Ευρωπαϊκή συμφωνία για τον πρώτο νόμο αντιμετώπισης των εκπομπών μεθανίου
Η ΕΕ κατέληξε τελικά σε άτυπη συμφωνία σχετικά με τον πρώτο νόμο της για την αντιμετώπιση των εκπομπών μεθανίου στον ενεργειακό τομέα, ύστερα από ολονύχτιες διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες. Συμφωνήθηκε τελικά πως οι εισαγωγείς ορυκτών καυσίμων θα πρέπει υποχρεωτικά να συμμορφώνονται με τα ελάχιστα πρότυπα από το 2030.
Στις 3 τα ξημερώματα της Τετάρτης (15 Νοεμβρίου) ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις σχετικά με τον νόμο της ΕΕ για την αντιμετώπιση των εκπομπών μεθανίου από τον ενεργειακό τομέα, του δεύτερου μεγαλύτερου αερίου του θερμοκηπίου στον κόσμο.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση θεσπίζει επιτέλους δεσμευτικά μέτρα για τη μείωση του μεθανίου που είναι δολοφόνος για το κλίμα» δήλωσε η Jutta Paulus, Ευρωβουλευτής των Πρασίνων από τη Γερμανία, η οποία διαπραγματεύτηκε τη συμφωνία εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Η ομόλογός της, η Ισπανίδα υπουργός Οικολογικής Μετάβασης Teresa Ribera, η οποία εκπροσώπησε τις 27 χώρες στις συνομιλίες, χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «μεγάλο επίτευγμα» που «αποτελεί κρίσιμη συμβολή στη δράση για το κλίμα».
Καθώς η παγκόσμια διάσκεψη για το κλίμα COP28 αρχίζει στις 30 Νοεμβρίου, οι Ευρωβουλευτές ήθελαν να έχουν κάτι χειροπιαστό, αφού η Κίνα και οι ΗΠΑ είχαν ήδη ανακοινώσει νωρίτερα τα δικά τους σχέδια για την αντιμετώπιση του μεθανίου.
«Είμαι πολύ ικανοποιημένος που δε θα πάμε στη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα με άδεια χέρια», ανέφερε η Paulus σε δήλωσή της.
Η πολιτική συμφωνία είναι προσωρινή και πρέπει τώρα να εγκριθεί από τους υπουργούς και το Κοινοβούλιο πριν τεθεί σε ισχύ. Η επίσημη έγκριση θεωρείται τυπική διαδικασία.
Σε αντίθεση με το CO2, το μεθάνιο δεν ελέγχεται ακόμα ούτε μετριάζεται με κάποιο τρόπο. «Το μεθάνιο ήταν ένα τυφλό σημείο της στρατηγικής μας για το κλίμα. Δεν είναι πλέον», δήλωσε ο Pascal Canfin, Γάλλος φιλελεύθερος που συμμετείχε στη διαπραγματευτική ομάδα του Κοινοβουλίου.
Από την άλλη, ο γεωργικός τομέας, ο οποίος αντιπροσωπεύει το 53% των εκπομπών μεθανίου της ΕΕ, δεν καλύπτεται από τον νόμο.
Υποχρέωση εντοπισμού και αποκατάστασης διαρροών
Στο επίκεντρο του νόμου της ΕΕ για το μεθάνιο βρίσκεται η υποχρέωση των ενεργειακών εταιρειών να εντοπίζουν και να αποκαθιστούν διαρροές από τις υποδομές πετρελαίου και φυσικού αερίου, υποχρέωση που αναμένεται να επεκταθεί και στις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, οι οποίες προκαλούν μεγάλο μέρος των εκπομπών μεθανίου του μπλοκ.
Ταυτόχρονα, η ΕΕ πρέπει να δημιουργήσει μια ολοκληρωμένη βάση δεδομένων για τις εκπομπές μεθανίου στο μπλοκ.
Όσον αφορά την ανίχνευση και επισκευή διαρροών, ή LDAR, οι διαπραγματευτές κατέληξαν σε όρια 17 γραμμαρίων μεθανίου ανά ώρα για υποθαλάσσιες διαρροές, 5 γραμμάρια για υπόγειες και 1 γραμμάριο για υπέργειες διαρροές.
Σύμφωνα με τα αιτήματα του κλάδου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εξουσιοδοτηθεί να αλλάξει τα κατώτατα όρια ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, μέσω εκτελεστικής πράξης.
Οι εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, που αποτελούν το 80% της κατανάλωσης της ΕΕ, θα καλύπτονται επίσης. Από το 2027, οι εισαγωγείς θα πρέπει να υποβάλλουν στοιχεία με ποιότητα που να ανταποκρίνεται στα πρότυπα της ΕΕ.
Οι παραγωγοί των οποίων τα ορυκτά καύσιμα συνδέονται με μεγάλο βαθμό εκπομπών μεθανίου θα αποκλείονται από τις συναλλαγές με τους εισαγωγείς της ΕΕ ή από την ανανέωση των υφιστάμενων συμβάσεων. Από την άλλη, οι εισαγωγείς των οποίων οι συμβάσεις αποφασίζονται μακροπρόθεσμα θα κληθούν να «κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν» για να πείσουν τους προμηθευτές τους να αποδεχθούν παρόμοιες νέες ρήτρες.
Συμβάσεις όπως αυτή της αυστριακής OMV με τη Ρωσία – η οποία θα υποχρεώνει την εταιρεία να αγοράζει ρωσικό φυσικό αέριο μέχρι το 2040 – δεν θα επηρεαστούν κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Παρόλα αυτά, οι παραγωγοί που βρίσκονται στις ΗΠΑ ή στη Ρωσία – οι δύο μεγαλύτερες πηγές εκπομπής μεθανίου – θα επηρεαστούν σημαντικά.
Η πρώτη φάση θα επικεντρωθεί στη συλλογή δεδομένων και στη δημιουργία ενός παγκόσμιου εργαλείου παρακολούθησης των εκπομπών μεθανίου και ενός μηχανισμού ταχείας αντίδρασης για τους υπερ-εκπομπούς, ενώ θα ακολουθήσουν μέτρα για τη διασφάλιση ισοδύναμων μέτρων παρακολούθησης, υποβολής εκθέσεων και επαλήθευσης που θα ισχύουν από το 2027.
Από το 2030 θα αρχίσουν να εφαρμόζονται οι μέγιστες τιμές έντασης μεθανίου, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει ενδεχόμενο οι εισαγωγείς της ΕΕ να αποκλειστούν από την αγορά του πιο βρώμικου φυσικού αερίου, πετρελαίου και άνθρακα στον κόσμο – αν και η διάταξη αυτή θα ισχύει μόνο για καινούργιες συμβάσεις.
Η απαγόρευση των εισαγωγών θα εξαρτηθεί επίσης από τα πρότυπα που θα καθορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από την προθυμία των χωρών της ΕΕ να τα επιβάλουν.
«Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους θα έχουν την εξουσία να επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις εάν δεν τηρούνται αυτές οι διατάξεις», αναφέρεται σε δήλωση του Συμβουλίου των Υπουργών της ΕΕ.
Σε αντίθεση με τους αντιμονοπωλιακούς κανόνες της Ευρώπης, οι πιθανές κυρώσεις δεν θα βασίζονται στον παγκόσμιο κύκλο εργασιών.
Υποχρέωση υποβολής εκθέσεων
Σε εγχώριο επίπεδο, ο νόμος θα απαιτεί από τις εταιρείες ορυκτών καυσίμων των οποίων η παραγωγή βρίσκεται στην Ευρώπη, να αρχίσουν να υποβάλλουν στοιχεία 18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του νόμου. Τα δεδομένα θα πρέπει στη συνέχεια να γίνουν πιο λεπτομερή, καθώς οι εταιρείες θα πρέπει να μετρήσουν κάθε τοποθεσία ξεχωριστά δύο χρόνια μετά.
Τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, κάθε πηγή μεθανίου στην ΕΕ – από εγκαταλελειμμένα ανθρακωρυχεία μέχρι καινούργες γεωτρήσεις σε πετρελαιοπηγές – θα πρέπει να αναφέρεται. Η υποβολή εκθέσεων θα είναι ετήσια, με επιθεωρήσεις τουλάχιστον κάθε τρία χρόνια.
Τα ορυχεία ηλικίας άνω των 70 ετών δεν καλύπτονται από το νόμο. Ούτε και τα ορυχεία που έχουν πλημμυρίσει ή σφραγιστεί για περισσότερα από δέκα χρόνια. Τα πηγάδια πετρελαίου και φυσικού αερίου που έκλεισαν πριν από 30 και πλέον χρόνια δεν καλύπτονται επίσης.
«Το αποτέλεσμα είναι περισσότερο από ό,τι ελπίζαμε», δήλωσε μια πηγή της ΕΕ που πίεσε για μεγαλύτερη φιλοδοξία για το κλίμα στις διαπραγματεύσεις.