Μια αλλαγή ταχύτητας στις επενδύσεις για πυρηνική ενέργεια στην Ε.Ε. είναι απαραίτητη ώστε να παραταθεί ο χρόνος λειτουργίας των υφιστάμενων μονάδων ως το 2050, στηρίζοντας την ενεργειακή μετάβαση, σύμφωνα με τα όσα δήλωσε προ ημερών η επίτροπος ενέργειας, Κάντρι Σίμσον, σε συνέδριο του κλάδου.
Σύμφωνα με το Euractiv, η επίτροπος τόνισε ότι "οι όροι της συζήτησης για την πυρηνική ενέργεια στην Ευρώπη αλλάζουν" ως αποτέλεσμα του κλιματικού επείγοντος και τεχνολογικών εξελίξεων όπως οι μικροί τμηματικοί αντιδραστήρες.
Πέραν των δύο αυτών τομέων, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στο εξής στις επενδύσεις και τη χρηματοδότηση της πυρηνικής ενέργειας, όπως υπογράμμισε. "Σήμερα η μέση ηλικία του πυρηνικού στόλου της Ε.Ε. είναι τα τριάντα έτη. Σύμφωνα με την ανάλυσή μας, δίχως άμεσες επενδύσεις το 90% των αντιδραστήρων θα αποσυρθούν ως το 2030, όταν και θα τους χρειαζόμαστε περισσότερο".
Σύμφωνα με την ίδια, η επέκταση της διάρκειας ζωής τους θα απαιτήσει 45-50 δις. ευρώ. "Για να διατηρηθεί η ίδια πυρηνική ισχύς όπως σήμερα, πάνω από δέκα κράτη-μέλη σχεδιάζουν 400 δις. ευρώ επενδύσεων για νέα ισχύ που θα εγκατασταθεί ως το 2050", πρόσθεσε.
Ως εκ τούτου, ο ρόλος της χρηματοδότησης γίνεται κρίσιμος, όπως και η σημασία της νέας ταξονομίας που αναμένεται να υιοθετήσει η Ε.Ε. στα τέλη του έτους που θα θέτει τα κριτήρια αποδοχής για τις πυρηνικές μονάδες και τις μονάδες αερίου. Εν ολίγοις, η ταξονομία καλείται να κρίνει ποιες επενδύσεις θα είναι αποδεκτές ως "πράσινες" αποκτώντας πρόσβαση σε εύκολη χρηματοδότηση.
Όλα αυτά τη στιγμή που η πρώτη πυρηνική δύναμη στην Ευρώπη, Γαλλία, παρουσίασε σχέδιο ανάπτυξης της πυρηνικής ενέργειας στο εξής με έμφαση στους μικρούς τμηματικούς αντιδραστήρες που θεωρείται ότι ελαχιστοποιούν τους κινδύνους και μεγιστοποιούν τα οφέλη και την ευελιξία για το σύστημα ηλεκτρισμού.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι πληροφορίες για τη νέα ταξονομία που διέρευσαν κάνουν λόγο στην περίπτωση των μονάδων φυσικού αερίου για ένα όριο ρύπων στα 270 γρ./KWh και για επενδύσεις που θα ολοκληρωθούν ως το 2030.
Σε κάθε περίπτωση, οι νέοι κανόνες αναμένονται με ενδιαφέρον από τους δύο αυτούς ενεργειακούς κλάδους, αφού θα καθορίσουν εν πολλοίς το μέλλον τους στις επόμενες δεκαετίες.