Πώς φθάσαμε στην πρωτοφανή κρίση του φυσικού αερίου στην Ευρώπη

Οι τιμές της αγοράς spot φυσικού αερίου στην Ευρώπη ξεπερνάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο (145 €/MWh σήμερα, ενώ το 2020 ήταν κάτω από τα 10 €/MWh και το φθινόπωρο του 2021 ήταν στα 75 €/MWh) καθώς η αβεβαιότητα σχετικά με την προμήθεια από τη Ρωσία εντείνεται καθημερινά. Οι ροές μέσω Ουκρανίας αλλά και μέσω Πολωνίας είναι στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δέκα ετών, οι αποθήκες φυσικού αερίου έχουν πληρότητα μόλις 60%, τη χαμηλότερη ιστορικά, ενώ και οι προσφορές της Ρωσίας στη spot αγορά είναι ανύπαρκτες.

Το πιο ανησυχητικό νέο είναι ότι πλέον η αγορά αερίου μέσω των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, τα οποία παραμένουν σε τιμές της τάξης των 80-90 €/MWh όλο το 2022 και τον χειμώνα του 2023, προεξοφλεί για πρώτη φορά μέχρι σήμερα διατήρηση της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης μέχρι τον επόμενο χειμώνα. Οι επιπτώσεις στο κόστος των νοικοκυριών και επιχειρήσεων θα είναι δυσβάστακτες και μη διαχειρίσιμες πολιτικά, τόσο για τις απευθείας χρήσεις αερίου, όσο και για την ηλεκτρική ενέργεια, οι τιμές της οποίας συμπαρασύρονται από τις τιμές αερίου.

Σήμερα πλέον οι τιμές φυσικού αερίου δεν είναι αποτέλεσμα δυνάμεων της αγοράς, μάλιστα είναι σαφώς ακριβότερες στην Ευρώπη συγκριτικά με τις Ασιατικές αγορές (ιστορικά συνέβαινε το αντίθετο), αλλά προκύπτουν ως αντίδραση στη γεωπολιτική κρίση. Η Ρωσία μαζεύει στρατεύματα στα σύνορα με την Ουκρανία. Αυτό όχι μόνο θα μπορούσε να καθυστερήσει την έναρξη του αμφιλεγόμενου αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2, αλλά και να διακινδυνεύσει άλλες προμήθειες σε μια εποχή που τα αποθέματα εξαντλούνται επικίνδυνα.

Η νέα Γερμανική Κυβέρνηση ανοικτά δήλωσε ότι παγώνει την άδεια του Nord Stream 2 ενόψει της απειλής για την Ουκρανία, ενώ και η Πολωνία και οι λοιπές χώρες transit αερίου θέτουν βέτο ενάντια στο Nord Stream 2. Η Ρωσική πλευρά ανοικτά ζητάει το Nord Stream 2 ως αντάλλαγμα για να αυξήσει το ροή αερίου προς την Ευρώπη και έτσι να αποκλιμακωθούν οι τιμές.

Είναι αλήθεια ότι η εξάρτηση της Ευρώπης από το φυσικό αέριο της Ρωσίας αυξήθηκε τα τελευταία δέκα χρόνια. Αυτό ήταν γνωστό και αναπόφευκτο, γιατί η εξάρτηση δεν οφειλόταν τόσο στην αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου από την Ευρώπη αλλά στην εξάντληση των εγχώριων αποθεμάτων φυσικού αερίου, όπως στην Ολλανδία, τη Βόρεια Θάλασσα και αλλού. Δεν είναι αλήθεια ότι φταίει η πράσινη μετάβαση, ούτε εξ άλλου αυξήθηκε σημαντική η κατανάλωση αερίου. Έγινε μεγάλη προσπάθεια μετριασμού της εξάρτησης από το Ρωσικό αέριο μέσω της ανάπτυξης νέων διαδρόμων τροφοδοσίας, με προέλευση την Κασπία, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική.

Οι προσπάθειες αυτές είχαν όμως μικρή επιτυχία γιατί εξασφάλισαν μετά από αρκετά χρόνια μόνο μικρές ποσότητες, όπως ο TAP από την Κασπία (ελάχιστης συγκριτικά δυναμικότητας), το αέριο από την Αλγερία (που όμως και αυτό είναι σε γεωπολιτική ένταση μέσω Μαρόκου), το αέριο της Λιβύης (και αυτό γεωπολιτικά ασταθές) κλπ. Μεγαλεπήβολα project αγωγών αερίου δεν πραγματοποιήθηκαν γιατί οι εμπορικές προϋποθέσεις για τη χρηματοδότησή τους ήταν αδύνατο, ακόμα και παρά τις πολιτικές βουλήσεις των Κυβερνήσεων, να εκπληρωθούν.

Στην ουσία τη μεγάλη διαφορά στην αγορά έκανε το Αμερικανικό υγροποιημένο αέριο1, το οποίο ήταν φθηνό και κατάφερε να ανατρέψει τη σταθερότητα των Ρωσικών συμβολαίων προμήθειας τα οποία τιμολογούσαν το αέριο σε σύνδεση με τις τιμές πετρελαίου. Το Αμερικανικό αέριο, ακολουθούμενο από υγροποιημένο αέριο από το Κατάρ και αλλού, έσπασε τα Ρωσικά συμβόλαια, προκάλεσε για πρώτη φορά το λεγόμενο gas-to-gas competition που ήταν το όνειρο των ρυθμιστικών αρχών και ώθησε το αέριο να γίνει χρηματιστηριακό προϊόν.

Η Ευρώπη κέρδισε πάνω από 100 δισ.€ τα χρόνια του φθηνού υγροποιημένου αερίου συγκριτικά με το αν συνέχιζε τα Ρωσικά συμβόλαια προμήθειας. Ξεφύτρωσαν παντού έργα τερματικών για υγροποιημένο αέριο και αυτό με μεγάλη ικανοποίηση θεωρήθηκε επωφελές χάρις στην ευελιξία της προσαρμογής του στη διακύμανση της ζήτησης και τις χαμηλές τιμές.

Το τίμημα όμως ήταν να αυξηθεί η έκθεση σε χρηματιστηριακού τύπου κίνδυνο διακυμάνσεων τιμών και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο, αφού το υγροποιημένο αέριο μεταφέρεται με πλοία και αποτελεί εμπορεύσιμο αγαθό παγκοσμίως. Μόλις λοιπόν συγκυριακά αυξήθηκαν πολύ οι τιμές του υγροποιημένου αερίου στις ασιατικές αγορές, αμέσως αυξήθηκαν οι χρηματιστηριακές τιμές στην Ευρώπη.

Αυτές εντάθηκαν περαιτέρω λόγω Ευρωπαϊκών γεωπολιτικών συνθηκών χωρίς οι ποσότητες προσφοράς υγροποιημένου αερίου να είναι αρκετές για να μετριάσουν τις τιμές στην Ευρώπη. Η Ρωσική εταιρεία επέπληξε την Ευρώπη που απεμπόλησε τα Ρωσικά συμβόλαια με σταθερότητα τιμών σε σύνδεση με το πετρέλαιο, αλλά ξέχασε να πει ότι τώρα η ίδια δεν δέχεται επιστροφή στα συμβόλαια αυτά γιατί εισπράττει αδιανόητα υψηλά ποσά πουλώντας το αέριό της στις χρηματιστηριακές τιμές.

Στο πλαίσιο της στρατηγικής των ΗΠΑ για εξαγωγές υγροποιημένου αερίου, η Ευρώπη αναγνωρίστηκε ως φυσικός προορισμός για να μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο. Η στρατηγική των ΗΠΑ το 2016 αναγνωρίζει ανοιχτά το αέριο των ΗΠΑ ως εργαλείο για τον τερματισμό της εξάρτησης ορισμένων κρατών μελών σε μία πηγή προμήθειας φυσικού αερίου. Σε κοινή δήλωση του Ιουλίου 2018, ο τότε Πρόεδρος της ΕΕ Γιούνκερ και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τραμπ συμφώνησαν να ενισχύσουν την ενεργειακή στρατηγική συνεργασία με δέσμευση αύξησης των εισαγωγών από τις ΗΠΑ ώστε η ΕΕ «να διαφοροποιήσει και να καταστήσει τον ενεργειακό της εφοδιασμό πιο ασφαλή»

Τα μαθήματα είναι τα εξής:

  • Η Ευρώπη δεν επιτρέπεται να μην έχει αναπτύξει μηχανισμούς προστασίας (price hedging funds) έναντι των διακυμάνσεων των χρηματιστηριακών τιμών, πράγμα που γίνεται αποτελεσματικά μόνο από κοινού και όχι σε εθνικό επίπεδο
  • Η απεξάρτηση από το φυσικό αέριο πρέπει να επιταχυνθεί και αυτό γίνεται μόνο μέσω της ακόμα μεγαλύτερης στήριξης των ΑΠΕ, οι οποίες στο κάτω κάτω είναι και η φθηνότερη λύση
  • Η Ευρώπη έπρεπε συλλογικά να κρατά αποθέματα ασφαλείας αερίου σε μεγάλη κλίμακα, όπως γίνεται με το πετρέλαιο, μέσω προαγορών υγροποιημένου αερίου από τους παραγωγούς και πληρότητας των υπόγειων αποθηκών αερίου
  • Συλλογικά η Ευρώπη πρέπει να δράσει άμεσα στο γεωπολιτικό επίπεδο ώστε να εκτονωθεί το πρόβλημα της Ουκρανίας κα να τεθεί υπό Ευρωπαϊκή ρύθμιση ο Nord Stream 2.
  • Το Αμερικανικό υγροποιημένο αέριο δεν μπόρεσε να μετριάσει την εκτίναξη των τιμών στην Ευρώπη γιατί κατευθύνθηκε προς αγορές με τα μεγαλύτερα κέρδη, που είναι οι Ασιατικές. Αυτό σημαίνει ότι η συγκρότηση στρατηγικών μηχανισμών ασφαλείας για το φυσικό αέριο δεν μπορεί να βασισθεί σε αόριστες υποσχέσεις στήριξης από ξένες χώρες ή σε αβέβαιες εξελίξεις στην αγορά.
  • Η ελεύθερη αγορά υγροποιημένου αερίου είναι χρήσιμη για τον ανταγωνισμό αλλά δεν προσφέρει προστασία στρατηγικής ασφαλείας. Οι μεγάλου μήκους νέοι αγωγοί δεν θα γίνουν ποτέ γιατί ήδη μεσοπρόθεσμα η κατανάλωση αερίου θα παρακμάσει.
  • Το κόστος στρατηγικής ασφάλειας και προστασίας των τιμών είναι τεράστιο και η αποτελεσματικότητα απαιτεί μεγάλη κλίμακα που μόνο η από κοινού πράξη της Ευρώπης μπορεί να διασφαλίσει.

*Ο Παντελής Κάπρος είναι καθηγητής Ενεργειακής Οικονομίας και Επιχειρησιακής Έρευνας στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Η/Υ του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Αθηνών

(Liberal.gr)