Εκτός των στόχων αειφόρου ανάπτυξης του ΟΗΕ οι 60 μεγαλύτεροι παραγωγοί κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων.
Οι εταιρείες τροφίμων δεσμεύονται όλο και περισσότερο να παράγουν ζωικά προϊόντα με πιο βιώσιμους τρόπους, στο πλαίσιο των στρατηγικών μάρκετινγκ τους. Ωστόσο, οι συνθήκες υπό τις οποίες παράγονται κρέας, αυγά και γαλακτοκομικά προϊόντα για την παγκόσμια αγορά εξακολουθούν να είναι καταστροφικές στο μεγαλύτερο μέρος τους και αντιβαίνουν στους στόχους αειφόρου ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών.
Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας μελέτης από την πρωτοβουλία FAIRR, ένα παγκόσμιο επενδυτικό δίκτυο που στοχεύει στην ευαισθητοποίηση σχετικά με τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που συνεπάγεται η εντατική κτηνοτροφία.
Σύμφωνα με τη μελέτη FAIRR Protein Producer Index, η οποία εξέτασε τις επιχειρηματικές πρακτικές των 60 μεγαλύτερων προμηθευτών ζωικών προϊόντων στον κόσμο, μόνο λίγοι προμηθευτές λειτουργούν με πραγματικά βιώσιμο τρόπο. Ακόμη χειρότερα, οι περισσότεροι δεν λαμβάνουν μέτρα για την προστασία του αέρα, του νερού, της καλής διαβίωσης των ζώων ή για την αποφυγή της αποψίλωσης των δασών.
Οι εταιρείες στην Ασία έχουν τις χειρότερες επιδόσεις, ενώ οι λίγες ευρωπαϊκές εταιρείες – κυρίως η σκανδιναβική αλιεία και η γαλλική ομάδα LDC – έχουν τουλάχιστον ορισμένες στρατηγικές αειφορίας.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει τίποτα, εφόσον οι γεωργικές πρακτικές δεν αλλάζουν. Η καλλιέργεια σπόρων σόγιας οδήγησε στην ερημοποίηση ολόκληρων περιοχών και το χοιρινό κρέας – για το οποίο απελευθερώθηκαν στο περιβάλλον μεγάλες ποσότητες μολυσμένου με νιτρικά νερού – εξακολουθεί να καταλήγει στα προϊόντα της Nestlé, της McDonald’s και άλλων.
Και αυτά τα προϊόντα καταλήγουν στα ευρωπαϊκά πιάτα.
Διαβάστε ολόκληρο το ρεπορτάζ στη Euractiv.com
16 Σεπτεμβρίου 2019
Euractiv