Καμπανάκια ξανά από Κομισιόν για επιτάχυνση της δημιουργίας αγοράς CCS στην Ελλάδα - Tα ορόσημα, η σύσκεψη στο ΥΠΕΝ και το φιλόδοξο deadline του Μαρτίου
Ταχύτητες ζητά από τη κυβέρνηση να ανεβάσει η Κομισιόν στέλνοντας σύμφωνα με τις πληροφορίες το μήνυμα ότι μέχρι το Μάρτιο πρέπει να έχει ολοκληρωθεί κάθε εκκρεμότητα για να πάρει επιτέλους «σάρκα και οστά» και στην Ελλάδα η αγορά δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS).
Τα βήματα προόδου, η πορεία ολοκλήρωσης του Κανονισμού (Regulation) που θα διέπει τη λειτουργία της νέας αγοράς, αλλά και το σχήμα στήριξης των emitters που θα ενεργοποιείται όταν οι τιμές του CO2 πέφτουν κάτω από ένα επίπεδο, όλ’ αυτά, μαζί με κάθε άλλη εκκρεμότητα, βρέθηκαν χθες στο επίκεντρο ευρείας σύσκεψης της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΝ, υπό τον Θ.Σκυλακάκη, μαζί με την ΕΔΕΥΕΠ.
Σε αυτό το φόντο, οι παίκτες της αγοράς αναμένουν από το ΥΠΕΝ να επιταχύνει το έργο του όσο ταυτόχρονα εκείνοι θα ωριμάζουν περαιτέρω το «Prinos CO2 Storage», το project που «τρέχει» η EnEarth, θυγατρική της Energean και φυσικά τις επενδύσεις δέσμευσης CO2 από τους Ηρακλή (Olympus), Τιτάνα (Ifestos) και Motor Oil (IRIS).
Το Δεκέμβρη, η τσιμεντοβιομηχανία ΗΡΑΚΛΗΣ (μέλος του γαλλικού ομίλου Lafarge Holcim) ανέθεσε τη Μελέτη Βασικού Σχεδιασμού (Front End Engineering & Design – FEED) στην επίσης γαλλική Air Liquide για το έργο Olympus CCS. Ανω των 300 εκατ ευρώ, η συγκεκριμενη επένδυση θα επιτρέψει τη δέσμευση και αποθήκευση 1 εκατομμυρίου τόνων CO₂ ετησίως από τις εκπομπές της μονάδας του ΗΡΑΚΛΗ στο Μηλάκι Ευβοίας.
Επίσης το φθινόπωρο είχε προηγηθεί η ανάθεση της μελέτης FEED από την έτερη μεγάλη τσιμεντοβιομηχανία τη χώρας, την ΤΙΤΑN, στη γερμανική Τhyssenkrupp Polysius για το δικό της project δέσμευσης CΟ2 στη μονάδα Καμαρίου Ευβοίας, επένδυση πέριξ των 584 εκατ. ευρώ που όταν υλοποιηθεί θα δεσμεύει ετησίως 1,9 εκατομμύρια τόνους CO2.
Τον Οκτώβρη είχε εγκριθεί από τη Κομισιόν και η ενίσχυση 150 εκατ. για την πρώτη φάση της επένδυσης αποθήκευσης 1 εκατ. τόνων CO2 στον Πρίνο, συνολικού ύψους 500 εκατ. ευρώ, ο οποίος μετά και τη δεύτερη φάση θα μπορεί να φιλοξενήσει 3 εκατ. τόνους ετησίως. Σχετικά με τη δεύτερη αυτή φάση, η EnEarth, έχει υποβάλει πρόταση για χρηματοδότησή από το κοινοτικό ταμείο Connecting Europe Facility. Τόσο η πρώτη όσο και η δεύτερη φάση αθροιστικά οδηγούν σε μπάτζετ άνω του 1 δισ. ευρώ. Ενδεικτικό της σημασίας που αποδίδεται από τις Βρυξέλλες στο έργο είναι ότι έχει ενταχθεί καιρό τώρα στον κατάλογο των Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) της ΕΕ.
Στον κατάλογο των PCI έχει περιληφθεί και το «διασυνδεδεμένο» με το Prinos CO2 Storage, έργο που υλοποιεί ο ΔΕΣΦΑ με την ονομασία Apollo CO2. Στόχος, η μεταφορά των εκπομπών CO2 από τους emitters στη Νότια Ελλάδα μέσω δικτύου αγωγών, την υγροποίησή τους σε ειδική μονάδα που προβλέπεται να κατασκευαστεί στη Ρεβυθούσα και τη μεταφορά τους σε ειδικά τάνκερ για τη μόνιμη αποθήκευσή τους στον Πρίνο (ή αλλού στην Ευρώπη).
Η πίεση από Βρυξέλλες και το σχήμα στήριξης
Τα βήματα προόδου είναι πολλά, ωστόσο το ερώτημα είναι πόσο γρήγορα θα κινηθεί και το ΥΠΕΝ.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο στόχος του είναι ακόμη και μέσα στην επόμενη εβδομάδα να έχει ολοκληρώσει το τελικό draft του Regulation, προκειμένου να το αποστείλει άμεσα στη Κομισιόν και τους ενδιαφερόμενους emitters, ώστε μόλις πάρει το πράσινο φως, το Μάρτιο να φέρει το κείμενο προς ψήφιση στη Βουλή. Δίνοντας έτσι τέλος σε μια υπόθεση που έχει απασχολήσει πολλές μέχρι σήμερα συσκέψεις το τελευταίο χρόνο και μετρά αρκετές καθυστερήσεις.
Ακριβώς ένα χρόνο πριν, το Μάρτιο του 2024 ήχαν ηχήσει και τα πρώτα κοινοτικά καμπανάκια για επιτάχυνση των διαδικασιών. Ηταν κατά τις συναντήσεις που είχε στην Αθήνα με τα ελληνικά υπουργεία η ευρωπαϊκή Task Force για το Ταμειο Ανάκαμψης και τη τήρηση οροσημων που συνδέονται με τη ψήφιση Κανονισμών.
Ακόμη όμως και αν γίνουν όλα τα παραπάνω, οι Βρυξέλλες λέγεται ότι βάζουν ακόμη πιο ψηλά τον πήχη και πιέζουν μέσα στον Μάρτιο το υπουργείο να έχει τελειώσει όχι μόνο με τον Κανονισμό, αλλά με κάθε άλλη εκκρεμότητα. Δηλαδή να έχει ολοκληρώσει και τη περιγραφή του CFD ή διαφορετικά του μηχανισμού στήριξης των emitters, στόχος που θεωρείται μάλλον δύσκολος.
Σαν φιλοσοφία αφορά μια «δύναμη πυρός» γύρω στα 100 εκατ ευρώ, που θα ενεργοποιείται μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όταν οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 κινούνται κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο. Αυτό θα προσδιοριστεί στη συνέχεια μέσα από υπουργικές αποφάσεις.
Τα υπόλοιπα ορόσημα
Σε επιχειρηματικό επίπεδο, επίσης υπάρχουν πολλά ορόσημα. Το πρώτο είναι η προκήρυξη από την EnEarth, του δεσμευτικού market test για την υποβολή προσφορών από τις ενδιαφερόμενες βιομηχανίες (ελληνικές και ξένες) προκειμένου να αποθηκεύσουν ποσότητες CO2 στον Πρίνο, η ανταπόκριση των οποίων θα κρίνει και τη βιωσιμότητά του, άρα και τη λήψη της τελικής επενδυτικής απόφασης.
Αλλά για να συμβεί αυτό, δηλαδή να αποκτήσει η Ελλάδα ίσως και εντός του 2026 - όπως προβλέπει το επενδυτικό πλάνο - το πρώτο project αποθήκευσης CO2 και ένα από τα πρώτα στη Μεσόγειο, θα πρέπει όχι μόνο να ξεπεραστούν οι γραφειοκρατικές εκκρεμότητες, αλλά και να ληφθούν αποφάσεις από αμφότερες τις πλευρές. Δηλαδή αντίστοιχη επενδυτική απόφαση δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα, του οποίου η αποθήκευση θα γίνεται στον Πρίνο, να λάβουν και κάποιοι από τους emitters (ένα ακόμη ορόσημο).
«Εχουμε επιβεβαιωμένο ενδιαφέρον από emitters έως και τη Γαλλία στη Δυτική Ευρώπη, από όλη τη Μεσόγειο, στην Ελλάδα και πιο πέρα», είχε δηλώσει πρόσφατα σε συνέντευξή του στο Petroleum Economist, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Energean, Μαθιός Ρήγας.
Ταυτόχρονα αναμένεται η χορήγηση της άδειας αποθήκευσης από την ΕΔΕΥΕΠ για την αποθήκη του Πρίνου και στη συνέχεια η περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου.
Το «Prinos CO2 Storage», το σχέδιο μετατροπής των εξαντλημένων ταμιευτήρων πετρελαίου του Πρίνου σε αποθήκη CO2, θεωρείται ένα από τα πιο ώριμα projects σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου.
Εάν η χώρα καταφέρει να ανοίξει βηματισμό θα μπορέσει να αποκτήσει σημαντικό πλεονέκτημα έναντι άλλων σχεδίων στην περιοχή και να εκμεταλλευτεί την μεγάλη υπαρκτή ζήτηση για αποθήκευση CO2.
Σε ένα αυξητικό περιβάλλον για τη τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών CO2, η οποία εκτιμάται ότι θα τετραπλασιαστεί μέσα στην επόμενη δεκαετία, φτάνοντας τα 300 ευρώ/ τόνο, βαριές βιομηχανίες και κυβερνήσεις επενδύουν τεράστια ποσά στη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα, ενώ η παγκόσμια αγορά Carbon Capture & Storage (CCS), υπολογίζεται ότι θα φτάσει τα 5 δισ. δολάρια στα τέλη του 2030.