Σε άλλες δράσεις του RRF τα 202 εκατ. του ΕΛΑΠΕ – Τη μεταφορά πλεονασμάτων από τον «νέο» στον «παλιό» Λογαριασμό ζητά η αγορά

Ειλημμένη είναι σύμφωνα με πληροφορίες του energypress η απόφαση για τη μεταφορά σε άλλες δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης των 202 εκατ. ευρώ που κανονικά προορίζονταν για τη χρηματοδότηση του υπολογαριασμού των «νέων» έργων ΑΠΕ (των μονάδων δηλαδή που ηλεκτρίσθηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2021). 

Όπως είχε γράψει το energypress, το υπουργείο Οικονομικών ήδη από τα τέλη του 2022 εξέταζε να ματαιωθεί η οικονομική «ένεση» προς τον υπολογαριασμό των «νέων» έργων. Στο διάστημα που μεσολάβησε, στο ΥΠΟΙΚ «κλείδωσε» η ανακατεύθυνση του σχετικού ποσού σε άλλες επενδύσεις, καθώς το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης δημιούργησε εντελώς νέα δεδομένα, τα οποία καθιστούν εξαιρετικά απίθανο μέχρι το τέλος του 2024 (όταν κανονικά θα ολοκληρωνόταν η χρηματοδότηση του υπολογαριασμού με τα 202 εκατ.) να «γυρίσει» σε αρνητικό πρόσημο. 

 

Η σχετική τροποποίηση στο RRF πρόκειται να γίνει με την αναθεώρηση του «Ελλάδα 2.0», στο πλαίσιο της οποίας θα προστεθούν και νέες δράσεις στο πρόγραμμα, για τη διάθεση των επιπλέον 769 εκατ. ευρώ που αναλογούν στην Ελλάδα από το REPowerEU. Τυπικά, όλα τα κράτη-μέλη έχουν διορία να καταθέσουν τα αναθεωρημένα Εθνικά Σχέδια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μέχρι το τέλος του Αυγούστου, ωστόσο η Κομισιόν προτρέπει τις χώρες να προχωρήσουν στην υποβολή τους μέχρι το τέλος του Απριλίου. 

Εντελώς διαφορετικά δεδομένα 

Υπενθυμίζεται ότι το σκεπτικό του ΥΠΟΙΚ ήταν ότι η ανάγκη χρηματοδότησης του υπολογαριασμού προέκυψε με τα δεδομένα του 2019, ενώ η εκτίναξη στην πορεία των χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας έχει αποσοβήσει το ενδεχόμενο να γυρίσει σε έλλειμμα τα αμέσως επόμενα χρόνια. Ενδεικτικό είναι εξάλλου ότι οι αποζημιώσεις των μονάδων που προκρίθηκαν από τις δημοπρασίες της περιόδου 2018-2020 κινούνται στα 59 €/MWh μεσοσταθμικά. 

Επίσης, στον διαγωνισμό του Σεπτεμβρίου (πρώτο υπό το νέο σχήμα), η μεσοσταθμική τιμή για τα φωτοβολταϊκά κυμάνθηκε στα 47,98 €/MWh και στα αιολικά στα 57,66 €/MWh. Επομένως, ακόμη και με το πλαφόν στα 85 €/MWh, οι μονάδες έργα αποδίδουν έσοδα στον υπολογαριασμό, αντί να χρειάζονται χρηματοδότηση από αυτόν. 

Ενδεικτικό της δυναμικής που έχει αποκτήσει ο υπολογαριασμός «νέων» έργων είναι ότι, σύμφωνα με το πρόσφατο Δελτίο του ΔΑΠΕΕΠ, εκτιμάται ότι θα κλείσει με πλεόνασμα περί τα 131 εκατ. ευρώ. Αντίθετα, για τον κύριο Ειδικό Λογαριασμό (δηλαδή των «παλιών» έργων), ο Διαχειριστής προβλέπει ένα οριακό έλλειμμα στο τέλος του έτους, της τάξης των 2 εκατ. ευρώ, συνυπολογίζοντας και για φέτος την εισροή του «πράσινου» τέλους στο ντίζελ. 

Διεύρυνση ελλείμματος στον Λογαριασμό «παλιών» έργων 

 

Ενόψει της διαφαινόμενης ακύρωσης της χρηματοδότησης του υπολογαριασμού «νέων» έργων, παράγοντες του κλάδου επισημαίνουν πως δεν έχει πλέον νόημα και η οικονομική του αυτοτέλεια από τον κύριο ΕΛΑΠΕ. Όπως επισημαίνουν, η οικονομική τους «αυτοτέλεια» (όπως και εν συνόλω η μεταρρύθμιση του ΕΛΑΠΕ) έγινε με γνώμονα την εύκολη παρακολούθηση του ισοζυγίου του υπολογαριασμού «νέων» έργων και της πορείας του ελλείμματός του (όπως προβλεπόταν) μέρος του οποίου θα καλυπτόταν έως το 2024 από τα 202 εκατ. του RRF. 

Ωστόσο, το «τοπίο» έχει εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά από τις προβλέψεις, με τον υπολογαριασμό να παράγει πλεονάσματα και τον κύριο ΕΛΑΠΕ να βρίσκεται κοντά στο αρνητικό πρόσημο. 

Μάλιστα, όπως επισημαίνουν τα ίδια στελέχη, τα δεδομένα στην αγορά έχουν αλλάξει στο διάστημα που μεσολάβησε από το τελευταίο δελτίο του Διαχειριστή, με συνέπεια πλέον να εκτιμάται ότι το έλλειμμα του κυρίως ΕΛΑΠΕ θα είναι μερικές δεκάδες εκατομμύρια στο τέλος του έτους. Αντίθετα, ο υπολογαριασμός των «νέων» έργων δεν αναμένεται να «κλείσει» το 2023 με πλεόνασμα μικρότερο από 100 εκατομμύρια. 

Επομένως, τα ίδια στελέχη σημειώνουν πως δεν έχει νόημα η οικονομική «δεξαμενή» της πρώτης κατηγορίας να έχει αρνητικό ισοζύγιο και της δεύτερης θετικό πρόσημο, υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να να λειτουργούν πλέον σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Κάτι που σημαίνει πως μέρος του πλεονάσματος του υπολογαριασμού των «νέων» έργων θα πρέπει να αιμοδοτήσει τον ΕΛΑΠΕ των «παλιών» έργων, ώστε να περιοριστεί το έλλειμμα του δεύτερου ή, στην καλύτερη περίπτωση, να ισοσκελιστεί

 

q