Όλες οι αλλαγές που φέρνει η κοινοτική οδηγία RED II στον τομέα των ΑΠΕ

16 01 2019 | 15:41Ν. Καρακατσάνη

Η σταδιακή απανθρακοποίηση του ενεργειακού τομέα στην Ευρώπη και η γενικότερη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ρύπων απαιτεί αναμφίβολα, ισχυρές δομικές αλλαγές και μια συγκροτημένη στρατηγική. Σημαντικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να υλοποιηθούν σε ένα ευρύ φάσμα τομέων, μεταξύ των οποίων, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ο σχεδιασμός των κτιρίων, η θέρμανση, ο κλιματισμός, ο κατασκευαστικός κλάδος, οι μεταφορές, και η χρήση της γης. Καταλυτικής σημασίας για την ενεργειακή μετάβαση είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και η ενίσχυση της συνεισφοράς τους στους παραπάνω τομείς.

Πρόσφατη μελέτη που διενεργήθηκε για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι οι απαιτούμενες επενδύσεις σε έργα ΑΠΕ στην ΕΕ, για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων, ανέρχονται στα 250 δις € κατά την επόμενη δεκαετία, ενώ το ύψος των επενδύσεων διπλασιάζεται από το 2035 και ύστερα. Στη χώρα μας, το μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έχει ήδη υπερβεί το 20%, και δημοπρατούνται 2600 MW νέων έργων στην τριετία 2018-20.

Βασικό ζητούμενο στην ενεργειακή μετάβαση είναι να επιτευχθεί με το ελάχιστο κόστος και σε συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού. Η στρατηγική της μετάβασης και επιμέρους παράμετροι καθορίζονται από ευρωπαϊκά όργανα και εθνικούς θεσμικούς φορείς. Καθώς τα κόστη των ώριμων τεχνολογιών ΑΠΕ έχουν πλέον υποχωρήσει αισθητά, η οικονομική στήριξή τους, μέσω κρατικών ενισχύσεων, είναι εύλογο να περιορίζεται σταδιακά, και τα έσοδα τους να προκύπτουν κυρίως από μηχανισμούς αγοράς, ώστε να προκαλείται η ελάχιστη επιβάρυνση για τους καταναλωτές.

Το Πακέτο της Καθαρής Ενέργειας

Τον Νοέμβριο του 2016, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε μια δέσμη προτεινόμενων νομοθετικών κειμένων, που αποτυπώνει τον τρόπο μετασχηματισμού του ενεργειακού τομέα από το 2020 έως το 2030. Η δέσμη αυτή, που υπερβαίνει τις 4.500 σελίδες κειμένων, αποτελεί το «Πακέτο της Καθαρής Ενέργειας».  Εστιάζει στην πιο αποτελεσματική λειτουργία της ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, στην αντιμετώπιση κρίσεων, στην προώθηση των ΑΠΕ μέσα από όρους αγοράς και ενιαίες αρχές ανταγωνισμού,  στην έμφαση στην ενεργειακή απόδοση και στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.

Σημείο αναφοράς είναι ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου των Ευρωπαίων πολιτών, ώστε από στατικοί καταναλωτές (consumers) να μετασχηματιστούν σε prosumers, δηλαδή παραγωγούς από ΑΠΕ, με ενεργό συμμετοχή στην αγορά. Το Πακέτο της Καθαρής Ενέργειας αποτέλεσε αντικείμενο εκτενών διαβουλεύσεων κατά την τελευταία διετία. Οι πολυάριθμες ρυθμίσεις έχουν πλέον οριστικοποιηθεί και διενεργούνται οι επίσημες διαδικασίες για την έκδοση των σχετικών Οδηγιών και Κανονισμών.

Η Νέα Οδηγία για τις ΑΠΕ  (RED II)

Στις 21 Δεκεμβρίου 2017 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η αναθεωρημένη Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις ΑΠΕ, γνωστή ως RED ΙΙ (Renewable Energy Directive). Έχοντας ορίζοντα 2021-2030, επιδιώκει την εναρμόνιση των κλιματικών στόχων με την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, ώστε η αλληλεπίδραση να μην προκαλεί ανεπιθύμητες επιπτώσεις.  Ουσιαστικά, οι ΑΠΕ παύουν να αντιμετωπίζονται ως εξαίρεση, μετατοπίζονται από το περιθώριο των αγορών, και εντάσσονται πληρέστερα σε αυτές. Η ισχυροποίηση τους θα επέλθει μέσα από την απλοποίηση και επιτάχυνση αδειοδοτικών διαδικασιών, την άρση ρυθμιστικών εμποδίων, την ένταξη σε μηχανισμούς αγοράς, και τη διεύρυνση της συνεισφοράς τους σε ένα φάσμα νέων τομέων, όπου εισάγονται δεσμευτικοί στόχοι και κριτήρια αειφορίας. Αξιοποιώντας νέα εργαλεία και προοπτικές, οι παραγωγοί ΑΠΕ θα μπορούν να αντισταθμίσουν πιο αποτελεσματικά τη στοχαστικότητα που διέπει την παραγωγή τους, να δημιουργήσουν συνέργειες και πρόσθετη αξία, μειώνοντας, παράλληλα, την εξάρτησή τους από εθνικά σχήματα στήριξης.

Ποιες είναι οι βασικές αλλαγές που επιφέρει η RED II;

1. Καθορίζει έναν νέο, πιο φιλόδοξο, στόχο για τη συμμετοχή των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας, ανάγοντας το μερίδιό τους στο 32% για το 2030, έναντι 27% που είχε αρχικά προταθεί.

Ο στόχος αυτός είναι δεσμευτικός σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά όχι σε εθνικό, σε αντιδιαστολή με προηγούμενους στόχους του 2020. Η θεώρηση αυτή αναδεικνύει μια διάσταση συλλογικότητας σε ενωσιακό επίπεδο, και παράλληλα, ευελιξία αλλά και ασάφεια στην προσέγγιση που θα εφαρμόσει κάθε χώρα.  Οι δεσμευτικοί στόχοι του 2020, που είχαν τεθεί το 2009 για κάθε κράτος, διατηρούν κάποια σημασία, καθώς θα συνιστούν το ελάχιστο επίπεδο αναφοράς από το 2021 και ύστερα. Προβλέπεται επίσης, η επανεξέταση του 32% και πιθανή αναθεώρησή του σε υψηλότερο επίπεδο έως το 2023.

2. Βελτιώνει το σχεδιασμό και τη σταθερότητα των καθεστώτων στήριξης των ΑΠΕ και επιδιώκει την ενσωμάτωσή των ΑΠΕ στην αγορά, περιορίζοντας στρεβλώσεις.

(α) Εισάγονται κοινά χαρακτηριστικά, όπως η στήριξη των ΑΠΕ με τη μορφή προσαύξησης επί της τιμής της αγοράς (αντί εγγυημένων τιμών) και οι διαγωνιστικές διαδικασίες για την ανάδειξη των οικονομικότερων έργων. Εξαιρέσεις αποτελούν εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας και έργα επίδειξης. Επιτρέπονται επίσης αναπροσαρμογές για μικρά νησιά ή εξόχως απόκεντρες περιφέρειες. Η τεχνολογική ουδετερότητα είναι επιθυμητή στους διαγωνισμούς, αλλά δεν αποκλείονται και  δημοπρασίες για συγκεκριμένες τεχνολογίες για ειδικούς λόγους.

(β) Αποκλείονται τροποποιήσεις στους όρους στήριξης που έχουν ήδη χορηγηθεί, δηλαδή αναδρομικές μεταβολές με αρνητική επίδραση σε θεμελιωμένα δικαιώματα των επενδυτών και την οικονομική βιωσιμότητα των έργων. Το επίπεδο στήριξης μπορεί να προσαρμοστεί μόνο στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων τα οποία ήδη εμπεριέχονται στον αρχικό σχεδιασμό του σχήματος.

(γ) Τα κράτη μέλη της ΕΕ οφείλουν να δημοσιεύουν τον προγραμματισμό τους, τουλάχιστον για τα επόμενα τρία έτη, παρουσιάζοντας στόχους ισχύος, επιλέξιμες τεχνολογίες, διαθέσιμο προϋπολογισμό και ενδεικτικά χρονοδιαγράμματα δημοπρασιών. Επίσης, πρέπει να υποβάλουν εκθέσεις αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των καθεστώτων στήριξης τουλάχιστον ανά πενταετία.

3. Εισάγει προβλέψεις για τη συμμετοχή έργων ΑΠΕ από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ο στόχος για διασυνοριακή συμμετοχή στα εθνικά σχήματα είναι μη δεσμευτικός.  Καθορίζεται ενδεικτικά στο 5% τουλάχιστον, για τα έτη 2023 έως 2026 και στο 10% μετέπειτα. Το 2023, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εξετάσει την εισαγωγή δεσμευτικών υποχρεώσεων, εάν η προηγούμενη προσέγγιση δεν αποδώσει. Προκειμένου να διευκολυνθούν οι στατιστικές μεταβιβάσεις ποσοτήτων ενέργειας ΑΠΕ μεταξύ χωρών, θεσπίζεται μια πανευρωπαϊκή πλατφόρμα, περιλαμβάνοντας τις εθνικές συνεισφορές και ενδεχομένως τιμές για στατιστικές μεταβιβάσεις.  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διευκολύνει την υλοποίηση κοινών έργων ΑΠΕ και κοινών καθεστώτων στήριξης μεταξύ χωρών.

4. Απλοποιεί και συμπτύσσει τις διαδικασίες αδειοδότησης των έργων ΑΠΕ.

Οι χώρες της ΕΕ οφείλουν να δημιουργήσουν σημεία επαφής (one-stop shops) για τον συντονισμό ολόκληρης της διαδικασίας αδειοδότησης (άδειες εγκατάστασης, ανανέωσης εξοπλισμού και εκμετάλλευσης) αλλά και για έργα σύνδεσης στα δίκτυα. Οι εν δυνάμει επενδυτές επικοινωνούν αποκλειστικά με ένα σημείο επαφής και μπορούν να υποβάλουν όλα τα έγγραφα σε ψηφιακή μορφή.

Ο μέγιστος επιτρεπόμενος χρόνος για την χορήγηση των παραπάνω αδειών δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διετία, ή το ένα έτος για εγκαταστάσεις ισχύος μικρότερης των 150 kW και για ανανέωση εξοπλισμού. Στην τελευταία περίπτωση, ο χρόνος μειώνεται στο εξάμηνο, εάν τα αιτήματα δεν επιφέρουν σημαντικές περιβαλλοντικές ή κοινωνικές επιπτώσεις. Και στις δύο κατηγορίες, ο συνολικός χρόνος μπορεί να επεκτείνεται κατά ένα έτος σε ειδικές συνθήκες (μη λαμβάνοντας υπόψη περιβαλλοντικές και δικαστικές διαδικασίες). Επιπλέον, για τη σύνδεση με το δίκτυο έργων ΑΠΕ μικρής κλίμακας, ισχύος μικρότερης των 10.8 kW, θα εφαρμόζεται μια απλή κοινοποίηση στον Διαχειριστή Δικτύου. Επαφίεται στις χώρες να διευρύνουν αυτή την απλοποίηση σε έργα έως και 50 kW. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης την ύπαρξη απλών μηχανισμών επίλυσης διαφορών σχετικά με την αδειοδότηση.

5. Προσδιορίζει το ρυθμιστικό πλαίσιο για τους αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ΑΠΕ.

Αυτοκαταναλωτές από ΑΠΕ, μεμονωμένα ή μέσω φορέων σωρευτικής εκπροσώπησης (aggregators), μπορούν:

(α) Να παράγουν ενέργεια από ΑΠΕ, μεταξύ άλλων για την κατανάλωσή τους, να την αποθηκεύουν, και να πωλούν το πλεόνασμα (μέσω συμβάσεων αγοράς ενέργειας, προμηθευτών ή συμβάσεων εμπορίας χωρίς διαμεσολάβηση), χωρίς να υπόκεινται:

(i) σε δυσανάλογες διαδικασίες, επιβαρύνσεις και τέλη δικτύου που δεν αντανακλούν το κόστος, σε σχέση με την ενέργεια που καταναλώνουν από το δίκτυο ή διοχετεύουν σε αυτό.

(ii) σε οποιαδήποτε επιβάρυνση ή τέλος, σε σχέση με την αυτοπαραγόμενη ενέργεια που παραμένει στις εγκαταστάσεις τους. Ωστόσο, υπάρχει δυνατότητα επιβολής αναλογικών χρεώσεων και τελών, υπό συνθήκες, όπως για εγκαταστάσεις που υπερβαίνουν τα 30 kW, ή αν η στήριξη που χορηγείται είναι αποτελεσματική και δεν υπονομεύεται η οικονομική βιωσιμότητα του έργου. Επίσης, στην περίπτωση που το μερίδιο των εγκαταστάσεων αυτοκατανάλωσης υπερβεί, από 1.12.2026, το 8% της εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ μιας χώρας και αν από την ανάλυση κόστους-οφέλους, που θα διενεργήσει η εθνική ρυθμιστική αρχή, αναδειχθεί ζήτημα βιωσιμότητας του ηλεκτρικού συστήματος ή στρεβλά κίνητρα.

(β) Να εγκαθιστούν και να λειτουργούν συστήματα αποθήκευσης, σε συνδυασμό με ΑΠΕ για αυτοκατανάλωση, χωρίς να υπόκεινται σε διπλές χρεώσεις για την αποθηκευμένη ενέργεια που παραμένει στις εγκαταστάσεις τους,

(γ) Να διατηρούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους ως τελικοί καταναλωτές,

(δ) Να λαμβάνουν αμοιβή για την αυτοπαραγόμενη ενέργεια που διοχετεύουν στο δίκτυο, μέσω καθεστώτων στήριξης, με όρους αγοράς.

Αυτοκαταναλωτές που βρίσκονται στο ίδιο κτίριο, όπως πολυκατοικίες, συμπεριλαμβανομένων ενοικιαστών, δικαιούνται να συμμετέχουν από κοινού στις παραπάνω δραστηριότητες και να ρυθμίζουν μεταξύ τους τον επιμερισμό της παραγόμενης ενέργειας. Είναι επιτρεπτή η διαφορετική αντιμετώπιση μεταξύ αυτοκαταναλωτών ΑΠΕ που ενεργούν από κοινού και μεμονωμένα, με τρόπο όμως, αναλογικό και αιτιολογημένο. Η εγκατάσταση του αυτοκαταναλωτή ενέργειας από ΑΠΕ μπορεί να τελεί υπό την κυριότητα ή τη διαχείριση ενός τρίτου μέρους (π.χ. αναφορικά με μέτρηση και συντήρηση), υπό τις εντολές του αυτοκαταναλωτή.

6. Προσδιορίζει το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις ενεργειακές κοινότητες.

(α) Κριτήρια. Καταναλωτές, ιδίως οικιακοί, συμπεριλαμβανομένων ευάλωτων νοικοκυριών, έχουν το δικαίωμα συμμετοχής σε κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας. Η συμμετοχή ιδιωτικών επιχειρήσεων επιτρέπεται, εφόσον δεν συνιστά την κύρια εμπορική ή επαγγελματική τους δραστηριότητα.

(β) Δικαιώματα. Οι κοινότητες ΑΠΕ μπορούν να παράγουν, να καταναλώνουν, να αποθηκεύουν και να πωλούν ανανεώσιμη ενέργεια, επιμερίζοντας μεταξύ των μελών τους την παραγόμενη ενέργεια, διατηρώντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των τελικών καταναλωτών. Μπορούν να έχουν πρόσβαση στις αγορές ενέργειας, απευθείας ή μέσω σωρευτικής εκπροσώπησης, κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις.

(γ) Χρεώσεις. Οι κοινότητες ΑΠΕ υπόκεινται σε δίκαιες, αναλογικές και διαφανείς διαδικασίες (όπως αδειοδότησης και καταχώρισης), σε τέλη δικτύου που αντικατοπτρίζουν το κόστος, καθώς και σε τέλη, εισφορές και φόρους, ώστε να συμβάλλουν με τρόπο επαρκή, δίκαιο και ισορροπημένο στον συνολικό επιμερισμό του κόστους του ηλεκτρικού συστήματος. Καθοριστική για τις χρεώσεις που θα εφαρμοστούν είναι η ανάλυση κόστους-ωφέλους για τις κατανεμημένες πηγές ενέργειας που θα διενεργείται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.



 

 


 

(δ) Κίνητρα. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ευνοϊκό πλαίσιο για την ανάπτυξη των ενεργειακών κοινοτήτων, όπως η κατάργηση αδικαιολόγητων κανονιστικών και διοικητικών φραγμών, η διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση και πληροφόρηση, και η διασφάλιση της ισότιμης αντιμετώπισή τους στην αγορά. Κατά τον σχεδιασμό των καθεστώτων στήριξης, λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες των κοινοτήτων, ώστε να μπορούν να συναγωνίζονται για ενίσχυση επί ίσοις όροις με άλλους συμμετέχοντες.

7. Εισάγει αλλαγές στις εγγυήσεις προέλευσης.

Η αναθεωρημένη Οδηγία επεκτείνει την έννοια των εγγυήσεων προέλευσης στο ανανεώσιμο αέριο και εισάγει ένα χρονικό όριο για την εγκυρότητά τους,  τους 18 μήνες από την παραγωγή της αντίστοιχης ενέργειας. Επαφίεται στις χώρες να επιλέξουν αν θα χορηγούν εγγυήσεις προέλευσης και σε παραγωγούς που λαμβάνουν ήδη οικονομική ενίσχυση από καθεστώς στήριξης. Θα πρέπει ωστόσο να θεσπιστεί ένας μηχανισμός, ώστε να αποφευχθούν διπλές αποζημιώσεις για την ίδια ποσότητα ενέργειας.

8. Αυξάνει τους στόχους για συνεισφορά των ΑΠΕ στη θέρμανση και τον κλιματισμό.

Καθώς οι παραπάνω τομείς συνιστούν το 50% της ενεργειακής κατανάλωσης στην ΕΕ, εισάγεται η απαίτηση να αυξηθεί η συνεισφορά των ΑΠΕ κατά 1.3% ετησίως (ή 1.1% για τις χώρες που δεν χρησιμοποιούν απορρίμματα). Παράλληλα, καθορίζεται η υποχρέωση υποβολής στοιχείων και τακτικής αξιολόγησης της συνεισφοράς των ΑΠΕ και των απορριμμάτων. Επιπλέον, θεσπίζονται κατευθυντήριες αρχές για την τηλεθέρμανση και την τηλεψύξη, με έμφαση στο δικαίωμα των καταναλωτών να αποσυνδέονται από μη αποδοτικά συστήματα.   

9. Θέτει στόχους για συμμετοχή των ΑΠΕ στις μεταφορές, παρά την παράλειψη στην αρχική πρόταση.

Καθώς ο τομέας των μεταφορών βασίζεται σε συντριπτικό βαθμό (κατά 94%) σε πετρελαιοειδή, η RED II ενισχύει τη συνεισφορά των ΑΠΕ,  εισάγοντας έναν δεσμευτικό στόχο, 14% κατ’ ελάχιστο, πανευρωπαϊκά. Εισάγεται επίσης σαφής διάκριση μεταξύ συμβατικών και προηγμένων βιοκαυσίμων. Η συμμετοχή των συμβατικών στις οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές περιορίζεται στο 7% πανευρωπαϊκά. Αντιθέτως, τα προηγμένα βιοκαύσιμα θα ισχυροποιήσουν τη συνεισφορά τους, τουλάχιστον στο 3.5% έως το 2030.

Η χρήση βιοκαυσίμων, όπως το φοινικέλαιο, που συνεπάγονται ισχυρό ρίσκο για έμμεσες αλλαγές στον τρόπο χρήσης της γης για καλλιέργειες θα περιοριστούν στα επίπεδα του 2019 και σταδιακά θα οδηγηθούν σε κατάργηση από το 2023. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προσδιορίσει εντός του 2019 κριτήρια και διαδικασίες για την πιστοποίηση των βιοκαυσίμων, τα οποία θα εφαρμόζονται για τον προσδιορισμό της συνεισφοράς τους κατά την επόμενη δεκαετία.

10. Βελτιώνει την αειφορία στη χρήση της βιοενέργειας.

Η νέα Οδηγία περιλαμβάνει αναλυτικές διατάξεις για να εξειδικεύσει και βελτιώσει τα κριτήρια αειφορίας και εξοικονόμησης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που θα εφαρμόζονται  σε βιοκαύσιμα, βιο-υγρά και βιομάζα. Επιπλέον, εισάγεται ένα νέο κριτήριο αειφορίας για την βιομάζα δασικής προέλευσης. Νέες εγκαταστάσεις βιομάζας θα πρέπει να επιτυγχάνουν μείωση εκπομπών κατά 70% από το 2021, και 80% από το 2026. Αναγνωρίζεται σαφώς ότι το αέριο μπορεί να παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, βιολογικής προέλευσης (βιοαέριο) ή μή (όπως το υδρογόνο). Τέτοιες μορφές θα συνυπολογίζονται στο μερίδιο των ΑΠΕ και θα δικαιούνται ένταξη σε σχήματα όπως οι εγγυήσεις προέλευσης.

Επισημάνσεις

Η RED II, που δημοσιεύτηκε στις 21.12.2018, αφορά το διάστημα 2021-30 και οφείλει να ενσωματωθεί στις εθνικές νομοθεσίες έως τον Ιούνιο του 2021. Επιμέρους σημεία της εξειδικεύονται ή συμπληρώνονται σε άλλους Κανονισμούς και Οδηγίες.  Αναγνωρίζοντας το μέγεθος των αλλαγών που συντελούνται, τον καταιγιστικό ρυθμό των τεχνολογικών εξελίξεων, και τις ισχυρές αβεβαιότητες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύεται να επανέλθει το 2026, για να καθορίσει το πλαίσιο προώθησης των ΑΠΕ για το διάστημα μετά το 2030.

Η νέα Οδηγία συνιστά μια κρίσιμη νομοθετική εξέλιξη, έναν συγκερασμό των έντονων αντιπαραθέσεων που κυριάρχησαν κατά την διετία από την αρχική της εκδοχή. Αναμφίβολα, σηματοδοτεί στους επενδυτές τη δέσμευση της ευρωπαϊκής πολιτικής για την προώθηση των ΑΠΕ με έμφαση στη ρυθμιστική σταθερότητα, την άρση διοικητικών εμποδίων, και τη διεύρυνση των τομέων ενδιαφέροντος. Μια κρίσιμη θετική εξέλιξη είναι η περιορισμένη επιβάρυνση που τα νέα έργα θα προκαλούν στους καταναλωτές, λόγω ανταγωνιστικών διαδικασιών, υποχώρησης του κόστους των ώριμων τεχνολογιών, αλλά και δραστηριοποίησης των έργων ΑΠΕ σε νέους τομείς, με συνέργειες και οικονομίες κλίμακας.

Παράλληλα, η αναθεωρημένη Οδηγία τονίζει την ενσωμάτωση και συμμετοχή των ΑΠΕ στην αγορά, με την όποια έκθεση σε αβεβαιότητες αυτή συνεπάγεται. Παρά τις θεωρητικές προβλέψεις, στην πράξη η διαχείριση των νέων παραμέτρων ρίσκου θα είναι ενδεχομένως πιο εύκολη για μεγάλους ομίλους παρά για μικρούς επενδυτές. Αρκετοί αναλυτές επισημαίνουν ήδη την πιθανότητα για μετεξέλιξη του κλάδου των ΑΠΕ σε υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης.

Σχετικά με το ρόλο των καταναλωτών, η Οδηγία αναδεικνύει ένα φάσμα νέων δυνατοτήτων, ενισχύοντας τη μετεξέλιξή τους σε αυτοκαταναλωτές από ΑΠΕ. Μέσα σε ένα πιο ευνοϊκό πλαίσιο, θα μπορούν, μεμονωμένα ή σε ενεργειακές κοινότητες, να παράγουν ενέργεια από φωτοβολταϊκά στέγης ή μικρές ανεμογεννήτριες, να καλύπτουν την κατανάλωσή τους, να μεταπωλούν το πλεόνασμα, να αποθηκεύουν ενέργεια για βραδινές ώρες (ή διαστήματα περιορισμένης ηλιοφάνειας και ασθενών ανέμων), να φορτίζουν τα ηλεκτρικά τους αυτοκίνητα, και να αμείβονται για τις νέες υπηρεσίες που θα παρέχουν στην αγορά ενέργειας, αυξομειώνοντας π.χ. την κατανάλωσή τους εντός συμφωνημένων ορίων.

Ωστόσο, κρίσιμες παράμετροι του ρυθμιστικού πλαισίου, όπως η δομή των χρεώσεων που θα εφαρμόζονται, μένουν να εξειδικευτούν περαιτέρω, από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.  Επιπλέον, ήδη έχουν εντοπιστεί κάποιες αντιφάσεις ακόμη και στον ορισμό των ενεργειακών κοινοτήτων, ο οποίος διαφοροποιείται ως προς το λεκτικό (κοινότητες ΑΠΕ, ενεργειακές κοινότητες πολιτών), τα κριτήρια επιλεξιμότητας, τον τρόπο εσωτερικής διακυβέρνησης, και πιθανώς τις χρεώσεις, μεταξύ διαφορετικών νομοθετημάτων (πιο συγκεκριμένα της νέας Οδηγία ΑΠΕ και της νέας Οδηγίας Ηλεκτρισμού).

Τέλος, παρά τους φιλόδοξους στόχους που η RED II θέτει για τη συνεισφορά των ΑΠΕ, αρκετοί καθορίζονται ως δεσμευτικοί σε ενωσιακό, και όχι εθνικό, επίπεδο. Η προσέγγιση αυτή επιτρέπει ευελιξία στα κράτη μέλη, χωρίς όμως να είναι σαφής η επίπτωση και η διαδικασία παρέμβασης όταν διαπιστώνονται αποκλίσεις σε εθνικό επίπεδο. Η αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα που θα υποβάλλονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα είναι αναντίρρητα ένα ισχυρό εργαλείο αλληλεπίδρασης και επιρροής για την εναρμόνιση των χωρών με τους κοινοτικούς στόχους.

(Το κείμενο εκφράζει προσωπικές σκέψεις της κ. Νεκταρίας Καρακατσάνη και αποτελεί απόσπασμα από ομιλία της στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου)

 

14 Ιανουαρίου 2019

Πηγή: energypress