Οι φυτικές δίαιτες ζωτικής σημασίας για τη διάσωση της παγκόσμιας άγριας πανίδας.

11 03 2021 | 09:08

Το παγκόσμιο σύστημα παραγωγής τροφίμων είναι ο μεγαλύτερος μοχλός υποβάθμισης του φυσικού κόσμου και η μετάβαση σε κυρίως φυτικές δίαιτες είναι ζωτικής σημασίας για την αναστροφή των ζημιών, σύμφωνα με νέα έκθεση.

Η γεωργία είναι η κύρια απειλή για το 86% των 28.000 ειδών που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν, αναφέρει η έκθεση του Think Tank της Chatham House που επισημαίνει ότι χωρίς αλλαγή, η απώλεια της βιοποικιλότητας θα συνεχίσει να επιταχύνεται απειλώντας την επιβίωση του πλανήτη και του ανθρώπου σε αυτόν.

Σύμφωνα με την έκθεση, η βασική αιτία είναι ένας φαύλος κύκλος φθηνών τροφίμων, όπου το χαμηλό κόστος οδηγεί σε μεγαλύτερη ζήτηση για τρόφιμα και περισσότερα απόβλητα. Στη συνέχεια το κόστος αυξάνεται ακόμη περισσότερο μέσω της εκκαθάρισης φυσικών γαιών και της χρήσης ρυπογόνων λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων.

Η έκθεση, υποστηριζόμενη από το πρόγραμμα του ΟΗΕ για το περιβάλλον (UNEP), επικεντρώθηκε σε τρεις λύσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με τη μετάβαση σε δίαιτες με βάση τα φυτά, καθώς η εκτροφή και η επεξεργασία για κατανάλωση βοοειδών, προβάτων και άλλων ζώων έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση στο περιβάλλον.

Περισσότερο από το 80% της γεωργικής γης παγκοσμίως χρησιμοποιείται για την εκτροφή ζώων, τα οποία παρέχουν μόνο το 18% των θερμίδων που καταναλώνονται.

Αντιστρέφοντας την αυξανόμενη τάση κατανάλωσης κρέατος μειώνεται η ανάγκη αναζήτησης νέων εκτάσεων, συνεπώς και η περαιτέρω ζημιά στην άγρια φύση και τα οικοσυστήματα.

Με τον τρόπο αυτό αποδεσμεύονται εκτάσεις για τη δεύτερη λύση, που προτείνεται στην έκθεση, για την αποκατάσταση των φυσικών οικοσυστημάτων, απαραίτητα για την αύξηση της βιοποικιλότητας.

Η διαθεσιμότητα γης υποστηρίζει επίσης την τρίτη λύση, αναφέρει η έκθεση, η οποία επισημαίνει την ανάγκη για καλλιέργειες με λιγότερο εντατικό και επιζήμιο τρόπο, αλλά και με χαμηλότερες αποδόσεις.

Καθώς, οι βιολογικές αποδόσεις είναι κατά μέσο όρο περίπου το 75% εκείνων της συμβατικής εντατικής καλλιέργειας.

Σύμφωνα πάντα με την έκθεση, η διόρθωση του παγκόσμιου συστήματος παραγωγής τροφίμων θα αντιμετώπιζε και την κλιματική κρίση.

Η παραγωγή τροφίμων προκαλεί περίπου το 30% του συνόλου των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, με περισσότερα από τα μισά να προέρχονται από ζώα.

Οι προτεινόμενες αλλαγές στην παραγωγή τροφίμων θα μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων υγείας τριών δισεκατομμυρίων ανθρώπων, οι οποίοι είτε υποσιτίζονται ή είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, με κόστος τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως στην υγειονομική περίθαλψη.

«Οι πολιτικοί εξακολουθούν να λένε «η δουλειά μου είναι να κάνω τα τρόφιμα φθηνότερα για εσάς, ανεξάρτητα από το πόσο τοξικά είναι για τον άνθρωπο και τον πλανήτη», δήλωσε ο καθηγητής Τίμ Μπέντον, στο Chatham House. «Πρέπει να σταματήσουμε να υποστηρίζουμε ότι πρέπει να επιδοτούμε το σύστημα τροφίμων στο όνομα των φτωχών και αντίθετα να βγάλουμε τους φτωχούς από τη φτώχεια».

Απ΄ την πλερυά της η κα Σούζαν Γκάρντνερ, διευθύντρια του τμήματος οικοσυστημάτων της UNEP, επισημαίνει ότι το τρέχον σύστημα παραγωγής τροφίμων είναι ένα «δίκοπο μαχαίρι» που παρέχει απ΄ τη μία φθηνά τρόφιμα, αλλά, απ΄ την άλλη, δεν λαμβάνει υπόψη το κρυφό κόστος για την υγεία μας και για τον φυσικό κόσμο. «Η αναμόρφωση του τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων είναι επείγουσα προτεραιότητα», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Η κα Τζέιν Γκούνταλ, διάσημη περιβαλλοντολόγος, υποστηρίζει ότι η εντατική εκτροφή δισεκατομμυρίων ζώων προκαλεί σοβαρές ζημιές στο περιβάλλον και οι απάνθρωπες συνθήκες που υιοθετούνται στα εκτροφεία ζώων ανοίγουν τον δρόμο για τη διάδοση νέων πανδημικών ασθενειών, επισημαίνοντας ότι: «Θα πρέπει να καταργηθεί το συντομότερο δυνατό».

Η έκθεση του Chatham House αναφέρει ότι έχει χαθεί το ήμισυ των φυσικών του οικοσυστημάτων και ότι ο μέσος πληθυσμός των άγριων ζώων είχε μειωθεί κατά 68% από το 1970. Αντίθετα, τα εκτρεφόμενα ζώα, κυρίως αγελάδες και χοίροι, αποτελούν τώρα το 60% όλων των θηλαστικών, με τους ανθρώπους να αποτελούν το 36% και τα άγρια ζώα μόλις το 4%.

Κατά τη μεταρρύθμιση του παγκόσμιου συστήματος τροφίμων, «η σύγκλιση της παγκόσμιας κατανάλωσης τροφίμων κυρίως γύρω από τις φυτικές δίαιτες είναι το πιο κρίσιμο στοιχείο», αναφέρει η έκθεση. Για παράδειγμα, η μετάβαση από το βόειο κρέας στα φασόλια από τον πληθυσμό των ΗΠΑ θα ελευθερώσει αγρούς που ισοδυναμούν με το 42% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων των ΗΠΑ για άλλες χρήσεις, όπως η αναδάσωση ή μια πιο φιλική προς τη φύση γεωργία.

Σε ένα άλλο παράδειγμα, η έκθεση αναφέρει ότι εάν τα βοσκοτόπια σε όλο τον κόσμο που κάποτε ήταν δάσος επιστρέψουν στην αρχική τους κατάσταση, θα αποθηκεύονταν 72 δισ τόνοι άνθρακα – ποσό περίπου ισοδύναμο με επτά χρόνια παγκόσμιων εκπομπών από ορυκτά καύσιμα. Ο Μπέντον επισημαίνει ότι η έκθεση δεν υποστηρίζει πως όλοι οι άνθρωποι πρέπει να γίνουν βίγκαν, αλλά πρέπει να ακολουθούν υγιεινές δίαιτες με χαμηλή κατανάλωση κρέατος.

Το επόμενο έτος προσφέρει μια δυνητικά μοναδική ευκαιρία για τον επανασχεδιασμό του παγκόσμιου συστήματος τροφίμων, δηλώνει ο Μπέντον, με σημαντικές συνόδους κορυφής του ΟΗΕ για τη βιοποικιλότητα και το κλίμα, καθώς και την πρώτη παγκόσμια διάσκεψη κορυφής για τα συστήματα τροφίμων των Ηνωμένων Εθνών και μια διεθνή διάσκεψη κορυφής για τη διατροφή για την ανάπτυξη.

Τα μεγάλα ποσά που δαπανώνται από τις κυβερνήσεις καθώς τα έθνη ανακάμπτουν από την πανδημία Covid-19 παρέχουν επίσης ευκαιρίες για «χάραξη πολιτικής που αποδίδει ίση προτεραιότητα στη δημόσια και την πλανητική υγεία», αναφέρεται στην έκθεση.

Ο Philip Lymbery, του Compassion in World Farming, δήλωσε: «Το μέλλον της γεωργίας πρέπει να είναι φιλικό προς τη φύση και η διατροφή μας πρέπει να γίνει πιο φυτική, υγιής και βιώσιμη. Εάν δεν σταματήσουμε τη βιομηχανική εκτροφή ζώων, κινδυνεύουμε να μην έχουμε καθόλου μέλλον».

 

 

9 Μαρτίου 2021

Euractiv