Το «κρυφό κόστος» της ατζέντας προς το «καθαρό μηδέν» - Έρευνα του EPRINC προαναγγέλλει ενεργειακό σοκ με τριπλασιασμό των τιμών

O πόλεμος στην Ουκρανία και η συνεπακόλουθη ενεργειακή κρίση, διατήρησε στο προσκήνιο τα ορυκτά καύσιμα, με το πετρέλαιο και ο φυσικό αέριο να παίζουν καθοριστικό ρόλο. Και παρά το γεγονός ότι ενίσχυσε τη ρητορική, υπέρ της στροφής προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για απεξάρτηση από τα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα, έχει προκαλέσει καθυστερήσεις σε αρκετά πράσινα projects.

Πριν από περίπου δύο χρόνια ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας δημοσίευσε τον οδικό του χάρτη, για επίτευξη του «καθαρού μηδέν» (Net Zero) έως το 2050.

Με την κίνηση αυτή έδωσε επί της ουσίας την «εγκρισή» του σε ακτιβιστές και παράγοντες της αγοράς που προωθούν επενδύσεις με ευαισθησία στο περιβάλλον, την κοινωνία και την εταιρική διακυβέρνηση (ESG), μπλοκάροντας επί της ουσίας επενδύσεις σε στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου από δυτικές εταιρείες .

Στο πλαίσιο αυτό το Energy Policy Research Foundation, (EPRINC) πραγματοποίησε ανάλυση  των κύριων εκθέσεων του ΔΟΕ για το καθαρό μηδέν , σε μια προσπάθεια να αξιολογήσει τον πιθανό οικονομικό αντίκτυπο του τερματισμού των επενδύσεων σε νέα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Σημαντικό κόστος

Η ανάλυση του EPRINC καταδεικνύει ότι οι υποθέσεις του ΔΟΕ είναι μη ρεαλιστικές, εσωτερικά ασυνεπείς και συχνά υποστηρίζουν την υπόθεση της αυξημένης παραγωγής καυσίμου υδρογονανθράκων. Τονίζει δε, ότι στην πραγματικότητα, ο καθαρός οδικός χάρτης είναι ένας πράσινος αντικατοπτρισμός που θα αυξήσει δραματικά το ενεργειακό κόστος, θα καταστρέψει τις δυτικές οικονομίες και θα αυξήσει τον ανθρώπινο πόνο. Ως εκ τούτου, οι διαχειριστές επενδύσεων και οι τράπεζες που χρησιμοποιούν χρήματα άλλων για να προωθήσουν «αυτήν την αντι-επενδυτική ατζέντα» παραβιάζουν την καταπιστευματική τους υποχρέωση να μεγιστοποιούν τις αποδόσεις για τους συνταξιούχους, τους επενδυτές και τους μετόχους.

Η βασική υπόθεση

Σύμφωνα με τη μελέτη η βασική υπόθεση πάνω στην οποία στηρίζεται ο οδικός χάρτης του «καθαρού μηδέν» της IEA είναι ότι η υπεροχή των εναλλακτικών λύσεων έναντι των υδρογονανθράκων -κυρίως αιολικής και ηλιακής ενέργειας - θα προκαλέσει περιορισμό της ζήτησης για άνθρακα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Η παράμετρος της προσφοράς

Ο ίδιος ο ΔΟΕ πάντως, υπογραμμίζει τις τρομερές συνέπειες της μονομερούς δράσης που αποσκοπεί στην καταστολή της προσφοράς.

«Εάν η προσφορά μεταβαλλόταν ταχύτερα από τη ζήτηση, με μια πτώση των επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα που προηγείται της αύξησης των καθαρών τεχνολογιών, αυτό θα οδηγούσε σε πολύ υψηλότερες τιμές—πιθανώς για παρατεταμένη περίοδο», προειδοποίησε η IEA στο World Energy Outlook  2022  .

Παράλληλα, όμως προσυπογράφει τη θεωρία του Φρίντριχ Ένγκελς για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: όπως το κράτος υπό τον κομμουνισμό, η ζήτηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο θα εξαφανιστεί. Με βάση το τεκμήριο απαξίωσης της ζήτησης, ο ΔΟΕ προβλέπει χαμηλές και πτωτικές τιμές υδρογονανθράκων: 35 δολάρια το βαρέλι για το πετρέλαιο το 2030 (περίπου το ήμισυ του σημερινού του επιπέδου) και, για το φυσικό αέριο, 2,1 δολ. ανά εκατομμύριο Btu (MMBtu) στις Ηνωμένες Πολιτείες και 2,0 δολ. στην ΕΕ το 2030.

Η ανάλυση εκτιμά  ότι αυτές οι προβλέψεις είναι ουτοπικές.

Υπογραμμίζει μάλιστα, ότι  στους 318 μήνες από τον Ιανουάριο του 1997, υπήρξαν μόνο 26 μήνες που η τιμή του φυσικού αερίου στις ΗΠΑ ήταν μικρότερη από 2,10 δολ. — και επτά από αυτούς ήταν το 2020, όταν η ζήτηση δέχθηκε σημαντικές πιέσεις λόγω της πανδημίας COVID.

Η αποτυχία επένδυσης σε αυξημένη προσφορά είναι πολύ πιο πιθανό να οδηγήσει σε ανοδικές σπειροειδείς τιμές, καθώς η ζήτηση υπερβαίνει όλο και περισσότερο την προσφορά, όπως κατάλαβε η κυβέρνηση Μπάιντεν όταν χρησιμοποίησε τα στρατηγικά της αποθέματα με στόχο να ρίξει τις τιμές της βενζίνης.

Το EPRINC συγκρίνει το καθαρό μηδενικό έλλειμμα προσφοράς με το Σενάριο Δηλωμένων Πολιτικών (STEPS) του ΔΟΕ. Με βάση τις ιστορικές ελαστικότητες της ζήτησης ως προς τις τιμές, η διαφορά προσφοράς 35% τόσο για το πετρέλαιο όσο και για το φυσικό αέριο θα μπορούσε να δει τις τιμές να υπερτριπλασιάζονται στον δρόμο προς το καθαρό μηδέν.

Ακόμα κι αν αυξήσεις τιμών αυτού του μεγέθους δεν προκαλέσουν ύφεση, θεωρείται βέβαιο ότι έχουν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στην παγκόσμια ανάπτυξη, τονίζουν οι αναλυτές.

 Η άλλη όψη του νομίσματος

Η άλλη όψη αυτού του νομίσματος είναι το σχετικό κόστος της αιολικής και ηλιακής ενέργειας. «Οι ολοένα και φθηνότερες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», ισχυρίζεται ο ΔΟΕ, «δίνουν στην ηλεκτρική ενέργεια το πλεονέκτημα στον αγώνα για το  μηδέν». Ωστόσο, οι αριθμοί του ίδιου του διεθνούς οργανισμού καταδεικνύουν ότι θα απαιτηθούν τεράστιες αυξήσεις σε κεφάλαιο, εργασία και γη για να παραχθεί λιγότερη ενέργεια.

Τα 16,5 τρισ. δολάρια

Μέχρι το 2030, το καθαρό μηδενικό μονοπάτι του IEA χρησιμοποιεί επιπλέον κεφάλαια 16,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Περισσότερες επενδύσεις θα πρέπει να κάνουν την εργασία πιο αποτελεσματική. Όχι με καθαρή ενέργεια. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας απαιτούν σχεδόν 38,5% περισσότερη εργασία, η παγκόσμια απασχόληση στην ενέργεια αυξάνεται κατά σχεδόν 25 εκατομμύρια. Ωστόσο, αυτό το νέο ενεργειακό σύστημα παράγει 7% λιγότερη ενέργεια, υπονοώντας μια καταστροφική πτώση 33% εκατό στην παραγωγή ενέργειας ανά εργαζόμενο

Η γεωπολιτική διάσταση του «καθαρού μηδέν»

Υπάρχει και μια γεωπολιτική διάσταση στην πολιτική για «καθαρό μηδέν». Ο οδικός χάρτης του ΔΟΕ βλέπει ότι το μερίδιο του ΟΠΕΚ στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου θα αυξηθεί από 37% σε 52%, «ένα επίπεδο», λέει ο ΔΟΕ, «υψηλότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία των αγορών πετρελαίου».

Συμπερασματικά

Κλείνοντας η έκθεση αναφέρει ότι η ολοκληρωμένη αξιολόγηση αποκαλύπτει ότι η πορεία προς το «καθαρό μηδέν» κάθε άλλο παρά ομαλή είναι, επιβάλλοντας τεράστιο κόστος και κινδύνους στις οικονομίες της Δύσης.

Το «καθαρό μηδέν» (ΝΖΕ) προκαλούσε διπλό κακό στη Δύση.

Το πρώτο πλήγμα -σύμφωνα πάντα με τη μελέτη- προέρχεται από τις συστάσεις για τερματισμό των επενδύσεων σε νέα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου πέρα από αυτά που έχουν ήδη εγκριθεί.

Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο κόσμος αντιμετωπίζει πτώση της ζήτησης για υδρογονάνθρακες και οι πολιτικές περιορισμού των προμηθειών θα οδηγούσαν σε ταχεία και διαρκή αύξηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Το δεύτερο πλήγμα  έρχεται από τη μετάβαση σε ένα σχεδόν πλήρως ανανεώσιμο ηλεκτρικό δίκτυο, το οποίο θα έκανε τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος να υπερτριπλασιαστούν.

Δείτε εδώ ολόκληρη την έκθεση.

 

σ