"Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα-ΕΣΕΚ: Ψαλιδίζονται οι πράσινοι ενεργειακοί στόχοι

Τους νέους βασικούς στόχους του τελικού Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) παρουσίασε η κυβέρνηση στο πλαίσιο της συνόδου ενέργειας της Ε.Ε.

Σύμφωνα με την αρμόδια υφυπουργό Αλεξάνδρα Σδούκου, το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ θα προβλέπει μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 59% έως το 2030, δηλαδή αρκετά υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό στόχο του 55%.

Παράλληλα, προβλέπει ότι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα συμμετέχουν στην ακαθάριστη κατανάλωση ενέργειας κατά 42,8% (έναντι 42,5% που είναι ο ευρωπαϊκός στόχος). Ο αντίστοιχος στόχος στην προηγούμενη εκδοχή του ΕΣΕΚ που παρουσιάστηκε το 2023 ήταν στο 44%.

Στην ηλεκτροπαραγωγή ο πήχης για τις ΑΠΕ τίθεται στο 75,9% για το 2030. Πρόκειται για ποσοστό πολύ πάνω από την ευρωπαϊκή στοχοθεσία για 69%, όμως είναι χαμηλότερος κατά 4,1% από το 80% της προηγούμενης έκδοσης.

Το τελικό ΕΣΕΚ θα οδηγήσει σε μείωση κόστους (σε σχέση με το υποβληθέν τον Οκτώβριο του 2023 προσχέδιο του ΕΣΕΚ) κατά τουλάχιστον 30% έως το 2030 συγκριτικά με τα 200 δισ. που προβλέπονταν προηγουμένως, και επιπλέον κατά τουλάχιστον 40% την περίοδο 2030-2050, χωρίς να διακινδυνεύεται το βασικό ζητούμενο, που είναι η ενεργειακή μετάβαση.

Βασικά χαρακτηριστικά

Τα βασικά χαρακτηριστικά του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ προβλέπουν σημαντική αύξηση των στόχων για μπαταρίες και αντλησιοταμίευση στα 6 GW, μείωση των ωρών λειτουργίας των μονάδων φυσικού αερίου, και χαμηλότερες συνολικά επενδύσεις για την ενεργειακή μετάβαση, κυρίως σε κτίρια και μεταφορές.

Βασική αλλαγή στο κείμενο του εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού είναι ότι αυξάνεται κατά 30% ο στόχος για τις μπαταρίες έναντι του draft που είχε σταλεί τον περασμένο Νοέμβριο στις Βρυξέλλες, προκειμένου να στηριχθεί η αθρόα διείσδυση των ΑΠΕ. Έτσι από τα 3,1 GW που προέβλεπε το προσχέδιο, ο πήχης για τις μπαταρίες ανεβαίνει στα 4 GW, που σημαίνει ότι αν γίνουν τα έργα που περιγράφει το ΕΣΕΚ και αθροιστούν με τα περίπου 2 GW που επίσης θέτει ως στόχο για αντλησιοταμίευση, τότε δημιουργείται μια αποθηκευτική "δύναμη πυρός" ίση με 6 GW.

Η ισχύς αυτή εκτιμάται ότι είναι ικανή να στηρίξει σημαντική διείσδυση των ΑΠΕ, αλλά και να περιορίσει τα προβλήματα ευστάθειας σε ένα σύστημα στοχαστικό, με πράσινο πλεόνασμα και με τον ρόλο του φυσικού αερίου αισθητά μειωμένο.

Περισσότερα τα αιολικά

Όσον αφορά το ενεργειακό μείγμα στο ΕΣΕΚ παραμένει ο στόχος για εγκατεστημένη ισχύ 23-24 GW από ΑΠΕ, λόγω των αυξημένων επενδύσεων στην αποθήκευση.

Το νούμερο για τη συνολική πράσινη ισχύ από φωτοβολταϊκά και αιολικά δεν αλλάζει, ωστόσο αναδιαμορφώνεται η αναλογία.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, τα αιολικά θα κινούνται κοντά στα 11 GW (από 10 GW στο προσχέδιο), ενώ τα φωτοβολταϊκά παραμένουν στα αρχικά 23 GW.

Στην πράξη, ικανοποιείται το αίτημα της ΕΛΕΤΑΕΝ για ανακατανομή της νέας ισχύος ΑΠΕ υπέρ των χερσαίων αιολικών, προκειμένου να έχουμε ομαλότερη διάθεση πράσινης ενέργειας μέσα στο 24ωρο.

Λιγότερο αέριο

Δραστικά περιορίζεται η συμμετοχή των μονάδων του φυσικού αερίου στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, μέσω σημαντικής μείωσης των ωρών λειτουργίας των μονάδων, από τα επίπεδα των 16-17 Twh στις 10 Twh. Στο πλαίσιο των στόχων για τον εξηλεκτρισμό, η ισοδύναμη λειτουργία των μονάδων αέριου περιορίζεται σημαντικά και από περίπου 3.200 ώρες σήμερα, μειώνεται σε κάτω από 1.300 ώρες τον χρόνο. Μάλιστα από το 2040 και μετά η παραγωγή των μονάδων αυτών προβλέπεται ότι υποχωρεί στις 4-5 TWh, γεγονός που σημαίνει ότι η ισοδύναμη λειτουργία τους θα είναι γύρω στις 700 ώρες τον χρόνο.

Ρεαλισμός στους στόχους των επιμέρους πολιτικών

Στην κεντρική ιδέα που διέπει το νέο ΕΣΕΚ φαίνεται ότι μπαίνουν πιο ρεαλιστικές προβλέψεις σε επιμέρους πολιτικές, όπως στα κτίρια, την ανανέωση παλαιού οικιακού εξοπλισμού με νέο, και την ηλεκτροκίνηση, και επιχειρείται να επιτευχθούν με μικρότερες δαπάνες οι ίδιοι στόχοι. Δεν ισχύει το ίδιο για τις ΑΠΕ, όπου με επιχείρημα την αύξηση των στόχων για αποθήκευση, ο πήχης για το 2030 παραμένει ο ίδιος.

Σε ό,τι αφορά συνολικά τις επενδύσεις που πρέπει να κάνει η Ελλάδα για την ενεργειακή μετάβαση, τα περίπου 200 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη της δεκαετίας που προέβλεπε το draft, του περασμένου Δεκεμβρίου, κρίθηκαν μη ρεαλιστικό νούμερο.

Αναθεώρηση υπάρχει γύρω από αρκετές τεχνολογίες που παραμένουν ακόμη ακριβές (ηλεκτροκίνηση, αντλίες θερμότητας, υδρογόνο), καθώς είναι προφανές ότι ούτε ο προϋπολογισμός ούτε οι πολίτες μπορούν να σηκώσουν παρόμοιες δαπάνες. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, έχει γίνει πιο αναλυτική δουλειά και εξορθολογισμός δαπανών, χωρίς να διακυβεύεται ο εθνικός στόχος.Έτσι αναθεωρείται ο στόχος του προσχεδίου που προέβλεπε δαπάνες 50 δισ. ευρώ από τον οικιακό και κτιριακό τομέα, τόσο με την αναβάθμιση ακινήτων, όσο κυρίως με την αγορά νέων λιγότερο ενεργοβόρων συσκευών και γενικότερα την αντικατάσταση του παλαιού οικιακού εξοπλισμού με νέο, πιο αποδοτικό.

Επίσης περιορίζεται ο στόχος ότι σε έξι χρόνια από σήμερα, έως το 2030, θα έχουμε 460.000 οχήματα, ηλεκτρικά και plug-in υβριδικά. Κατέστη σαφές από το ΥΠΕΝ ότι δεν υπάρχει περίπτωση να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, καθώς τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που κυκλοφορούν σήμερα στην Ελλάδα δεν ξεπερνούν τα μερικές δεκάδες χιλιάδες.

Αυτά όλα σημαίνουν ότι μειώνεται αισθητά η εκτίμηση για δαπάνη 100 δισ. ευρώ μόνο από την ηλεκτροκίνηση, την οποία προέβλεπε το προσχέδιο. Εκεί που θα δίνεται βάρος θα είναι στην ανάπτυξη ενός εκτεταμένου δικτύου φόρτισης πανελλαδικά. Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, τα σημεία φόρτισης που προσφέρονται στην Ελλάδα ανά εκατ. κατοίκων, ανέρχονται στα 53,2, έναντι ενός μέσου όρου στην Ε.Ε. στα επίπεδα των 287.

a