Ιανός η κρίση για τις φωτοβολταϊκές επενδύσεις – "Χρυσάφι" για μεγάλα πρότζεκτ και net-metering, "κόλαφος" για τα μικρομεσαία πάρκα

Διαφορετικό πρόσημο έχει για τους μικρομεσαίους επενδυτές των φωτοβολταϊκών και τους μεγάλους «παίκτες» ο συνδυασμός των υψηλών χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, από τη μια μεριά, με την αύξηση του κόστους του εξοπλισμού των πάρκων, από την άλλη. Έτσι, τη στιγμή που για τους μεγάλους επενδυτές οι υψηλές χονδρεμπορικές τιμές αποτελούν επιχειρηματική ευκαιρία για την επιτάχυνση των πρότζεκτ που «ωριμάζουν», η εκτίναξη του κόστους του εξοπλισμού «ψαλιδίζει» τα περιθώρια κέρδους των μικρών επενδυτών και των Ενεργειακών Κοινοτήτων, οι οποίοι υλοποιούν έργα αποκλειστικά με εγγυημένες «ταρίφες». 

Το δεδομένο είναι ότι αυτή την περίοδο καταγράφεται μια τεράστια αύξηση της ζήτησης για φωτοβολταϊκά πάνελ και ταυτόχρονα μια τάση αύξησης των τιμών. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αύξηση των τιμών του εξοπλισμού δεν αφορά μόνο τα πάνελ αλλά και τις βάσεις στήριξης, καθώς με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και τις οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στις ρωσικές εξαγωγές χάλυβα, το κόστος του έχει εκτιναχθεί.

Σύμφωνα με στελέχη του κλάδου, η εξέλιξη αυτή έρχεται έπειτα από τη σχετική μείωση που είχε αρχίσει να διαφαίνεται στις τιμές των πάνελ στις αρχές του 2022, με τις τιμές πλέον να εκτιμάται πως δεν θα αποκλιμακωθούν το επόμενο διάστημα. 

Ένας σημαντικός λόγος είναι ότι όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν στο ότι δεν πρόκειται να μειωθούν στο εγγύς μέλλον οι τιμές των πρώτων υλών. Όπως σημειώνουν ωστόσο τα ίδια στελέχη, σημαντικό ρόλο παίζει επίσης η ενισχυμένη ζήτηση, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, υπάρχει κυριολεκτικά καταιγισμός παραγγελιών για φωτοβολταϊκά πάνελ σε όλη την Ευρώπη. 

Ο λόγος της αυξημένης ζήτησης είναι η διακηρυγμένη βούληση της Ευρώπης να απεξαρτηθεί από το ρωσικό αέριο όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Μία πολιτική που δίνει οικονομικά «σήματα» ενίσχυσης κάθε μορφής ηλεκτροπαραγωγής που βασίζεται σε εγχώριο πόρο, όπως είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. 

Σε κάθε περίπτωση, η υψηλή ζήτηση με τη σειρά της επιτείνει τα προβλήματα που ήδη υπήρχαν στην εφοδιαστική αλυσίδα. Ως συνέπεια, έχουν γίνει ακόμη μεγαλύτερες οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις. 

Μεγάλοι παίκτες και net metering

Στο παραπάνω «τοπίο», πάντως, για τους μεγάλους «παίκτες» πρώτη προτεραιότητα είναι η εξασφάλιση του εξοπλισμού για τα έργα που αναπτύσσουν, με το κόστος του να έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Κι αυτό γιατί στόχος είναι να εντάξουν τις μονάδες τους όσο το δυνατόν πιο νωρίς στο σύστημα, ώστε να εκμεταλλευθούν τις υψηλές τιμές των χονδρεμπορικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. 

Για τους μεγάλους επενδυτές, αντίβαρο στο ρίσκο της απευθείας συμμετοχής στις αγορές αποτελεί η σύναψη «πράσινων» PPAs. Έτσι, ορισμένοι «παίκτες» σχεδιάζουν να περιορίσουν εξαρχής το ρίσκο, κλείνοντας συμβάσεις πώλησης μέρους της «πράσινης» ηλεκτροπαραγωγής σε μεγάλους καταναλωτές σε σταθερές τιμές, κατά τι μικρότερες από τα επίπεδα των χονδρεμπορικών αγορών. Άλλοι επενδυτές σχεδιάζουν να διαθέτουν σε πρώτη φάση το σύνολο της παραγωγής απευθείας στις αγορές, ώστε να προχωρήσουν σε δεύτερο χρόνο σε hedging μέσω των «πράσινων» PPAs. 

Σε κάθε περίπτωση, η αγορά εκτιμά πως ο επόμενος «κύκλος» ανάπτυξης θα προέλθει κατά κανόνα από τα «πράσινα» PPAs, την απευθείας συμμετοχή στις αγορές, αλλά και το net-metering. Όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, ο ενεργειακός συμψηφισμός διάγει «χρυσή εποχή», καθώς το υψηλό ενεργειακό κόστος έχει εκτινάξει το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων για αυτές τις εφαρμογές. Αντίθετα οι εγγυημένες «ταρίφες», που αποτέλεσαν την «ατμομηχανή» ανάπτυξης του κλάδου τα προηγούμενα χρόνια, θα παίξουν εφεξής ήσσονα ρόλο. 

Όπως είναι φυσικό, το άλμα στις τιμές του εξοπλισμού εκτιμάται ότι θα ενσωματωθεί στις προσφορές που θα υποβληθούν ήδη από τον επόμενο διαγωνισμό ΑΠΕ στην Ελλάδα, ανακόπτοντας, λογικά, το πτωτικό σερί που καταγράφεται στις «ταρίφες» από την έναρξη του προηγούμενου σχήματος ανταγωνιστικών διαδικασιών. Υπό αυτή την έννοια, δεν αποτελεί πρόβλημα για τους επενδυτές που θα κατακυρώσουν τιμές στην επόμενη δημοπρασία. 

Μικρομεσαίοι και ενεργειακές κοινότητες

Στον αντίποδα, τα νέα δεδομένα στο κόστος ανάπτυξης των μονάδων ανατρέπει τα business plan των μκρών και μεσαίων επενδυτών και των ενεργειακών κοινοτήτων που υλοποιούν αυτή την περίοδο σταθμούς με ήδη «κλειδωμένες» ταρίφες – είτε εκτός διαγωνισμών, είτε μέσα από ανταγωνιστικές διαδικασίες. Και τούτο διότι αυξάνει το κόστος κατασκευής χωρίς αυτή η αύξηση να μπορεί να μετακυλιστεί με οποιοδήποτε τρόπο. Απλά μειώνεται (σε άλλες περιπτώσεις λίγο και σε άλλες πολύ) το προσδοκώμενο κέρδος της επένδυσης.

Πρέπει να σημειωθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις, οι τιμές αναφοράς που έχουν κλειδώσει οι επενδυτές ισχύουν εντός συγκεκριμένων διοριών, καθιστώντας οξύτερα τα προβλήματα στην παραλαβή του εξοπλισμού. 

Η ανατροπή των business plan οφείλεται όμως και στην αύξηση των επιτοκίων των τραπεζών, λόγω του πληθωρισμού. Επομένως, υπάρχουν δύο αιτίες που «ψαλιδίζουν» το προσδοκώμενο περιθώριο κέρδους.

1