, την απεξάρτηση από το πετρέλαιο θέρμανσης και τη μείωση των ενεργειακών λογαριασμών τόσο στη βιομηχανία και στις επιχειρήσεις όσο και στα νοικοκυριά. Αναμφισβήτητα, θα συμβάλει επίσης στην αντιμετώπιση του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής ως αποτέλεσμα της μείωσης των εκπομπών άνθρακα που θα απορρέουν από την εξοικονόμηση ενέργειας.

Παρά το υψηλό δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας και βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας σε όλους τους τομείς της ελληνικής οικονομίας, υπάρχουν αρκετά εμπόδια που έχουν οδηγήσει σε χαμηλή διείσδυση των επενδύσεων της Ε.Α. στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στον βιομηχανικό και επιχειρηματικό τομέα. Μερικά από τα σοβαρότερα είναι τα ακόλουθα:

• Το αρχικό κόστος, η πρόσβαση σε στοχευμένη χρηματοδότηση και η έλλειψη εξειδικευμένων ιδιωτικών κεφαλαίων.
• Ελλειψη επαρκούς εμπειρίας και θεσμοθετημένης τυποποίησης στην πιστοποίηση τεχνικοοικονομικών μελετών ενεργειακής απόδοσης, καθώς και στις μεθοδολογίες μέτρησης και επαλήθευσης της ενεργειακής εξοικονόμησης.
• Δεν υπάρχουν δευτερογενείς αγορές για την αύξηση της ρευστότητας των επενδύσεων λόγω της δυσμενούς κατάστασης των ελληνικών τραπεζών.
• Το κατακερματισμένο ιδιοκτησιακό καθεστώς του κτιριακού δυναμικού (π.χ. πολυκατοικίες) και η έλλειψη νομικών και κανονιστικών κινήτρων για την κινητοποίηση δράσεων.

Γενικά, οι εγχώριοι χρηματοδότες θεωρούν τα έργα ενεργειακής απόδοσης πιο ριψοκίνδυνα, με υψηλό κόστος συναλλαγών και εξοικονομήσεις που είναι μάλλον δύσκολο να προβλεφθούν με ακρίβεια, κυρίως λόγω του παράγοντα της μη προβλέψιμης και εύκολα διαχειρίσιμης συμπεριφοράς του ενεργειακού καταναλωτή.

Λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική κρίση, που προφανώς επηρέασε τις δυνατότητες χρηματοδότησης των επενδύσεων στον τομέα αυτό από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, υπάρχει ένα χρηματοοικονομικό κενό και επενδυτικό έλλειμμα, το οποίο η αγορά δεν είναι σε θέση να καλύψει. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το ετήσιο έλλειμμα χρηματοδότησης για επενδύσεις E.Α. μόνο σε κτίρια ανέρχεται σε περισσότερα από 300 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.

Είναι προφανές ότι το συνολικό χρηματοοικονομικό κενό είναι μεγαλύτερο λόγω των δυνατοτήτων που υπάρχουν στους άλλους τομείς (όπως η ψύξη-θέρμανση, οι υποδομές, οι μεταφορές, η γεωργία, η βιομηχανία κ.λπ.). Επομένως, στο πλαίσιο και του εθνικού νομοθετικού πλαισίου (βλ. άρθρο 21 του Ν. 4422/2015), ο κρίσιμος ρόλος ενός Εθνικού Ταμείου Ενεργειακής Απόδοσης (ΕΤΕΑ) είναι προφανής, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αποδεδειγμένη σχετική έλλειψη χρηματοδότησης σε όλους τους τομείς της οικονομίας.

Χρηματοδότηση, στόχοι και τεχνική βοήθεια

Οσον αφορά τη χρηματοδότηση του ταμείου, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο σχετικό εθνικό νομοθετικό πλαίσιο (Ν. 4422/2015 καθώς και άλλων), οι βασικοί πόροι αρχικά θα προέρχονται από τη συλλογή και διαχείριση δημόσιων κεφαλαίων, από δημόσια έσοδα προερχόμενα από τη συλλογή περιβαλλοντικών προστίμων (όπως κάνει το Πράσινο Ταμείο) αλλά και τις τυχόν οικονομικές συμβολές από τις ενεργειακές επιχειρήσεις (Αρθρο 9 του Ν. 4342/2015). Γενικά, το ΕΤΕΑ θα μπορούσε επίσης να έχει πρόσβαση σε ένα ευρύτερο φάσμα χρηματοδοτικών πόρων που θα προέρχονται και από ιδιωτικά επενδυτικά σχήματα, αλλά και διεθνείς τράπεζες επενδύσεων και ανάπτυξης.

Κατά τον σχεδιασμό της δομής, της διοίκησης και της λειτουργίας του ταμείου, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη και η ποικιλία των χρηματοδοτικών και επενδυτικών στόχων, π.χ. τόσο για τον δημόσιο όσο και για τον ιδιωτικό τομέα, τα νοικοκυριά, τις υποδομές, τη βιομηχανία, καθώς και τις επενδύσεις με κοινωνικό αντίκτυπο, όπως η μείωση της ενεργειακής φτώχειας. Είναι επίσης σημαντικό να εξεταστεί το ζήτημα της τεχνικής βοήθειας, δεδομένου ότι το ταμείο θα μπορεί να λειτουργήσει ως κέντρο αριστείας και να προσφέρει ειδική συμβουλευτική υποστήριξη, κατάρτιση σε επαγγελματίες, και αξιολόγηση σχετικών σχεδίων με σκοπό την ανάπτυξη ενός χαρτοφυλακίου ώριμων έργων σε διαφόρους τομείς της οικονομίας.

Δομή και σχεδιασμός

Βάσει αξιολόγησης ενός συνόλου ποιοτικών κριτηρίων, η άποψή μας είναι ότι η συνιστώμενη επιλογή για το ΕΤΕΑ θα ήταν ένα «Εθνικό Ταμείο Συμμετοχών και Κεφαλαίων (Public Fund of Funds)» που θα λειτουργούσε ως ένας δημόσιος ανεξάρτητος οργανισμός διαχείρισης ενός ή περισσότερων επενδυτικών και χρηματοδοτικών υποταμείων και προγραμμάτων.

Ο οργανισμός αυτός θα απαιτούσε τη δημιουργία μιας ξεχωριστής νομικής οντότητας μόνιμης φύσης (για να διαρκέσει πέραν των περιόδων προγραμματισμού του ΕΣΠΑ), που θα ιδρυθεί και ρυθμιστεί μέσω Προεδρικού Διατάγματος, θα διαχειρίζεται ανεξάρτητα τους πόρους και τα έσοδά του και θα συνεργάζεται με ιδιωτικά επενδυτικά σχήματα και αναπτυξιακές τράπεζες και ταμεία.

Η συνιστώμενη δομή του ΕΤΕΑ θα έχει το ακόλουθο τριπλό επίπεδο εποπτείας και ελέγχου των επενδύσεων:
1. Το συμβούλιο επενδυτών, που θα καθορίζει τις στρατηγικές προτεραιότητες και θα επιβλέπει τις εκταμιεύσεις του ταμείου.
2. Την επιτροπή αξιολόγησης, η οποία θα αποφασίζει για την επιλογή των σχεδίων και των προγραμμάτων και θα παρακολουθεί την εκτέλεση του επενδυτικού και χρηματοδοτικού προγράμματος.
3. Τον ανεξάρτητο διαχειριστή κεφαλαίων (Fund Manager), με ενσωματωμένη μονάδα τεχνικής βοήθειας, ο οποίος θα είναι υπεύθυνος, αφενός για την αρχική αξιολόγηση και το φιλτράρισμα των δυνητικών επενδύσιμων δράσεων, και αφετέρου για τη διαχείριση και την παρακολούθηση αυτών.

Η διαχείριση και η επιχειρησιακή διάρθρωση του ETEA θα μπορούσαν να εφαρμοστούν με τέτοιον τρόπο ώστε να αναπτυχθεί σταδιακά με ευελιξία. Η συμμετοχή και ο ρόλος ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων θα είναι κρίσιμος προκειμένου το ταμείο να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των διεθνών προτύπων για τα επενδυτικά ταμεία.

Θεωρούμε ότι είναι επιτακτικό να προχωρήσει η δημιουργία του ΕΤΕΑ μόλις αυτό είναι χρονικά εφικτό. Δεδομένου όμως του ελλείμματος χρηματοδότησης στην Ελλάδα, πρέπει να αναληφθεί και βραχυπρόθεσμα αποτελεσματική δράση για την υλοποίηση υφιστάμενων προγραμμάτων και για τον σχεδιασμό νέων πρωτοβουλιών που αξιοποιούν τις διαθέσιμες δυνατότητες συγχρηματοδότησης από το ΕΣΠΑ, την ΕΤΕπ και άλλους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

Μια άμεση αποτελεσματική δράση θα περιελάμβανε και την ενεργοποίηση του Πράσινου Ταμείου, το οποίο θα μπορούσε μεταβατικά (βλ. άρθρο 21 του Ν. 4422/2015) να αναλάβει τη διαχείριση σχετικών οικονομικών πόρων και τη χρηματοδότηση μέτρων Ε.Α. έως ότου δημιουργηθεί το ΕΤΕΑ. Οσον αφορά τη μετάβαση στο νέο ταμείο, είναι προφανές ότι το ΕΤΕΑ θα μπορούσε να αναλάβει την ευθύνη και να ενσωματώσει όλα τα δημόσια προγράμματα στήριξης που βρίσκονται σε εξέλιξη και στοχεύουν στην ενεργειακή απόδοση, συμπεριλαμβανομένων και όσων πρόσφατα επανεκκινήθηκαν όπως το «Εξοικονομώ Κατ’ Οίκον ΙΙ». Εν ολίγοις, το ΕΤΕΑ θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ο νέος διαχειριστικός δημόσιος φορέας οποιουδήποτε προγράμματος σε εξέλιξη που υποστηρίζεται από το ΕΣΠΑ, από το κράτος ή από τράπεζες επενδύσεων και ανάπτυξης (όπως η ΕΤΕπ, η ΕBRD κ.τ.λ.).

* Ο κ. Iωάννης Ορφανός είναι εμπορικός και οικονομικός σύμβουλος του βρετανικού υπουργείου Ενέργειας και Βιομηχανίας και διευθύνων εταίρος της Green Value Associates με έδρα το Λονδίνο. Είναι επίσης εμπειρογνώμονας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Energy Efficiency Financial Institutions Group.

** Ο δρ Κώστας Ανδριοσόπουλος είναι καθηγητής, διευθυντής στο Ερευνητικό Κέντρο Ενεργειακής Διοίκησης στο ESCP Europe Business School του Λονδίνου, όπου και κατέχει την έδρα καθηγητή Χρηματοοικονομικών και Ενεργειακής Οικονομίας, καθώς επίσης και πρόεδρος της Ελληνικής Δεξαμενής Σκέψης για την Ενεργειακή Οικονομία (Hellenic Association for Energy Economics, HAEE).

(Καθημερινή)