Α. Χανταβας: Δύο θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την ενεργειακή μετάβαση.

28 12 2020 | 12:43Α. Χαντάβας

Το 2020 ήταν μια πολύ ιδιαίτερη χρονιά για την εγχώρια αγορά ενέργειας, όχι όμως τόσο εξαιτίας της πανδημίας, η οποία φαίνεται να την επηρέασε ελεγχόμενα. Μέσα σε ένα γενικότερο Ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης, τον Φεβρουάριο ανακοινώθηκε η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (European Green Deal) σύμφωνα με το οποία η Ευρωπαϊκή ήπειρος θα πρέπει να είναι περιβαλλοντικά ουδέτερη μέχρι το 2050. Τον Ιούλιο ανακοινώθηκε το προσωρινό μέσο ανάκαμψης των 750 δις (Recovery Fund) με έμφαση στις πράσινες επενδύσεις. Η Ελλάδα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις της ενεργειακής μετάβασης και της διεύρυνσης της ενεργειακής αγοράς, έχει μια μεγάλη ευκαιρία μπροστά της.

Στη χώρα μας, από τη μία πλευρά είδαμε τα οφέλη του υγιούς ανταγωνισμού, καθώς στους διαγωνισμούς της ΡΑΕ οι τιμές στις ταρίφες των φωτοβολταϊκών και των αιολικών έργων έπεσαν σε εξαιρετικά ανταγωνιστικές τιμές, αποδεικνύοντας την ανταγωνιστικότητα των ΑΠΕ σήμερα και ενισχύοντας την παραγωγή «πράσινου» ηλεκτρισμού. Από την άλλη πλευρά, ο ΕΛΑΠΕ οδηγήθηκε σε έλλειμμα και δυστυχώς επιβλήθηκε εκ νέου έκτακτη εισφορά στα παλαιότερα εν λειτουργία έργα ΑΠΕ, γεγονός που κλονίζει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και αυξάνει το επενδυτικό ρίσκο.

Επίσης, εφαρμόστηκε το «target model» από την 1η Νοεμβρίου με στόχο την εύρυθμη και πιο δίκαιη λειτουργία της αγοράς, με κάποιες αρχικές δυσλειτουργίες που προκάλεσαν την παρέμβαση της ΡΑΕ, καθώς έγινε ορατός πλέον ο κίνδυνος της αύξησης των τιμών λιανικής και τον εκ νέου εκτροχιασμό του ΕΛΑΠΕ.

Συνεπώς, είναι προφανές ότι για να καταφέρει η χώρα τους ενεργειακούς της στόχους, οφείλει α) να επιταχύνει τις ρυθμιστικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες ώστε να επιτευχθεί η ομαλή λειτουργία του target model και η ενσωμάτωση των τεχνολογικών εξελίξεων στα εν λειτουργία έργα ΑΠΕ και β) να προχωρήσει με ταχύτητα στην ανάπτυξη/αναβάθμιση των ηλεκτρικών δικτύων.

Ουσιαστικά, αυτές αποτελούν τις δύο θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση της ενεργειακής μετάβασης της χώρας σε καθαρές μορφές ενέργειας και την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί από την Ε.Ε.

ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Η δημιουργία ενός ευέλικτου και σύγχρονου νομοθετικού πλαισίου, το οποίο μπορεί να υποστηρίζει επιτυχώς τις ραγδαίες εξελίξεις στις τεχνολογίες των ΑΠΕ, θα καταφέρει να επιταχύνει την ενεργειακή μετάβαση και μεσοπρόθεσμα θα επιφέρει σημαντική μείωση στις τιμές ρεύματος που απολαμβάνουν οι καταναλωτές. Τρία κρίσιμα θέματα σχετίζονται με τη νομοθεσία. Πρώτον, η λειτουργία μονάδων αποθήκευσης σε συνδυασμό με έργα ΑΠΕ. Η αποθήκευση θα δώσει αυτομάτως τη δυνατότητα στις ΑΠΕ να πραγματοποιούν ακριβείς προβλέψεις παραγωγής και επομένως να διαθέτουν πράσινο ρεύμα σε ακόμα πιο ανταγωνιστικές τιμές, περιορίζοντας δραστικά το κόστος εξισορρόπησης της αγοράς που προέρχεται από τις θερμικές μονάδες. Συνεπώς είναι η μοναδική λύση για την αύξηση του ανταγωνισμού και την εύρυθμη λειτουργία του target model.

Το δεύτερο αφορά στη ριζική ανανέωση του εξοπλισμού (repowering) των ΑΠΕ. Σήμερα, το θεσμικό πλαίσιο διαθέτει κάποιες διατάξεις που αφορούν το θέμα, ωστόσο αυτό δεν είναι αρκετό. Σε μια εποχή όπου οι τεχνολογίες ΑΠΕ γίνονται διαρκώς πιο αποδοτικές, θα πρέπει η νομοθεσία να δίνει την ευελιξία στον παραγωγό να μπορεί να αλλάζει οποιαδήποτε στιγμή κατά την διάρκεια λειτουργίας του έργου τον εξοπλισμό του. Έτσι, θα μπορεί ένα έργο ΑΠΕ να γίνει ακόμα πιο αποδοτικό με προφανή οφέλη για το περιβάλλον, τον καταναλωτή και την ενεργειακή αγορά. Μιας και η χώρα μας διαθέτει αρκετά παλαιότερα έργα, ένα ελκυστικό πλαίσιο repowering με προτεραιότητα στη διασύνδεσή τους, μπορεί να φέρει γρήγορα μαζικές επενδύσεις.

Τέλος, το τρίτο θέμα που σχετίζεται με τη νομοθεσία είναι οι διμερείς συμβάσεις αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας (PPA’s). Παγκοσμίως, η Enel Green Power έχει συνάψει αντίστοιχες συμβάσεις με εταιρείες-κολοσσούς, όπως η Google, η Facebook και η Danone, βοηθώντας τους να προσφέρουν βιώσιμες υπηρεσίες και προϊόντα στην κοινωνία και να συμμετέχουν στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Παρόλο που στην Ελλάδα το περιβάλλον δεν είναι τόσο ανταγωνιστικό όσο στη Βόρεια Ευρώπη και την Αμερική, τα διμερή συμβόλαια θα μειώσουν το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, εφόσον οι παραγωγοί θα διαπραγματεύονται απευθείας με τους πελάτες, οι οποίοι με την σειρά τους θα μειώσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα και θα ενισχύσουν την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Η ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ

Αν το νομοθετικό πλαίσιο αποτελεί τον «οδηγό» για τον ενεργειακό μετασχηματισμό της χώρας, τότε σίγουρα το δίκτυο λειτουργεί ως το «όχημα» αυτής της μετάβασης. Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα ισχύοντα στοιχεία θα πρέπει να προσθέσει περί τα 9.000 MW ανανεώσιμης ισχύος στο δίκτυο της μέχρι το 2030. Θα πρέπει λοιπόν να ληφθεί υπόψη ότι σήμερα αρκετές περιοχές της χώρας όπως η Θράκη, η Πελοπόνησσος και η Εύβοια έχουν κορεσμένα δίκτυα και η πλειοψηφία των νησιών δεν ανήκουν στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα. Συνεπώς, ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρξουν ώριμα έργα ΑΠΕ που όμως δεν θα είναι δυνατόν να υλοποιηθούν, καθώς θα υφίσταται κορεσμός στην χωρητικότητα του ηλεκτρικού δικτύου.

Ως εκ τούτου, χρειάζεται ένα στοχευμένο επενδυτικό πλάνο ανάπτυξης του δικτύου, με την ανάλογη υποστήριξη από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, προκειμένου αφ’ενός να αρθεί ο κορεσμός και να απορροφηθεί η απαιτούμενη ισχύς σύμφωνα με τα ανωτέρω στοιχεία, αφετέρου να συνδεθούν ηλεκτρικά περισσότερα σημεία της χώρας, δημιουργώντας έτσι νέες ζώνες αξιοποίησης του ανανεώσιμου δυναμικού. Επίσης, με τον τρόπο αυτό θα δημιουργηθούν και οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη υποδομών για την παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης, κάτι το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην καρδιά της ενεργειακής συζήτησης στην Ευρώπη. Διότι πλέον έχει καταστεί προφανές ότι η επιτυχία της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας εξαρτάται από την επιτάχυνση της υλοποίησης έργων ΑΠΕ, τα οποία μεταξύ άλλων θα είναι σε θέση να υποστηρίξουν ενεργειακά τις μονάδες παραγωγής υδρογόνου.

-------------------------

Ο κ. Αριστοτέλης Χαντάβας είναι επικεφαλής Επικεφαλής Ευρώπης της Enel Green Power και Πρόεδρος της Solar Power Europe

(To άρθρο περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα του energypress για τις προοπτικές του 2021)

 

 

23 Δεκεμβρίου 2020

energypress