Ο πόλεμος τορπιλίζει την πολιτική κατά της κλιματικής αλλαγής
Κανένας από όσους είδαν τα θερμόμετρα στη Βρετανία να ανεβαίνουν στους 40 βαθμούς και το πράσινο στα περίχωρα του βροχερού Λονδίνου να αναφλέγεται σαν μεσογειακός πευκώνας δεν αμφιβάλλει για το πόσο επείγουσα είναι η κλιματική κρίση. Κανείς στην Ισπανία, όπου τα σαραντάρια στον δεύτερο καύσωνα του καλοκαιριού διήρκεσαν ένα δεκαήμερο, στέλνοντας στον τάφο πάνω από 1.000 ανθρώπους μεγάλης ηλικίας, δεν χρειάζεται μαθήματα για το πόσο καλύτερα είναι να έρχονται οι καύσωνες σπάνια και να διαρκούν λίγο. Και κανείς από όσους ασχολούνται με τη μελέτη του κλίματος δεν πιστεύει ότι οι ακραίες θερμοκρασίες θα σταματήσουν εδώ. Η κατάσταση θα χειροτερέψει, το μόνο που βρίσκεται στον έλεγχό μας είναι το πόσο.
Το καλό νέο, σύμφωνα με τον κλιματολόγο Πίτερ Κάλμους, που πριν από λίγα χρόνια θεωρείτο εκκεντρικός, είναι ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι μετριοπαθών, ακόμα και συντηρητικών, αντιλήψεων του λένε κατ’ ιδίαν πως ανησυχούν ότι «ίσως και να έχει δίκιο» για την έκταση του κινδύνου. Τα σημάδια είναι πάρα πολλά για να αγνοηθούν, ακόμη και από όσους ενδιαφέρονται μόνο για τις απολαύσεις της ζωής.
(Ο παγετώνας Μαρμολάντα στις Ιταλικές Αλπεις, ένα από τα λίγα μέρη στα οποία παλιά κανείς μπορούσε να κάνει χειμώνα – καλοκαίρι σκι, στις αρχές Ιουλίου αποσταθεροποιήθηκε λόγω ζέστης και τμήμα του κατέρρευσε, παρασύροντας στον θάνατο 11 ορειβάτες. Σε λίγες δεκαετίες ο παγετώνας δεν θα υπάρχει.)
Ερευνες του Πανεπιστημίου Γέιλ για τη στάση της κοινής γνώμης στις Ηνωμένες Πολιτείες επιβεβαιώνουν ότι μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων σε όλη τη χώρα, ακόμη και σε πολιτείες με ρεπουμπλικανική πλειοψηφία, θέλουν μέτρα για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από την υγειονομική και την οικονομική κρίση, ενώ τα ποσοστά ανεβαίνουν όταν οι δράσεις που ευνοούν το κλίμα συνοδεύονται από μέτρα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Οταν, παραδείγματος χάρη, η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων, που εξοικονομεί καύσιμα και ρύπους δεν είναι ένας τρόπος να ακριβύνουν τα ενοίκια και να εκδιωχθούν οι παλιοί κάτοικοι, αλλά μέθοδος καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας με άμεσο οικονομικό αντίκρισμα.
Βήματα πίσω
Τα έκτακτα μέτρα που λαμβάνονται σωρηδόν για να αντιμετωπίσουν το άμεσο πρόβλημα της ενεργειακής ασφάλειας και της εκτίναξης των τιμών, δεν οδηγούν μακροπρόθεσμα σε μείωση ρύπων.
Εκεί δυσκολεύονται οι κυβερνήσεις σε Ευρώπη και Αμερική, τώρα που ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αλλάξει τα δεδομένα. Ενώ οι ψηφοφόροι δεν έχουν σταματήσει να ανησυχούν για την κλιματική κρίση, λίγα από τα έκτακτα μέτρα που λαμβάνονται σωρηδόν αυτή την περίοδο αντιμετωπίζουν το άμεσο πρόβλημα ενεργειακής ασφάλειας και της εκτίναξης των τιμών με τρόπο που να οδηγεί μακροπρόθεσμα σε μείωση ρύπων. Αντί να είναι αφορμή για να περάσουμε σε ένα νέο μοντέλο, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα γιγάντιο βήμα πίσω στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής, καθώς πόροι που θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για την ενεργειακή μετάβαση ξοδεύονται για την κατασκευή νέων υποδομών ορυκτών καυσίμων. Αν οι απειλές για διακοπή του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης με ρωσικό αέριο υλοποιηθούν, οι ρύποι της Ευρώπης θα μειωθούν προσωρινά, αλλά όχι με τρόπο βιώσιμο και μόνιμο.
Μπροστά στον κίνδυνο κοινωνικών εξεγέρσεων, οι κυβερνήσεις ρίχνουν πολύ περισσότερα κονδύλια για επιδοτήσεις καυσίμων, βοήθεια σε λογαριασμούς ρεύματος και ενισχύσεις προς ρυπογόνες βιομηχανίες που πλήττονται, παρά στην ενίσχυση βιώσιμων εναλλακτικών. Εν μέρει αυτό γίνεται αναγκαστικά – δεν είναι δυνατόν να ολοκληρωθεί η ενεργειακή μετάβαση εν μια νυκτί, έπρεπε και μπορούσαν όλα να είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα.
Κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, όμως, η οπισθοδρόμηση που βλέπουμε δεν είναι παρά η χαρά των εταιρειών ορυκτών καυσίμων, που βρήκαν τη χρυσή ευκαιρία που ζητούσαν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το γιγάντιο πακέτο μέτρων για την ενεργειακή μετάβαση, αρχικού ύψους 1,8 τρισεκατομμυρίου δολαρίων, που αποτελούσε έναν από τους βασικούς πυλώνες του προγράμματος του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν, μόλις εξαϋλώθηκε.
Επειτα από μήνες διαπραγματεύσεων ο εκπρόσωπος των συμφερόντων των ορυκτών καυσίμων, γερουσιαστής από τη Δυτική Βιρτζίνια, Τζο Μάντσιν, απέρριψε ακόμη και την πλέον αποσκελετωμένη εκδοχή του νομοσχεδίου.
Μία εβδομάδα νωρίτερα, το Ανώτατο Δικαστήριο, που με τη νέα σύνθεση έχει μετατραπεί σε έναν από τους πιο οπισθοδρομικούς θεσμούς στη χώρα, ψαλίδισε τις αρμοδιότητες της αμερικανικής υπηρεσίας περιβάλλοντος, με το σκεπτικό ότι όταν αυτή είχε ιδρυθεί, το 1973, δεν περιλαμβανόταν στην αποστολή της η καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης.
Καμία από αυτές τις δύο πολύ δυσάρεστες εξελίξεις δεν οφείλονται στον πόλεμο, εκτός και αν μιλάμε για τον πόλεμο που διεξάγουν εδώ και δεκαετίες οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων σε βάρος του μέλλοντος της ανθρωπότητας. Αν ως εκ θαύματος αύριο υπάρξει ειρήνη στην Ουκρανία, μεθαύριο οι εταιρείες θα αναζητήσουν μια νέα δικαιολογία με βασικό στόχο να μην αλλάξει τίποτα στα κέρδη τους, ενώ αλλάζουν όλα στο κλίμα του πλανήτη.
Ευρυδίκη Μπερσή | Η Καθημερινή