Κλιματική κρίση και ενεργειακός τομέας: Η επείγουσα αλλαγή που αφορά όλους μας
Οι εφιαλτικές στιγμές που ζούμε με τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές μοιραια επαναφέρουν τη συζήτηση για το μέλλον της χώρας μας σε έναν πλανήτη του οποίου το κλιματικό σύστημα υπερθερμαίνεται ταχύτητα.
Τα νέα δεν είναι ευχάριστα. Τα δραματικά γεγονότα τα οποία βιώνουμε δεν αποτελούν εξαίρεση ή εικόνα από το μέλλον. Είναι πλέον το παρόν και η κανονικότητά μας.
Όλο και περισσότεροι επιστήμονες συμφωνούν ότι η κλιματική κρίση πραγματοποιείται πιο γρήγορα από ό,τι τα μοντέλα προβλέπουν. Όλοι όμως συμφωνούν στο εξής: Ακόμα και αν καταφέρουμε και σταθεροποιήσουμε τη μέση πλανητική θερμοκρασία στον 1,5°C – από τον 1.2°C που βρισκόμαστε σήμερα – κάτι που ούτως ή άλλως φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο, η ένταση και η συχνότητα των φαινομένων θα αυξηθεί σημαντικά.
Με απλά λόγια, ακόμα και στο καλύτερο δυνατό σενάριο, θα πρέπει να προετοιμαστούμε για μία ‘κανονικότητα’ ακόμα πιο δύσκολη από τη σημερινή…
Αν μάλιστα δεν καταφέρουμε να συγκρατήσουμε τη θερμοκρασία στον 1,5°C και ξεπεράσουμε τους 2°C ή ακόμα περισσότερο, τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα πολλαπλασιαστούν επικίνδυνα στο βαθμό που πλέον θα απειλούν ευθέως την ύπαρξη πολλών χωρών που βρίσκονται σε ευάλωτες κλιματικές ζώνες. Ανάμεσά τους και η Ελλάδα. Αυτό αναμένεται να επιβεβαιωθεί και από την 6η Έκθεση Αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ που θα δημοσιευθεί την ερχόμενη Δευτέρα 8 Αυγούστου.
Δεν είναι τυχαίο που ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, πριν δύο χρόνια έκανε την ιστορική αναφορά για «υπαρξιακή απειλή» (existential threat) από την κλιματική κρίση.
Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω για τη χώρα μας;
Καταρχήν ότι το διακύβευμα είναι η ίδια η επιβίωσή μας. Με το 40% της χώρας να κινδυνεύει με ερημοποίηση, τις πυρκαγιές και τα υπόλοιπα ακραία φαινόμενα να γίνονται η νέα πραγματικότητα και τον (πιθανό) εκτοπισμό πληθυσμών να απειλεί την κοινωνική συνοχή της χώρας, δεν υπάρχει χρόνος για καθυστέρηση. Ούτε για δικαιολογίες τύπου “η Ελλάδα εκλύει το 0,2% των εκπομπών παγκοσμίως”. Οφείλουμε να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας. Ακόμα κι αν στο τέλος δεν θα είναι αρκετό.
Θα πρέπει η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή να γίνει άμεση προτεραιότητα για την κυβέρνηση και την κοινωνία. Κρίνοντας ωστόσο από την ανεπαρκή διαχείριση των δασών, την απουσία μέτρων πρόληψης, την κακή διαχείριση των υδάτων, τη διαρκή αποδυνάμωση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στις προστατευόμενες περιοχές και των Φορέων Διαχείρισης, τις συνεχείς σκανδαλώδεις ρυθμίσεις υπέρ πάσης φύσης εκτός σχεδίου δόμησης και την έλλειψη ενημέρωσης των πολιτών μάλλον έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε.
Εξίσου σημαντικά η χώρα μας θα πρέπει να εφαρμόσει κλιματική και ενεργειακή πολιτική η οποία να ευθυγραμμίζεται με τις απαιτήσεις της επιστήμης για τον 1,5°C. Απαιτείται στόχος μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου άνω του 65% ως το 2030 – και όχι απλώς 55% - και εκμηδενισμός τους ως το 2045. Τα παραπάνω μεταφράζονται σε άμεση ακύρωση όλων των νέων επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα – σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, κτίρια και υποδομές – και ταχύτατη ανάπτυξη των ΑΠΕ, της αποθήκευσης και της εξοικονόμησης ενέργειας: διείσδυσή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή τουλάχιστον κατά 80% ως το 2030 σε συνδυασμό με την μετατροπή περίπου 1,5 εκατ. κατοικιών σε κτίρια σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης (nZEB) το ίδιο διάστημα (στην πορεία για έναν πλήρως απανθρακοποιημένο κτιριακό τομέα ως το 2045).
Τα παραπάνω θα πρέπει να αντανακλώνται στα δύο βασικά υπό διαμόρφωση θεσμικά εργαλεία που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση, στον Κλιματικό Νόμο και το Αναθεωρημένο ΕΣΕΚ, αλλά και στα επί μέρους μέτρα και στις πολιτικές. Για παράδειγμα, αστοχίες όπως η πρόσφατη ανακοίνωση για το - εντελώς ανεπαρκές - επερχόμενο Εξοικονομώ είναι ανεπίτρεπτες.
Μία κοινωνία σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι
Πόσο εφικτό είναι να γίνουν τα παραπάνω εντός του ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος που επιτάσσει η επιστήμη; Το ερώτημα είναι ρητορικό υπό την έννοια ότι απαιτείται να εξαντλήσουμε κάθε περιθώριο επίτευξης του στόχου. Είναι ζήτημα επιβίωσης, και από την πλευρά της κυβέρνησης δεν θα συγχωρείται πλέον κανένα λάθος, καμία καθυστέρηση, καμία αστοχία. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η οικονομία της χώρας θα πρέπει να αλλάξει ριζικά τα επόμενα χρόνια, με βαθιές τομές και ανατροπές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε έως σήμερα.
Οι τομές αυτές θα πρέπει να γίνουν με όρους διαφάνειας, λογοδοσίας και συμμετοχικότητας, διασφαλίζοντας ότι αφορούν το σύνολο της κοινωνίας. Ειδικά για τις ΑΠΕ, η ανάπτυξη των οποίων προσκρούει σε πολλές αντιδράσεις τα τελευταία χρόνια - πολλες εκ των οποίων δικαιολογημένες - θα πρέπει άμεσα να ολοκληρωθεί το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο καθώς και να ολοκληρωθούν οι Ειδικές Μελέτες και να εκδοθούν τα σχετικά Προεδρικά Διατάγματα με τη μέγιστη δυνατή κοινωνική αποδοχή. Χρειάζονται ξεκάθαροι κανόνες τι επιτρέπεται και πού. Όπως επίσης χρειάζεται τα θεσμικά μέτρα αυτά να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη με την κοινωνία, διασφαλίζοντας όρους συμμετοχικότητας και όχι αποκλεισμών.
Εξίσου σημαντικό όμως είναι και η αποδοχή από την πλευρά της ευρύτερης κοινωνίας αυτής της τεράστια αλλαγής στην καθημερινότητά μας. Πολλές από τις αντιδράσεις για την ανάπτυξη των ΑΠΕ βασίζονται είτε σε φόβο είτε σε άγνοια είτε σε (εσκεμμένη ή όχι) παραπληροφόρηση. Η ανάγκη της χώρας για βαθιά και γρήγορη αλλαγή από ένα μη-βιώσιμο και άνισο μοντέλο ανάπτυξης σε ένα που προστατεύει το μέλλον μας θα πρέπει να γίνει οδηγός και κίνητρο ενεργοποίησης και εποικοδομητικής συμμετοχής και όχι στείρας αντίδρασης.
Θα χρειαστεί να δουλέψουμε όλες και όλοι μας για να αποτρέψουμε τα χειρότερα σενάρια που βρίσκονται καθοδόν. Όσο περισσότερο μπορέσουμε. Σε αυτή την τεράστια πρόκληση που έχουμε μπροστά η ευθύνη είναι μεν αναλογική δεν παύει όμως να είναι και συλλογική. Ας αναλάβουμε όλοι το μερίδιο που μας αναλογεί.
Τάκης Γρηγορίου, υπεύθυνος για θέματα κλιματικής αλλαγής και ενέργειας, ελληνικό γραφείο Greenpeace
6 Αυγούστου 2021
energypress