Από τις ρυθμίσεις του μηχανισμού εφεδρείας εξαρτάται η άμεση προοπτική της τηλεθέρμανσης της Κοζάνης – Χρηματοδοτικά ερωτήματα για το μέλλον
Γκρίζα σύννεφα μοιάζει να μαζεύονται πάνω από το μέλλον της τηλεθέρμανσης της Κοζάνης, τόσο για το φετινό χειμώνα, όσο και για τα επόμενα χρόνια, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των πρόσφατων τοποθετήσεων όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Η ανάγκη να δοθεί άμεση λύση στο ζήτημα της τηλεθέρμανσης τονίζεται εμφατικά στην επιστολή που απεύθυναν από κοινού στο ΥΠΕΝ στα μέσα Ιουλίου ο Δήμαρχος Κοζάνης και ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΚ. Στην επιστολή επισημαίνονταν ότι η επικείμενη θέση σε εφεδρεία των λιγνιτικών μονάδων ΙΙΙ, IV V του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου και η έξοδός τους από το σύστημα από τις 31/08/2021 «θα δημιουργήσει συνθήκες διακοπής ισχύος / αναθεώρησης της τρέχουσας Σύμβασης Παροχής Θερμικής ενέργειας μεταξύ ΔΕΗ Α.Ε., ΔΕΥΑ ΚΟΖΑΝΗΣ και Δήμου Κοζάνης».
Από την πλευρά της, η ΔΕΗ επισημαίνει ότι τα σχετικά με την παροχή τηλεθέρμανσης από τις λιγνιτικές της μονάδες εξαρτώνται ουσιαστικά άμεσα από τις ρυθμίσεις που θα προβλέπει τελικά ο μηχανισμός στρατηγικής εφεδρείας που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Συγκεκριμένα, σε έγγραφο που υπογράφει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Γ. Στάσσης και το οποίο έχει κατατεθεί στις αρχές Αυγούστου στη Βουλή, στα πλαίσια διαδικασιών κοινοβουλευτικού ελέγχου, σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι “βρίσκεται σε εξέλιξη σχεδιασμός των αρμόδιων ρυθμιστικών αρχών και του Διαχειριστή για την άμεση δημιουργία μηχανισμού παροχής υπηρεσιών στρατηγικής εφεδρείας που θα περιλαμβάνει και τις υφιστάμενες προς απόσυρση λιγνιτικές Μονάδες”.
Σε αυτή τη βάση, ο κ. Στάσσης επισημαίνει ότι “με βάση τις προβλέψεις του εν λόγω μηχανισμού, τις ενδεχόμενες ανάγκες του συστήματος, αλλά και τις ιδιαιτερότητες των αναγκών τηλεθέρμανσης θα καθορισθεί στη συνέχεια και ο τρόπος λειτουργίας των υφιστάμενων λιγνιτικών Μονάδων έως και την οριστική απόσυρσή τους”.
Όμως, όπως έγραψε πρόσφατα το energypress, έχουμε ακόμα αρκετό δρόμο να διανύσουμε μέχρις ότου εγκριθεί από τις Βρυξέλλες ο μηχανισμός στρατηγικής εφεδρείας, καθώς οι αισιόδοξες προβλέψεις κάνουν λόγο για ολοκλήρωση της διαδικασίας περί τα τέλη του 2021. Αυτή, τουλάχιστον, είναι η υπόσχεση που φέρεται να έχει αποσπάσει το ΥΠΕΝ από τις Βρυξέλλες.
Προς το παρόν, αυτό που ξέρουμε είναι ότι έχει ξεκινήσει η ευρωπαϊκή διαβούλευση του market plan, που αποτελεί προαπαιτούμενο, ενώ το ΥΠΕΝ αναμένει την επικαιροποίηση του adequacy report, με βάση τη νέα μεθοδολογία του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER). Στη συνέχεια, οι αρμόδιες αρχές της ΕΕ θα αποστείλουν ένα σετ νέων ερωτήσεων προς απάντηση από την ελληνική πλευρά και, εφόσον όλα πάνε όπως σχεδιάζει το ΥΠΕΝ, θα ακολουθήσει η έγκριση του μηχανισμού.
Προβληματίζει η διασφάλιση της ροής της χρηματοδότησης για τα έργα τηλεθέρμανσης
Αν η μια πλευρά του θέματος που αναδεικνύεται από αυτό τον έμμεσο διάλογο μεταξύ των παραγόντων της τοπικής διοίκησης της Κοζάνης με τη διοίκηση της ΔΕΗ -διάλογος που, φυσικά, συνεχίζεται και μέσα από απευθείας και επισήμους διαύλους- αφορά το τι μέλλει γενέσθαι με την τηλεθέρμανση σε συνάρτηση με το μηχανισμό εφεδρείας, η άλλη πλευρά αφορά σημεία αβεβαιότητας που φαίνεται ότι υπάρχουν και σε ό,τι αφορά την διασφάλιση της ροής της απαιτούμενης χρηματοδότησης για την εκτέλεση και ολοκλήρωση των απαιτούμενων έργων.
Ο στόχος που έχει τεθεί και συνομολογηθεί από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς είναι ο συνολικός σχεδιασμός να έχει ολοκληρωθεί και τα συστήματα τηλεθέρμανσης, υπό το νέο καθεστώς και τρόπο λειτουργίας, να έχουν τεθεί σε λειτουργία στο τέλος του 2023. Στα πλαίσια αυτά, υπό την εποπτεία της Συντονιστικής Επιτροπής του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ), συντάχθηκε σχέδιο δράσης για την υλοποίηση έργων τηλεθέρμανσης που υπερβαίνει τα 270 εκατ. ευρώ, το οποίο δύναται να υλοποιηθεί με την χρήση πολλαπλών πηγών χρηματοδότησης (ΕΣΠΑ 2014-2020, ΕΣΠΑ 2021-2027, Εθνικοί πόροι, λιγνιτικός πόρος, Πράσινο Ταμείο).
Οι πολλαπλές συνθήκες χρηματοδότησης, σε ένα εξαιρετικά σύνθετο πλαίσιο, είναι και ο λόγος για τον οποίο διατυπώνονται προβληματισμοί για το κατά πόσο θα καταστεί εφικτό όλες οι απαιτούμενες ενέργειες, δράσεις και έργα να ολοκληρωθούν εντός του προβλεπόμενου σφιχτού - ή, σύμφωνα με τις πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις, ασφυκτικού – χρονοδιαγράμματος.
Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής ΣΔΑΜ Κ. Μουσουρούλης σε έγγραφο που κατέθεσε στις αρχές Αυγούστου στη Βουλή, στα πλαίσια των διαδικασιών κοινοβουλευτικού ελέγχου, “η προτεραιότητα χρηματοδότησης επιβάλλει καταρχάς την χρήση των ευρωπαϊκών-συγχρηματοδοτούμενων κονδυλίων, που διέπονται από χρονικούς περιορισμούς και ειδικότερους κανόνες επιλεξιμότητας, και εν συνεχεία εφόσον δεν πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να αναζητηθεί χρηματοδότηση σε άλλες πηγές”.
Σε αυτή τη βάση, ο κ. Μουσουρούλης αναγνωρίζει ότι είναι υπαρκτό το ενδεχόμενο να προκύψουν “καθυστερήσεις στην χρηματοδότηση των αναγκαίων έργων τηλεθέρμανσης”, οι οποίες θα οφείλονται “αφενός στην οριστικοποίηση των Ευρωπαϊκών Κανονισμών και εν συνεχεία στην οριστικοποίηση των Προγραμμάτων της Περιόδου 2021-2027, σε συνάρτηση με το επιτυχές κλείσιμο των Προγραμμάτων της Π.Π. 2014- 2020, ώστε να επιλεγεί το βέλτιστο μίγμα χρηματοδότησης”.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η διασφάλιση της απρόσκοπτης ροής της απαιτούμενης χρηματοδότησης για τα σχεδιαζόμενα αναγκαία έργα τηλεθέρμανσης είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο πρόβλημα, με το οποίο καλείται να αναμετρηθεί η Συντονιστική Επιτροπή του ΣΔΑΜ, χωρίς όμως όλα να εξαρτώνται απόλυτα από τις δικές της ενέργειες.
Τι προβλέπει η συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων
Οι φορείς της τοπικής διοίκησης, οι επιχειρήσεις τηλεθέρμανσης, η ΔΕΗ, ο ΔΕΣΦΑ και η Συντονιστική Επιτροπή του ΣΔΑΜ έχουν ήδη από το Σεπτέμβριο του 2020 συνυπογράψει σχετικό Μνημόνιο Κατανόησης και Στρατηγικής Συνεργασίας.
Στο Μνημόνιο αυτό αποτυπώνεται ο σχεδιασμός για την προώθηση και ολοκλήρωση των αναγκαίων ενεργειών για τη διασφάλιση της λειτουργίας των τηλεθερμάνσεων της Δυτ. Μακεδονίας και μετά την παύση λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων, καθώς και ο τρόπος χρηματοδότησης αυτών.
Στο μνημόνιο αποτυπώνονται οι προβλέψεις για τις συγκεκριμένες ενεργειακές υποδομές που είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν για το σκοπό αυτό, ενώ αποσαφηνίζονται και κατανέμονται και οι αρμοδιότητες και υπευθυνότητες για όλες τις φάσεις σχεδιασμού και υλοποίησης των απαιτούμενων ενεργειών και δράσεων.
Τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν, επίσης, συμφωνήσει και επί των αρχών τιμολόγησης θερμικής ενέργειας για το σύνολο του νέου διασυνδεδεμένου συστήματος. Ο προσδιορισμός του τιμήματος θα συναρτάται με την εξέλιξη των τιμών των χρησιμοποιούμενων καυσίμων και των εκπομπών CO2.
1 Σεπτεμβρίου 2021
energypress