Οι ενεργειακές επιπτώσεις του αδιέξοδου πολέμου στη Γάζα
Η αιφνιδιαστική επίθεση της Χαμάς επί του ισραηλινού εδάφους στις 7 Οκτωβρίου 2023, ακριβώς 50 χρόνια μετά τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, ανοίγει μια νέα αιματηρή σελίδα στο χρονικό του παλαιστινιακού ζητήματος μετά το 1948. Το μέγεθος του στρατηγικού αιφνιδιασμού των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων (ΙΕΔ) είναι πρωτοφανές εδώ και 50 χρόνια, όπως και πρωτοφανείς είναι οι απώλειες μεταξύ Ισραηλινών αμάχων που ξεπερνούν τους νεκρούς τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης παλαιστινιακής εξέγερσης το 1987 και το 2000. Είναι πολύ πιθανό οι θάνατοι της επίθεσης του 2023 θα ξεπεράσουν αθροιστικά τις συνολικές ισραηλινές απώλειες και των δύο παλαιστινιακών εξεγέρσεων.
Το σοκ για την ισραηλινή κοινωνία είναι βαρύ, αλλά δεν μπορεί να συγκριθεί με τον πόλεμο του 1973. Το 1973 η επίθεση ήταν συντονισμένη από δύο διαφορετικά μέτωπα και το Ισραήλ είχε να αντιμετωπίσει τις συνδυασμένες δυνάμεις της Αιγύπτου, της Συρίας και του Ιράκ. Πέραν αυτού, η επίθεση για την ανακατάληψη του Σινά είχε τις πολιτικές ευλογίες της Σαουδικής Αραβίας, η οποία και πρωταγωνίστησε στο αραβικό πετρελαϊκό εμπάργκο που οργάνωσε ο ΟΠΕΚ και το οποίο υποχρέωσε –μαζί με την επιβολή μιας τακτικής κατάστασης περίπου ισοδύναμου τετελεσμένου επί του εδάφους– στην ανακωχή που οδήγησε μέσα από τις συμφωνίες του Σινά Ι&ΙΙ στην ισραηλινο-αιγυπτιακή συμφωνία ειρήνης του Καμπ Ντέιβιντ το 1978.
Τίποτε από τα παραπάνω δεν ισχύει σήμερα για τη Χαμάς, που δεν εκπροσωπεί καν το σύνολο των Παλαιστινίων και δεν έχει κανέναν άμεσο στρατιωτικό χορηγό. Οι δύο χώρες που την έχουν στηρίξει οικονομικά και διπλωματικά περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη μετά το τέλος της δεύτερης ιντιφάντα το 2005, δηλαδή η Τουρκία και το Κατάρ, δεν συνορεύουν ούτε με τη Λωρίδα της Γάζας ούτε με το Ισραήλ. Οι περισσότερες, δε, αραβικές χώρες είτε έχουν κάνει πλέον ειρήνη με το Ισραήλ, όπως η Ιορδανία (1994) και η Αίγυπτος (1978), είτε έχουν ομαλοποιήσει τις σχέσεις τους με το Τελ Αβίβ υπό τον φόβο της διεύρυνσης της ιρανικής περιφερειακής επιρροής μετά την καταστρεπτική αμερικανική εκστρατεία κατά του Ιράκ την περίοδο 2003-2011.
Η διάλυση του Ιράκ και της Συρίας, συνεπεία της αμερικανικής κατοχής και της αραβικής εξέγερσης, απέσυρε από τον πολεμικό συνασπισμό κατά του Ισραήλ δύο επιπρόσθετα αραβικά κράτη πρώτης γραμμής. Οι Παλαιστίνιοι ποτέ δεν ήταν τόσο μόνοι στην περιφερειακή γεωπολιτική σκακιέρα. Η Χαμάς πλέον είναι πλήρως απομονωμένη και η επίθεσή της φαίνεται ότι δεν ήταν προσυντονισμένη ούτε με την Παλαιστινιακή Αρχή στη Δυτική Οχθη, ούτε με τη Χεζμπολάχ, ούτε –πολύ περισσότερο– με το Ιράν.
Η επίθεση της Χαμάς στερείται σαφούς αντικειμενικού στόχου, πλην της προσπάθειας να επαναφέρει το Παλαιστινιακό στο προσκήνιο της περιφερειακής και της διεθνούς ασφαλείας, εμποδίζοντας την οριστική εξαφάνισή του από το διπλωματικό προσκήνιο που θα συνεπαγόταν η ένταξη της Σαουδικής Αραβίας στο σύστημα των Συμφωνιών του Αβραάμ. Η Χαμάς ωστόσο στερείται οποιασδήποτε διεθνούς νομιμοποίησης για να διαπραγματευθεί μια τέτοια συμφωνία και καμία άλλη δύναμη δεν πρόκειται να το διαπραγματευθεί για λογαριασμό της. Δεν είναι το Ισραήλ που αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή, η Χαμάς την αντιμετωπίζει και είναι έτοιμη να πάρει μαζί της δεκάδες χιλιάδες Παλαιστινίους στην πυρά της αυτοκαταστροφής της.
Το πρόβλημα για το Ισραήλ είναι το κατά πόσον στη στρατιωτική επιχείρησή του για την ανακατάληψη της Γάζας θα προκαλέσει τις εκατόμβες των αμάχων που θα υποχρεώσουν τις αραβικές κυβερνήσεις που συμμετέχουν στο σύστημα των συνθηκών ειρήνης/ομαλοποίησης να αλλάξουν στάση προκειμένου να προφυλαχθούν από ένα νέο γύρο αραβικών εξεγέρσεων και από ακόμη ένα κύμα Παλαιστινίων προσφύγων, κάτι που θα πρέπει να απασχολήσει σοβαρά και την Ε.Ε., η οποία μέσα σε αυτό το χάος θα πρέπει να διατηρήσει την ανθρωπιστική της βοήθεια –αν μη τι άλλο– στην παλαιστινιακή Δυτική Οχθη του Ιορδάνη.
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια ποιες θα είναι οι απώλειες μεταξύ των αμάχων και πόσο θα διαρκέσει η επιχείρηση ανακατάληψης της Γάζας. Εάν αυτές οι δύο μεταβλητές αυξηθούν, τότε το ενδεχόμενο εμπλοκής της Χεζμπολάχ στον πόλεμο θα ενισχυθεί, μολονότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να γίνει χωρίς το πράσινο φως της Τεχεράνης. Ως έχουν τώρα τα πράγματα, η Τεχεράνη δεν έχει κανένα λόγο να θέσει σε κίνδυνο την κυριαρχία της Χεζμπολάχ στον Λίβανο και τη διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεών της με τη Σαουδική Αραβία για χάρη της Χαμάς.
Αυτό απομακρύνει το ενδεχόμενο μιας ιρανικής εμπλοκής προς υπεράσπιση της Χεζμπολάχ κατά του Ισραήλ, που θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρές περιπλοκές με την ασφάλεια της πετρελαϊκής τροφοδοσίας μέσα από τα Στενά του Ορμούζ. Οι τιμές του αργού θα επανέλθουν σε κανονικά επίπεδα επηρεαζόμενες περισσότερο από την πολιτική του καρτέλ των ΟΠΕΚ+ και λιγότερο από τις εξελίξεις στη Γάζα όσο δεν εμπλέκεται στη σύγκρουση η Χεζμπολάχ.
Αυτή η σύγκρουση ωστόσο «παγώνει» και ενδεχομένως να αντιστρέψει την πορεία επαναπροσέγγισης Τουρκίας – Ισραήλ και Ισραήλ – Σαουδικής Αραβίας, αφενός ακυρώνοντας την όποια αναιμική προοπτική κατασκευής ενός τουρκο-ισραηλινού αγωγού φυσικού αερίου και αφετέρου απομακρύνοντας το θεωρητικό ενδεχόμενο συμμετοχής της Σαουδικής Αραβίας στον Euroasia.
Το αμέσως επόμενο και από στρατηγικής άποψης πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα για το Ισραήλ είναι τι θα κάνει με τη Λωρίδα της Γάζας μετά την ανακατάληψή της και τη στρατιωτική εξάλειψη της Χαμάς. Θα παρατείνει την κατοχή αναλαμβάνοντας την απευθείας πολιτική διοίκηση; Θα την επανεποικίσει; Θα επιχειρήσει να την παραδώσει στην Παλαιστινιακή Αρχή παρατείνοντας τη στρατιωτική του κατοχή εις το διηνεκές; Ή θα επιχειρήσει να απομακρύνει 2,3 εκατ. αμάχους στην Ιορδανία και κυρίως στην Αίγυπτο, κάτι που καμία από τις δύο αραβικές κυβερνήσεις δεν πρόκειται να κάνει αποδεκτό;
Από αυτά τα τέσσερα end-case σενάρια μόνο το τρίτο θα προκαλέσει τη μικρότερη περιφερειακή αναστάτωση και τη μικρότερη αποσταθεροποίηση των διεθνών αγορών, υπό την προϋπόθεση ότι η Φατάχ θα δεχθεί να κάνει κάτι τέτοιο χάνοντας και την τελευταία ικμάδα νομιμοποίησης που διαθέτει μεταξύ των Παλαιστινίων.
* Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής
** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή.
cover photo:prezatv.blogspot.com